ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΔΙΕΞΟΔΙΚΩΤΕΡΑ
Προς τους νομίζοντες ότι δεικνύονται δύο θεοί εκ του ότι η θεοποιός δωρεά του Πνεύματος, της οποίας υπέρκειται κατ' ουσία ο Θεός, ονομάζεται από τους αγίους όχι μόνον αγένητος θέωσις άλλα και θεότης,
ή περί θείων ενεργειών και της κατ’ αυτές μεθέξεως.
Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΞΕΧΑΣΑΝ ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ
Συνέχεια από: Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου 2023
22. Πάντως διαφορές φυσικές και ουσιώδεις ούτε υπάρχουν ούτε λέγονται επί του Θεού, διότι αυτές είναι συστατικές εκείνων των πραγμάτων των οποίων είναι διαφορές. Ο δε Θεός είναι ο ίδιος η σύστασις όλων των περί αυτόν. Αλλα οι ουσιώδεις διαφορές εκ φύσεως συνιστούν πολλές και διαφόρες ουσίες. Του δε θεού μία η ουσία, μη δεχόμενη καμμία διαφορά καθ’ εαυτή. Και όμως την γνώσιν του «τί ην είναι» την αποκομίζουμε από τις διαφορές εκάστου πράγματος. Ως προς τον Θεόν, ότι μεν υπάρχει το γνωρίζουμε, τί δε είναι και ποιος (οποιόν τι) είναι, είναι αδύνατο και στους ανθρώπους και στους αγγέλους να γνωρίζουν. Ακόμη, επειδή οι ουσιώδεις διαφορές σε έκαστο πράγμα είναι πολλές, η προς έτερο πράγμα διαφορά ανήκει σε άλλο γένος και χαρακτηρίζει το τί είναι. Άρα είναι αδύνατο να εφαρμοστεί τούτο στην απερινόητο φύσιν. Επιπλέον δε εκάστη των διαφορών τούτων είναι και καθολικότερη (γενικότερη) του έχοντος αύτην, καθ’ όσον λέγεται σε μεγαλυτέρα έκτασιν και εκείνο (από τα επί Θεού όμως λεγόμενα δεν υπάρχει ούτε ένα το οποίο δεν είναι μοναδικό, «διότι», λέγει, «κανείς δεν είναι αγαθός εί μή είς, ο Θεός», «ο μακάριος και μόνος δυνάστης, ο μόνος έχων αθανασίαν, ο κατοικών σε απρόσιτον φως») και καλύπτει περισσότερα πράγματα, διαφέροντα όχι υποστατικώς και κατά τον αριθμόν αλλά κατά το είδος. Που ισχύουν αυτά για την μία τρισυπόστατον φύσιν;
23. Φυσικές λοιπόν και ουσιώδεις διαφορές δεν υφίστανται σε αυτήν, ενέργειες δε φυσικές και ουσιώδεις και υφίστανται και λέγονται. Διότι αυτές δεν είναι συστατικές, αλλά χαρακτηριστικές, δηλαδή δεικτικές, όμως ούτε δεικνύουν τί πράγμα είναι, δηλαδή τί είναι κατά την ουσία, ούτε υπάρχει εδώ ανάγκη να λέγονται σε περισσότερα πράγματα του είδους. Πράγματι μόνος ο άνθρωπος είναι γραμματικόν ον. Το ίδιο εδώ λέγεται δύναμις και ενέργεια. Λέγεται δε ιδίως ενέργεια μόνο και η χρήσις της εμφύτου δυνάμεως, ενίοτε δε και το εκ της χρήσεως αποτέλεσμα. Το μεν αποτέλεσμα είναι λοιπόν πάντοτε κτιστόν, ή μάλλον κατά το πλείστον, η δε χρήσις και η ενέργεια, την οποία καλούμε και δύναμιν κατά το κτιστόν και το άκτιστον έπονται πάντοτε η μία εις την άλλην.
24. Ότι δε οι δυνάμεις αυτές καλούνται και ενέργειες, είναι δυνατόν να μάθεις από τον καλώς διευκρινίσαντα τα θέματα αυτά θείον Δαμασκηνό˙ λέγει αυτός πράγματι ότι «όλες οι δυνάμεις, τόσο οι γνωστικες όσο και οι φυσικές και τεχνικές, καλούνται ενέργειες». Ότι δε επί Θεού, αν και δεν αναφέρουμε ουσιώδεις και φυσικές διαφορές, αναφέρουμε όμως ενέργειες άκουσε πάλι τον Δαμασκηνό που λέγει˙ «Είναι αδύνατον να είναι άμοιρος φυσικής ενέργειας η ουσία. Διότι η δηλωτική εκάστης ουσίας δύναμις και κίνησις είναι φυσική ενέργεια της οποίας στερείται μόνον το μη όν. Οπότε είναι φανερό ότι, όσα έχουν την ιδίαν ουσία έχουν και την ιδίαν ενέργεια». Και άλλου δε, διδάσκοντας περί των δύο φυσικών ενεργειών στον Χρίστον, λέγει˙ «εφ' όσον πάσα ενέργεια ορίζεται ως ουσιώδης κίνησις κάποιας φύσεως, που βλέπει κανείς φύσιν ακίνητον ή εντελώς ανενέργητον, ή βρίσκει ενέργεια η οποία δεν είναι κίνησις φυσικής δυνάμεως;».
25. Εάν δε την ενέργεια αυτή, ως κάτι διαφορετικό από την φύσιν -διότι η φύσις είναι ενεργητική, όχι ενέργεια-, ανακηρύξει κανείς κτιστήν, ή ούτε κτιστήν ούτε άκτιστον, όπως οι αντιλέγοντες προς εμάς, θα περιπέσει σε δεινές και ποικίλες βλασφημίες. Διότι ή θα συμβεί να μην υπάρχει καθόλου Θεός (εφ’ όσον το μη έχον ούτε κτιστή ούτε άκτιστον ενέργεια ανήκει στα μη όντα καθόλου και πουθενά) ή θα είναι και αυτός κτιστός˙ διότι παν το έχον κτιστή ένεργεια είναι και αυτό κτιστό. Αλλά οι λέγοντες τούτο θα παρουσιασθούν και ως μονοθελήτες χειρότεροι από τούς παλαιούς˙ διότι συνέπεια των απόψεών τους είναι να δέχονται μία ενέργεια επί Χριστού, και μάλιστα όχι άκτιστον αλλά κτίστην. Θα φανερώσει δε ότι πάσχουν ταύτα με ολίγες λέξεις ο ίδιος Δαμασκηνός, ο οποίος λέγει «εάν n ενέργεια του Χριστού είναι μία, θα είναι ή κτιστή ή άκτιστος˙ διότι στο μέσον τούτων δεν υπάρχει ενέργεια, όπως δεν υπάρχει ούτε φύσις. Εάν λοιπόν είναι κτιστή, θα δηλώνει κτιστή φύσιν, εάν δε είναι άκτιστος, θα χαρακτηρίζει άκτιστον ουσία. Διότι οπωσδήποτε τα φυσικά πρέπει να είναι κατάλληλα στις φύσεις».
26. Βλέπεις ότι η ενέργεια του Θεού δεν είναι ούτε φύσις ούτε ουσία, αλλά φυσικό και ουσιώδες; Και ότι είναι άκτιστο και όχι κτιστό, αν και είναι κάτι άλλο από την φύσιν; «Διότι εκ των λεγομένων επί Θεού άλλα μεν σημαίνουν τι δεν είναι, όπως είναι όλα τα αφαιρετικά, άλλα δε παρέπονται στη θεία φύσιν, όπως είναι η αγαθότης, η απλότης, η ζωή και γενικώς παν είδος αρετής, άλλα δε έχουν την σημασία της δυνάμεως και ενεργείας, όπως είναι και η θεότης»˙ διότι ο Θεός έλαβε το όνομα αυτό «από το ότι θεάται τα πάντα», δηλαδή γνωρίζει. Τί συμβαίνει λοιπόν; Αυτός ο όποιος εγνώρισε τα πάντα ακόμη και προ της γενέσεώς τους άρχισε κάποτε (εν χρόνω) την ενέργεια αυτή; Βλέπεις ότι η τοιαύτη ενέργεια είναι άκτιστος και άναρχος, υπάρχουσα άλλη από την ουσία του Θεού, ως υπάρχουσα όχι εκ των κατ’ αυτόν αλλ’ εκ των περί αυτόν; Τί συμβαίνει δε με τα παρεπόμενα στη θεία φύσιν; Υπήρχε εποχή κατά την οποία δεν ήταν επόμενα; Ώστε και αυτά όλα είναι άκτιστα, αν και δεν είναι θεία ουσία έκαστο εξ αυτών.
27. Ο δε λέγων ότι μόνον η θεία ουσία του Θεού είναι άκτιστος και ότι γι’ αυτό το άκτιστον είναι έν, και οτιδήποτε δεν είναι ουσία αλλά περί την ουσία του Θεού είναι κτιστό, αυτός θα πει ότι και τα υποστατικά όλα, όπως το αγέννητον, το γεννητόν, το εκπορευτόν, ως άκτιστα είναι ουσία του Θεού, και θα είναι ένας νέος Ευνόμιος. Εάν δε δεν λέγει μεν αυτά θείες ουσίες, αποφαίνεται όμως ότι ως όντα περί την ουσία είναι κτιστά, υπερβαίνει και τον Ευνόμιο κατά την δυσσέβεια. Διότι δεν καταβιβάζει μόνον το μονογενές φως στην κτίσιν, αλλά και το αγέννητον, και ευλόγως καταφέρεται ασυγκράτητος εναντίον ημών οι οποίοι δεχόμεθα ευσεβώς ένα άκτιστο κατά την ουσία Θεόν, όχι δε μόνον κατά την ουσία άκτιστον, αλλά και καθ’ όλες τις φυσικές ενέργειες και τις υποστατικές ιδιότητες. Διότι ούτε οι υποστάσεις θα ήταν άκτιστες, αν δεν ήταν άκτιστες οι υποστατικές ιδιότητες, ούτε η φύσις και η ουσία θα είναι άκτιστος, αν δεν έχει ακτίστους τις φυσικές και ουσιώδεις ενέργειες.
Συνεχίζεται
Εάν δε την ενέργεια αυτή, ως κάτι διαφορετικό από την φύσιν -διότι η φύσις είναι ενεργητική, όχι ενέργεια-
δεχόμεθα ευσεβώς ένα άκτιστο κατά την ουσία Θεόν, όχι δε μόνον κατά την ουσία άκτιστον, αλλά και καθ’ όλες τις φυσικές ενέργειες και τις υποστατικές ιδιότητες. Διότι ούτε οι υποστάσεις θα ήταν άκτιστες, αν δεν ήταν άκτιστες οι υποστατικές ιδιότητες, ούτε η φύσις και η ουσία θα είναι άκτιστος, αν δεν έχει ακτίστους τις φυσικές και ουσιώδεις ενέργειες.
«Διότι εκ των λεγομένων επί Θεού άλλα μεν σημαίνουν τι δεν είναι, όπως είναι όλα τα αφαιρετικά, άλλα δε παρέπονται στη θεία φύσιν, όπως είναι η αγαθότης, η απλότης, η ζωή και γενικώς παν είδος αρετής, άλλα δε έχουν την σημασία της δυνάμεως και ενεργείας, όπως είναι και η θεότης»˙ διότι ο Θεός έλαβε το όνομα αυτό «από το ότι θεάται τα πάντα», δηλαδή γνωρίζει.
Δεχόμεθα ευσεβώς ένα άκτιστο κατά την ουσία Θεόν, όχι δε μόνον κατά την ουσία άκτιστον, αλλά και καθ’ όλες τις φυσικές ενέργειες και τις υποστατικές ιδιότητες το αγέννητον, το γεννητόν, το εκπορευτόν... Διότι ούτε οι υποστάσεις θα ήταν άκτιστες, αν δεν ήταν άκτιστες οι υποστατικές ιδιότητες, ούτε η φύσις και η ουσία θα είναι άκτιστος, αν δεν έχει ακτίστους τις φυσικές και ουσιώδεις ενέργειες.
ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ ΜΕΓΑΛΗ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΝΑ ΟΡΙΣΘΕΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΣΑΝ ΕΝΟΤΗΣ ΕΚΤΟΠΙΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΟΥ ΧΑΡΙΝ ΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ ΠΟΥ ΧΑΡΙΖΕΙ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΤ' ΕΝΕΡΓΕΙΑΝ.
Περί θείων ενεργειών - Αγ. Γρηγόριος Παλαμάς (6)
14. Μήπως τάχα o Θεός χρειάζεται την κτίση προς συμπλήρωση της τελειότητος, σαν πριν από αυτή να στερείτο κάποιας δυνάμεως και έτσι να μην ήταν παντοδύναμος προ της αισθητής και νοητής κτίσεως, πράγμα το οποίον, αλλοίμονο, οι αντικείμενοι στην θείαν χάριν τολμούν να ισχυρίζονται τώρα ενώπιον πολλών; Και αν λοιπόν ακούσεις ότι ο Θεός είναι δύναμις ή ενέργεια χωρίς ουσία και ουσία χωρίς δύναμη ή ενέργεια, μην αθετήσεις την θεία πρόοδο και θεωρήσεις τον παντοδύναμο Θεό άμοιρον τής δυνάμεώς της και μην παραγνωρίσεις την ενεργητική ουσία και φύσιν ως ενέργεια και μην νομίσεις ότι η κάθε μία από τις δύο αυτές επωνυμίες λέγεται αδιαφόρως επί ενός σημαινομένου πράγματος, αλλά να γνωρίζεις ότι ο λόγος έχει δύναμιν υπεροχικής αποφάσεως, καθ’ όσον επί Θεού δεν κυριολεκτείται ούτε ουσία ούτε ενέργεια· τέτοια πράγματι υπεροχικήν δύναμιν έχουν πολλά ονόματα καταφατικής μορφής. Μπορείς δε να ακούσεις και τον Μέγαν Βασιλείον λέγοντα «ότι η δηλωτική πάσης ουσίας δύναμις είναι ενέργεια, την οποία μόνον το μη ον στερείται». Αλλά επίσης μπορείς να ακούσεις και τον μακάριον Μάξιμον που λέγει, «ποια φύσις είναι ανενέργητος ή εκτός της φυσικής ενεργείας; Διότι όπως καμμία φύσις δεν είναι κενή υπάρξεως, έτσι δεν είναι κενή ούτε δυνάμεως φυσικής. Εάν δε στερείται αυτής, θα στερηθεί και της υπάρξεως. Διότι το αδύναμον ως εντελώς αδρανές είναι μη ον». Επομένως ο διαζεύξας μεταξύ των την ουσία και την δύναμιν, την οποία και ενέργεια καλούμε, απομακρύνει εκ μέσου των όντων και τα δύο.
15. Έτσι λοιπόν λέγοντες εκείνο ισχυριζόμεθα τούτο, ότι επί του Θεού δεν κυριολεκτείται ούτε η ουσία ούτε η ενέργεια. Διότι αν εξετάσεις τις ιδιότητες εκάστης αυτών και μάλιστα όσα η μία καρπούται από την άλλην, καμμία από αυτές δεν θα αρμόζει στον Θεό. Διότι πάσα ουσία είναι δεκτική των εναντίων και έχει ουσιώδεις διαφορές, έχει δε και πάσχει ταύτα συνημμένη με την ενέργεια. Που υπάρχουν ταύτα επί του Θεού; Ακόμη πάσα ενέργεια κινεί ή και αλλοιώνει προς το καλύτερο ή το χειρότερο την συνημμένη ουσία κατά θέσιν ή ποιότητα. Άραγε υπάρχει περιθώριο να λέγουμε τέτοια πράγματα επί Θεού, ο οποίος ενεργεί εις όλους τα πάντα, ων ένας και ο αυτός και ιδρυμένος μονίμως και αιωνίως σε ακίνητον ταυτότητα; Αλλά ένας μεν είναι κατ’ ουσίαν, οι δε δυνάμεις αυτού και ενέργειες είναι πολλές· διότι το Άγιο Πνεύμα, κατά τον μέγαν Βασίλειον, «είναι απλούν μεν στην ουσία, ποικίλον δε στις δυνάμεις», και μίαν μεν έχει φύσιν, αλλά παντοδύναμον· διότι ταύτα επί Θεού δεν έχουν αντιθετικώς, όπως είπαμε ανωτέρω. Πράγματι δε κατ’ αυτές τις δυνάμεις και ενέργειες και προόδους είναι και πολυώνυμο, ενώ κατά την ουσία είναι ανώνυμο.
16. Είναι δε ανώνυμος η υπερβατική αυτή ουσία ως υπερκείμενη παντός ονόματος. Ενεργειών πράγματι ονόματα είναι και αυτά τα οποία χρησιμοποίησε για τον εαυτόν του ο Κύριος λέγοντας, «εγώ είμαι ο ων» και «ο Θεός» και «το φώς» και «η αλήθεια και η ζωή», τα οποία οι θεολόγοι απέδωσαν κατ’ εξοχήν στην υπέρθεον θεότητα. Διότι λέγει (ο Αρεοπαγίτης), «εάν θα ονομάσουμε την υπερούσια κρυφιότητα Θεόν ή ζωή ή ουσία, ή φως ή λόγο, δεν θα εννοούμε τίποτε άλλο παρά τις δυνάμεις που προβάλλονται από αυτήν προς εμάς, τις θεοτικές ή ουσιοποιές ή ζωογόνες ή σοφόδωρες. Και αν τον πούμε Άγιον αγίων ή Κύριον κυρίων ή Θεόν θεών ή Βασιλέα βασιλευόντων, με αυτά δεικνύομε ότι εννοούμε τις σε εμάς προβαλλόμενες δυνάμεις αυτού και ότι υμνούμε αυτόν από τις ενέργειες και μετοχές αυτού οι μετέχοντες ή εφιέμενοι μεθέξεως. Από πού πράγματι πολλοί καθίστανται άγιοι, αν δεν μετέχουν της αγιότητας εκείνου; Από πού δε πολλοί καθίστανται θεοί έχοντες στο μέσον ιστάμενο κατά τον μέλλοντα εκείνον και ατελείωτο αιώνα τον ένα Θεόν, εάν δεν μετάσχουν της θεότητος αυτού; Από πού δε θα υπάρξουν τέτοιοι βασιλείς και κύριοι, εάν δεν μετάσχουν της κυριότητος και βασιλείας αυτού; Άραγε κτιστής βασιλείας ή θεότητος ή αγιότητος, θα μετάσχουν; Οποία βλασφημία. Ο λέγων τούτο καθιστά τον Θεόν κτίσμα και λέγει κτιστήν την βασιλεία και την θεότητα και την αγιότητα αυτού.
15. Έτσι λοιπόν λέγοντες εκείνο ισχυριζόμεθα τούτο, ότι επί του Θεού δεν κυριολεκτείται ούτε η ουσία ούτε η ενέργεια. Διότι αν εξετάσεις τις ιδιότητες εκάστης αυτών και μάλιστα όσα η μία καρπούται από την άλλην, καμμία από αυτές δεν θα αρμόζει στον Θεό. Διότι πάσα ουσία είναι δεκτική των εναντίων και έχει ουσιώδεις διαφορές, έχει δε και πάσχει ταύτα συνημμένη με την ενέργεια. Που υπάρχουν ταύτα επί του Θεού; Ακόμη πάσα ενέργεια κινεί ή και αλλοιώνει προς το καλύτερο ή το χειρότερο την συνημμένη ουσία κατά θέσιν ή ποιότητα. Άραγε υπάρχει περιθώριο να λέγουμε τέτοια πράγματα επί Θεού, ο οποίος ενεργεί εις όλους τα πάντα, ων ένας και ο αυτός και ιδρυμένος μονίμως και αιωνίως σε ακίνητον ταυτότητα; Αλλά ένας μεν είναι κατ’ ουσίαν, οι δε δυνάμεις αυτού και ενέργειες είναι πολλές· διότι το Άγιο Πνεύμα, κατά τον μέγαν Βασίλειον, «είναι απλούν μεν στην ουσία, ποικίλον δε στις δυνάμεις», και μίαν μεν έχει φύσιν, αλλά παντοδύναμον· διότι ταύτα επί Θεού δεν έχουν αντιθετικώς, όπως είπαμε ανωτέρω. Πράγματι δε κατ’ αυτές τις δυνάμεις και ενέργειες και προόδους είναι και πολυώνυμο, ενώ κατά την ουσία είναι ανώνυμο.
16. Είναι δε ανώνυμος η υπερβατική αυτή ουσία ως υπερκείμενη παντός ονόματος. Ενεργειών πράγματι ονόματα είναι και αυτά τα οποία χρησιμοποίησε για τον εαυτόν του ο Κύριος λέγοντας, «εγώ είμαι ο ων» και «ο Θεός» και «το φώς» και «η αλήθεια και η ζωή», τα οποία οι θεολόγοι απέδωσαν κατ’ εξοχήν στην υπέρθεον θεότητα. Διότι λέγει (ο Αρεοπαγίτης), «εάν θα ονομάσουμε την υπερούσια κρυφιότητα Θεόν ή ζωή ή ουσία, ή φως ή λόγο, δεν θα εννοούμε τίποτε άλλο παρά τις δυνάμεις που προβάλλονται από αυτήν προς εμάς, τις θεοτικές ή ουσιοποιές ή ζωογόνες ή σοφόδωρες. Και αν τον πούμε Άγιον αγίων ή Κύριον κυρίων ή Θεόν θεών ή Βασιλέα βασιλευόντων, με αυτά δεικνύομε ότι εννοούμε τις σε εμάς προβαλλόμενες δυνάμεις αυτού και ότι υμνούμε αυτόν από τις ενέργειες και μετοχές αυτού οι μετέχοντες ή εφιέμενοι μεθέξεως. Από πού πράγματι πολλοί καθίστανται άγιοι, αν δεν μετέχουν της αγιότητας εκείνου; Από πού δε πολλοί καθίστανται θεοί έχοντες στο μέσον ιστάμενο κατά τον μέλλοντα εκείνον και ατελείωτο αιώνα τον ένα Θεόν, εάν δεν μετάσχουν της θεότητος αυτού; Από πού δε θα υπάρξουν τέτοιοι βασιλείς και κύριοι, εάν δεν μετάσχουν της κυριότητος και βασιλείας αυτού; Άραγε κτιστής βασιλείας ή θεότητος ή αγιότητος, θα μετάσχουν; Οποία βλασφημία. Ο λέγων τούτο καθιστά τον Θεόν κτίσμα και λέγει κτιστήν την βασιλεία και την θεότητα και την αγιότητα αυτού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου