Η εξάπλωση της κοπερνίκειας εικόνας για τον κόσμο σε όλα τα κοινωνικά στρώματα του δυτικού κόσμου, έχει κατά τις τελευταίες δεκαετίες οδηγήσει σε ένα μοναδικό στην ιστορία των θρησκειών φαινόμενο: την εμφάνιση της ουφολογίας, δηλαδή την εμφάνιση μιας νέας θρησκείας, η οποία έχει αναπτυχθεί στα πλαίσια αυτής της επιστημονικής κοσμοθεωρίας.
Ένας τόσο σημαντικός ψυχολόγος και κριτικός του πολιτισμού, όπως ο Carl Jung, είχε ερμηνεύσει την εμφάνιση αυτής της νέας θρησκείας ως σημείο και έκφραση μιας βαθιάς ανησυχίας του ανθρώπου της εποχής μας, για τον τρόπο ζωής που γίνεται όλο και πιο απάνθρωπος και απρόσωπος, και ως μια απάντηση του συλλογικού ασυνειδήτου της εποχής μας στην βαθιά απειλητική και τρομακτική κρίση του τεχνολογικού μαζικού πολιτισμού μας. Στην θέση παλαιότερων διδασκαλιών περί σωτηρίας μπαίνει τώρα η νέα διδασκαλία περί των πλανητάριων, οι οποίοι επιβλέπουν προσεκτικά την γη μας, μας προειδοποιούν για τις καταστροφές που μας απειλούν, οι οποίες προετοιμάζονται κυρίως από τους γήινους ατομικούς φυσικούς. Οι πλανητάριοι μάλιστα είναι διατεθειμένοι, σε περίπτωση καταστροφής, να πάρουν τους πιο πιστούς τους οπαδούς σε κάποιο καλύτερο άστρο, στην κοσμική εξορία. Η ψυχολογική αυτή ερμηνεία του φαινομένου των Ufo είναι πράγματι η καλύτερη και η πειστικότερη, αφού δεν έχουμε σαφείς αποδείξεις για την ύπαρξη ιπτάμενων δίσκων. Η ερμηνεία αυτή όμως αναφέρεται σε μια μόνο ρίζα αυτής της νέας θρησκείας. Πράγματι, στην βάση αυτής της εντυπωσιακής ώθησης της θρησκείας των Ufo, βρίσκονται και άλλα κίνητρα, τα οποία εν τέλει φτάνουν στο τράνταγμα που προκάλεσε ο Κοπέρνικος, και το οποίο οδήγησε σε μια ριζική μεταβολή της εικόνας μας για το σύμπαν αλλά και στην μεταβολή αίσθησης που έχουμε για τον κόσμο και την φύση. Προφανής είναι ο ισχυρά εσχατολογικός χαρακτήρας της ουφολογίας, που απαντάται και σε πολλές ριζοσπαστικές χριστιανικές αιρέσεις των ΗΠΑ.
Η ιδιαιτερότητα της πίστης των ουφολόγων συνίσταται στο ότι η ουφολογία συσχετίζεται με την εσχατολογική προσμονή των Χριστιανών, και στο ότι η πίστη αυτή γίνεται αντικείμενο μιας νέας αποκάλυψης. Οι υποσχέσεις περί της επαπειλούμενης καταστροφής του κόσμου βρίσκονται ένα βήμα πριν από την εκπλήρωση τους, κυρίως λόγω της μακάβριας προόδου της ατομικής τεχνολογίας. Η τεχνολογία αυτή ασχολείται με την προετοιμασία της ολοκληρωτικής αυτοκαταστροφής της ανθρωπότητας. Η εμφάνιση των πλανητάριων έχει διπλό σκοπό. Κατά πρώτον, την περιβολή της γης με μια ζώνη ακτινοβολίας, η οποία σκοπό έχει να αποτρέψει την καταστροφή και άλλων αστέρων, όταν η γη θα καταστρέφεται από τις ατομικές εκρήξεις. Κατά δεύτερον, να προειδοποιήσει την ανθρωπότητα για τις συνέπειες των πράξεων της και να μαζέψει μια κοινότητα εκλεκτών, οι οποίοι δεν συμμετείχαν στην εγκληματική δράση των ατομικών φυσικών. Τους εκλεκτούς αυτούς θα τους μεταφέρουν με μια διαπλανητική κιβωτό του Νώε σε ένα καλύτερο άστρο. Η χριστιανική διδασκαλία για τα έσχατα, ως κάτι το οποίο είναι πολύ κοντά-ένα κυρίαρχο θέμα των κηρύκων των αμερικάνικων ελεύθερων εκκλησιών-έχει κάνει ένα αρμονικό γάμο με την science-fiction.
Αυτές οι επισημάνσεις δείχνουν το απίστευτα μεγάλο μέρος που λαμβάνει η φαντασία στο οικοδόμημα της κοπερνίκειας κοσμοθεωρίας, και του νεότερου κλάδου της, της ουφολογίας. Ήδη στους πρωτοπόρους του ηλιοκεντρικού κοσμοειδώλου κατά τον 16ο αιώνα, η φαντασία έπαιζε ένα τεράστιο ρόλο, και έδινε φτερά στις επιστημονικές τους θεωρήσεις. Φυσικά, οι μορφωμένοι αστρονόμοι, όπως οι Kopernikus, Kepler, Huygens, δεν παραδέχτηκαν ποτέ, πως αυτή η σαγηνευτική μορφή, η φαντασία, παίζει ρόλο στις έρευνες τους. Ως λόγιοι, οι οποίοι παρουσίαζαν μια για την ζωή τους τόσο επικίνδυνη θεωρία, έπρεπε να υπερτονίζουν τον επιστημονικό χαρακτήρα των ανακαλύψεων τους, προς δική τους άμυνα. Στην πραγματικότητα όμως, δεν ήταν δυνατόν χωρίς την φαντασία να προωθηθεί η επιστημονική θεώρηση στα τόσο νέα και ανεξερεύνητα πεδία του κόσμου. Αυτό ισχύει κυρίως εκεί, όπου συνδυάζονται, όπως στην περίπτωση του Giordano Bruno, η έντονη καλλιτεχνική διαίσθηση, η πλούσια φαντασία και η ακόρεστη επιθυμία για γνώση, με μια συστηματική μόρφωση.
Από την σκοπιά της εκκλησιαστικής ιστορίας, η ουφολογία αποτελεί ένα μοντέρνο υποκατάστατο της χριστιανικής διδασκαλίας περί αγγέλων. Αυτή γνωρίζει την παρουσία ουράνιων πλασμάτων, υπηρετικών πνευμάτων, είτε ως άγγελοι ενός λαού, είτε ως προστάτες άγγελοι διαφόρων κοινοτήτων ή μεμονωμένων ανθρώπων, που προειδοποιούν και σώζουν, εμπνέουν και καθοδηγούν, εργάζονται για τον Θεό, και διεξάγουν τον αγώνα εναντίον των δυνάμεων του κακού, στο σωματικό, ψυχικό και πνευματικό επίπεδο, και σκοπό έχουν την σωτηρία των προστατευόμενων κατοίκων της γης. Στην ουφολογία φαίνεται καθαρά η επίδραση της διδασκαλίας περί προστάτη αγγέλου, αφού αποδίδει στους «πλανητάριους» ένα τέτοιο ρόλο, ως προστάτες, οδηγοί, εμπνευστές.
Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ουφολογίας είναι η πεποίθηση της ότι οι κάτοικοι των άλλων πλανητών είναι υπέρτεροι μας από κάθε άποψη. Με ένα αφελή τρόπο, παραδέχονται πως η τεχνολογική ανωτερότητα των πλανητάριων, που εκφράζεται με την κατασκευή διαπλανητικών διαστημοπλοίων, είναι ένα σημάδι όχι μόνο της τεχνολογικής, αλλά και της πνευματικής και ηθικής ανωτερότητας. Η αφέλεια αυτή εκφράζεται επίσης και με την παραδοχή, πως οι πλανητάριοι έχουν παραψυχικές ικανότητες, με τις οποίες είναι σε θέση να συνεννοούνται με κάθε άνθρωπο στην γλώσσα του, να διαβάζουν τις σκέψεις του πριν καν τις εκφράσει, να περνούν μέσα από υλικούς τοίχους και να αιωρούνται. Στην λογοτεχνία επιστημονικής φαντασίας, υπάρχουν και μυθιστορήματα, όπου κακοήθεις κοσμικές μορφές προκαλούν κακό και ζημιές με τις υπεράνθρωπες παραψυχικές τους ικανότητες.
Το φαινόμενο «ουφολογία» είναι μοναδικό στην ιστορία των θρησκειών, καθώς μια τέτοια εξέλιξη σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα δεν είχε παρατηρηθεί μέχρι τότε.
Παλιά, ένας μύθος χρειαζόταν αιώνες μέχρι να εγκατασταθεί στην συνείδηση του κοινού, όπου απαιτεί να έχει διαρκή ισχύ, και μετά να γίνει δόγμα και τελετουργικό.
Η κοπερνίκεια αντίληψη για τον κόσμο, όπου η γη είναι απλά ένας πλανήτης ανάμεσα στους αναρίθμητους άλλους, έχει καταστεί γενικευμένο θεμελιώδες συστατικό της κοσμικής συνείδησης, μόνο από την εποχή που τα διαστημικά ταξίδια έδωσαν την δυνατότητα να φωτογραφηθεί από το φεγγάρι, ή και από την πορεία προς αυτό, η γυαλιστερή γήινη σφαίρα. Είναι η ολοκλήρωση μιας διαδικασίας αιώνων, που ξεκίνησε στο τέλος του 15ου αιώνα, και επέφερε μια από τις μεγαλύτερες πνευματικές επαναστάσεις της ανθρωπότητας. Γιατί η ανακάλυψη του Κοπέρνικου (που την εκλέπτυναν και επέκτειναν ο Γαλιλαίος, ο Κέπλερ και ο Νεύτων), είχε προκαλέσει ένα τέτοιο σοκ, που την πρώτη του δημόσια έκφραση βρήκε στην καταδίκη του Γαλιλαίου από την Εκκλησία, το 16331;
Ένας λαϊκός, όπως ο Jakob Böhme, περιγράφει την κατάσταση του, πριν του ανοιχθεί η «θέα προς το όν των όντων» ως εξής: «φρίκη της ψυχής μπρος στην σκοτεινή άβυσσο», και περιγράφει πως «περιέπεσα σε μια σκληρή μελαγχολία και θλίψη, όταν αντίκρισα το βάθος αυτού του κόσμου...ήμουν εξαιτίας του εντελώς μελαγχολικός και πολύ θλιμμένος, καμιά γραφή δεν μπορούσε να με παρηγορήσει, την οποία γνώριζα καλά: και ο διάβολος σίγουρα δε θα πανηγύρισε, που μου επέβαλε ειδωλολατρικούς λογισμούς, τους οποίους θα αποσιωπήσω»5. Ένας τόσο ευσεβής άνθρωπος, όπως παπουτσής Böhme, αισθάνεται φρίκη για την άνοδο ειδωλολατρικών, δηλαδή άθεων, μηδενιστικών λογισμών, που προκαλούσε το βλέμμα στο τρομακτικό βάθος του νέου κόσμου.
Αυτά που ο Böhme θέλει να αποσιωπήσει, τους «ειδωλολατρικούς λογισμούς», ο διάβολος του τους «επέβαλε», τους βρίσκουμε εκφρασμένους σε ένα κείμενο, που αποτελεί την γλωσσικά ισχυρότερη προσπάθεια έκφρασης της μηδενιστικής πτυχής του κοπερνίκειου σοκ. Είναι το κείμενο του Jean Paul: «Ομιλία του νεκρού Χριστού, απευθυνόμενος από το κοσμικό οικοδόμημα προς τα κάτω, ότι δεν υπάρχει Θεός»6. Ο νεκρός Χριστός λέει: «Περπάτησα ανάμεσα στους κόσμους, ανέβηκα στους ήλιους και πέταξα μαζί με τους γαλαξίες δια μέσου των ερήμων του ουρανού. Αλλά δεν υπάρχει κανένας Θεός. Κατέβηκα, μέχρι εκεί που η πέτρα ρίχνει την σκιά της, και κοίταξα μέσα στην άβυσσο και φώναξα: πατέρα, που είσαι; Αλλά άκουσα μόνο την αιώνια καταιγίδα, την οποία κανείς δεν εξουσιάζει, και το ουράνιο τόξο από τα πλάσματα, ήταν εκεί χωρίς τον ήλιο που το δημιούργησε. Το ουράνιο τόξο ήταν πάνω από την άβυσσο και έσταζε. Και όταν κοίταξα προς τα πάνω, προς τον άμετρο κόσμο, ψάχνοντας το θεϊκό μάτι, ο κόσμος με κοίταξε με μια κενή, χωρίς πάτο κόγχη οφθαλμού, και η αιωνιότητα ήταν πάνω από το χάος, και μασούσε και μηρύκαζε τον εαυτό της-φωνάξτε παράφωνα, διώξτε τις σκιές με τις φωνές. Γιατί αυτός δεν είναι. Οι παραφωνίες ούρλιαξαν πιο δυνατά, αποχωρίστηκαν οι τοίχοι του ναού τρέμοντας, και ο ναός και τα παιδιά βυθίστηκαν-και ολόκληρη η γη και ο ήλιος βυθίστηκαν-όλο το κοσμικό οικοδόμημα βυθίστηκε μπροστά μας με την απεραντοσύνη του- και πάνω στην κορυφή της άμετρης φύσης στεκόταν ο Χριστός και κοίταζε το κοσμικό οικοδόμημα, διάτρητο από χιλιάδες ήλιους, να κοίταζε μέσα στην αιώνια νύχτα ένα σκαμμένο ορυχείο, όπου οι ήλιοι είναι σαν τα φωτιστικά των υπόγειων διαδρόμων, και οι γαλαξίες σαν τις φλέβες αργύρου.
Και όταν ο Χριστός είδε τους κόσμους να συνωστίζονται, το παιχνίδισμα των κοσμικών πλανόμενων φώτων, και τους κοραλλιογενείς υφάλους από παλλόμενες καρδιές, και όταν είδε πως η μια κοσμική σφαίρα μετά την άλλη ρίχνει τις ψυχές της στη θάλασσα των νεκρών, και όταν είδε μια υδρόγειο να διασκορπίζει τα φώτα πάνω στα κύματα της: τότε σήκωσε τα μάτια, σαν ο μεγαλύτερος των πεπερασμένων, και κοίταξε το τίποτα και την κενή απεραντοσύνη και είπε: άκαμπτο, αμβλύ τίποτα! Ψυχρή αιώνια ανάγκη! Παρανοϊκή τυχαιότητα! Γνωρίζεστε μεταξύ σας; Πότε θα θρυμματίσετε το οικοδόμημα και εμένα; Τυχαιότητα, μήπως γνωρίζεις πότε προχωράς με τις καταιγίδες διά μέσου του χιονιού των αστεριών, και στροβιλίζεις τον ένα ήλιο γύρω από τον άλλο, και όταν η δρόσος των αστεριών σβήνει όταν περνάς; Πως είναι ο καθένας τόσο μόνος στο κελλάρι των νεκρών του σύμπαντος!»
Αυτός ο βαθύς τρόμος αντικατοπτρίζεται περιστασιακά στην φυσική φιλοσοφία του ρομαντισμού.
Στον διάλογο του Schelling «Κλάρα, περί της σχέσης της φύσεως με τον κόσμο των πνευμάτων», λέει η Κλάρα, που εδώ έχει την θέση της μακαρίτισσας Καρολίνας: «Στην νεότητα μου είχα την συνήθεια να καταλαβαίνω όλα κυριολεκτικά. Έτσι πίστευα, όταν γινόταν λόγος για τον ήλιο και άλλα αυτόφωτα άστρα, πως αυτά είναι από πάνω μας, πως βρίσκονται σε ένα πραγματικά ανώτερο και πολύ πιο λαμπρό χώρο από την γη μας. Το ίδιο και όταν γινόταν λόγος για τον Θεό, πως είναι ψηλά, ή για τις ψυχές των ευσεβών, πως είναι μαζί με τον Θεό στον ουρανό, το έπαιρνα κυριολεκτικά. Αργότερα, καθώς μεγάλωνα, με δίδαξαν καλύτερα. Μου είπαν πως πάνω και κάτω είναι απλώς έννοιες σχέσης, και πως είναι πιο σωστό να λέμε πως ήλιος είναι από κάτω μας, αφού στην πραγματικότητα πέφτουμε πάνω του, και διαρκώς μας ελκύει,όπως η γη. Το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τα άλλα αστέρια, ότι είναι κάτω από μας. Παντού είναι απλώς ένα απέραντο βάθος και ένα σκέτο κάτω. Ένας ουρανός, ως ένα ανώτερο και καλύτερο μέρος, δεν υφίσταται, αλλά παντού κάτι σαν την γη, που έχει το κάτω της σε ένα ήλιο παρόμοιο με τον δικό μας, και αυτοί οι ήλιοι έχουν ίσως άλλα πιο μεγάλα σώματα από κάτω, και έτσι προχωράει ασταμάτητα προς το βάθος και στην άμετρη άβυσσο, πάντα προς τα κάτω. Τώρα ζαλίστηκα από τους άμετρους αριθμούς και τις απίστευτες μάζες».
Συνεχίζεται
EINAI MΙΑ ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΣΥΜΜΕΤΕΙΧΕ Ο ΚΑΝΤ ΚΑΙ Η ΟΠΟΙΑ ΣΤΑΘΗΚΕ Η ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΤΟΥ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ. ΤΙ ΣΧΕΣΗ ΕΧΕΙ ΑΥΤΗ Η ΑΒΥΣΣΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ, ΤΟ ΕΠΕΚΕΙΝΑ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ, ΜΕ ΤΗΝ ΟΠΟΙΑ ΤΗΝ ΤΑΥΤΙΖΟΥΝ ΚΑΙ ΤΗΝ ΠΟΛΕΜΟΥΝ ΓΙΑ ΝΑ ΕΠΙΒΑΛΛΟΥΝ ΤΗΝ ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΟΙ ΝΕΟΟΡΘΟΔΟΞΟΙ, Ο ΘΕΟΣ ΚΑΙ Η ΨΥΧΗ ΤΟΥΣ.
Hannah Arendt (2)
Η ενότης Είναι και σκέψης προϋποθέτει την προαποφασισμένη σύμπτωση ουσίας και υπάρξεως, δηλαδή ότι όλα όσα είναι δυνατόν να γίνουν σκέψη υπάρχουν και οτιδήποτε υπάρχει, λόγω του ότι μπορεί να γνωσθεί, είναι ορθολογικό. Αυτή η ενότης διελύθη από τον Kant, τον αληθινό πατέρα, παρότι καλά κρυμμένο, της μοντέρνας φιλοσοφίας, ο οποίος έχει παραμείνει μέχρι σήμερα ο Μυστικός Βασιληάς της! Ο Kant είχε ήδη αφαιρέσει από τον άνθρωπο την αρχαία του βεβαιότητα, οικειότητα, στο εσωτερικό του Είναι, φανερώνοντας τις αντινομίες της δομής της νοήσεως και αποδεικνύοντας, στις αναλύσεις του για τις συνθετικές κρίσεις, ότι με κάθε κρίση στην οποία έχει θέση κατηγορήματος κάτι από την πραγματικότητα, εμείς υπερβαίνουμε την έννοια (l’ essentia) ενός συγκεκριμένου πράγματος. Ο ίδιος ο Χριστιανισμός δεν είχε φτάσει σε τέτοια σιγουριά, απλώς την είχε ξαναερμηνεύσει (την πραγματικότητα) εν’ όψει του “θείου σχεδίου της Σωτηρίας”. Τώρα πια δεν μπορούσαμε πλέον να είμαστε σίγουροι του νοήματος ή του Είναι του Χριστιανικού γήινου κόσμου και ούτε καν του Είναι του αιωνίως παρόντος κόσμου των αρχαίων: Κατεστράφη αυτός ο ίδιος ο παραδοσιακός ορισμός της αλήθειας σαν aequatio intellectus et rei (ισοδυναμίας νοήσεως και πράγματος).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου