Ὁ καταναλωτισμός εἶναι ἔκφανση καί συνέπεια τοῦ ἀτομοκεντρισμοῦ. Εὐρύτερη ἔννοια ὁ ἀτομοκεντρισμός, σημαίνει ὅτι κέντρο τῆς ζωῆς γίνεται τό ἄτομο, ὄχι ἡ χαρά τῶν σχέσεων κοινωνίας – ἡ κατασφάλιση τοῦ ἐγώ, ὄχι ἡ διακινδύνευση τῆς αὐτοπροσφορᾶς. Προϊόν τοῦ ἀτομοκεντρισμοῦ, πρίν καί ἀπό τόν καταναλωτισμό, ἡ ἀπόλυτη καί αὐτονόητη προτεραιότητα τῶν δικαιωμάτων τοῦ ἀτόμου.
Σήμερα, σκεπτόμαστε, μιλᾶμε, συν-ἐννοούμαστε μέ βάση τά ἀτομικά δικαιώματα – μοιάζει ἀδιανόητο, ἐξωπραγματικό νά ἀποτελεῖ πρωταρχική ἀνάγκη ἡ σχέση, πρώτη προτεραιότητα ἡ μετοχή σέ κοινότητα, ἡ συγκρότηση «πόλης».
Ἄν θέλουμε νά κυριολεκτοῦμε, δέν μποροῦμε νά μιλᾶμε γιά «πολιτισμό ἀτομοκεντρισμοῦ» – «πολιτισμός» καί «ἀτομοκεντρισμός» εἶναι ἔννοιες ἀσύμβατες, ἀντιφατικές. Ὁ πολιτισμός εἶναι γέννημα τῆς «πόλεως», ὁ ἀτομοκεντρισμός παγίδευση στά ἐνστικτώδη ὁρμέμφυτα. Ἡ «πόλις» δέν ἀποτελεῖ ἁπλῶς διευρυμένο οἰκισμό, προκύπτει ἀπό τό κοινό ἄθλημα νά ὑπερβαίνει ὁ καθένας τήν ἀτομική του ἰδιο-τέλεια γιά τή χαρά τῶν σχέσεων κοινωνίας. Παγίδευση στά ὁρμέμφυτα σημαίνει τό διαμετρικά ἀντίθετο: νά θωρακίζει καθένας τό ἐγώ του, νά δίνει προτεραιότητα στήν αὐτοσυντήρηση, στήν κυριαρχία, στήν ἡδονή του. Ἀτομοκεντρισμός εἶναι ἡ φάση τοῦ πρωτογονισμοῦ, ἡ ἐμμονή στήν κτηνώδη ἀλογία, πολιτισμός εἶναι ἡ ἐλευθερία ἀπό τήν ὑποταγή στό ἔνστικτο, ἡ προτεραιότητα τῆς ἔλλογης σχέσης.
Ὅταν πραγματώνεται τό κατόρθωμα τῆς «πόλεως» καί ἡ «πολιτική» παράγει «πολιτισμό», οἱ ἄνθρωποι δέν ἀρκοῦνται νά κοινωνοῦν ἁπλῶς τήν «χρεία», δέν συνυπάρχουν μόνο γιά νά ἐξυπηρετοῦνται τά ἀτομικά τους συμφέροντα μέ καταμερισμό ἐργασίας. Θέτουν στόχους ἀληθείας, δηλαδή ὑπαρκτικῆς γνησιότητας, ἀποβλέπουν στήν ἀξιολόγηση ποιοτήτων, κοινωνοῦν τήν καλλιέργεια (τήν «παίδευσιν») ὡς πρώτιστη ἀνάγκη. Δέν διανοοῦνται (δέν χρειάζεται) νά θωρακίσουν ἀτομικά δικαιώματα. Ἡ τιμή τοῦ νά εἶναι κανείς «πολίτης», νά μετέχει στό «ἄθλημα τοῦ ἀληθεύειν» πού εἶναι ἡ πολιτική, ὑπερκαλύπτει τίς ἐξασφαλίσεις τῶν συλλογικῶν «συμβολαίων», τόν πρωτογονισμό τῶν ἀτομικῶν δικαιωμάτων.
Ἡ γενεαλογία τῆς σημερινῆς οἰκολογικῆς ἀπειλῆς θά εἶναι σίγουρα λειψή ἄν ἀγνοήσουμε τή θρησκευτική μήτρα τοῦ καταναλωτικοῦ ἀτομοκεντρισμοῦ πού γεννάει τόν οἰκολογικό ἐφιάλτη. Ἡ θρησκευτική αὐτή μήτρα ἔχει συγκεκριμένες ἱστορικές συντεταγμένες: Ἐντοπίζεται στά «βαρβαρικά», ἔσχατης ὑπανάπτυξης φῦλα πού, ἀπό τά τέλη τοῦ 4ου ὡς καί τόν 6ο μ.Χ. αἰώνα, κατέκλυσαν τή Δυτική Ρωμαϊκή Αὐτοκρατορία καί τήν κατέλυσαν, δημιουργώντας τήν καινούργια σέ πληθυσμική συγκρότηση μετά-ρωμαϊκή Εὐρώπη.
Αὐτά τά φῦλα ἔσπευσαν νά «ἐκχριστιανιστοῦν», ἐπειδή τότε ὁ ἐκχριστιανισμός ἦταν ταυτόσημος μέ τήν εἴσοδο στόν πολιτισμό. Ἀλλά τό ἐπίπεδο ἀπαιδευσίας καί ὑπανάπτυξης τῶν εἰσβολέων δέν ἐπέτρεπε πρόσληψη τοῦ Χριστιανισμοῦ συνεπέστερη ἀπό τή σημερινή τάχα καί «ἀστικοποίηση» νεόπλουτων τῆς πρώτης ἤ δεύτερης γενιᾶς πού ἐγκατέλειψε τήν ὕπαιθρο. Ἀλλοτρίωσαν τά βαρβαρικά φῦλα τό ἐκκλησιαστικό γεγονός, τό μετέτρεψαν σέ φυσική θρησκεία ἱκανή νά ἀνταποκριθεῖ στίς ἐνστικτώδεις ἀπαιτήσεις θρησκευτικότητας τοῦ φυσικοῦ ἀτόμου.
Ὁ ἀτομοκεντρισμός εἶναι τό τυπικό γνώρισμα κάθε φυσικῆς θρησκείας, τυπικό γνώρισμα καί τοῦ «Χριστιανισμοῦ» πού καλλιέργησαν οἱ καινούργιοι κάτοικοι τῆς Εὐρώπης. Ἡ πίστη, ἀπό ἄθλημα ἐμπιστοσύνης, δηλαδή αὐθυπέρβασης καί ἀγαπητικῆς αὐτοπαράδοσης, μεταποιήθηκε σέ ἀτομικές «πεποιθήσεις», θωράκιση τοῦ ἐγώ μέ νοητικές παραδοχές καί ψυχολογικές βεβαιότητες. Ἡ ἄσκηση, ἀπό ἀγώνισμα αὐταπάρνησης γιά χάρη τῆς μετοχῆς στήν ἐκκλησιαστική κοινωνία τῆς ζωῆς, ἀλλοτριώθηκε σέ ἠθική, ἀτομική πειθάρχηση σέ νόμους καί κωδικές ἐντολές προκειμένου νά θωρακιστεῖ τό ἄτομο μέ τή σιγουριά τῆς ἀξιομισθίας.
Ἡ σωτηρία ἔχασε τό ἐτυμολογικό της νόημα (ἀπό τό σώζω – σώζομαι, πού σημαίνει γίνομαι σῶος, ἀκέραιος, φτάνω στήν ὁλοκληρία τῶν ὑπαρκτικῶν μου δυνατοτήτων), κατανοήθηκε σάν αἰώνια ἐξασφάλιση τοῦ ἐγώ. Ἀτομική πίστη, ἀτομική ἠθική, ἀτομική σωτηρία: ἡ ἐκκλησία ἔπαψε νά σημαίνει γεγονός, σύναξη εὐχαριστιακή, τρόπο τῆς ὕπαρξης, σῶμα ὅπου τά μέλη κοινωνοῦν τή ζωή κατ’ εἰκόνα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, τοῦ «ὄντως ἔρωτος».
Ἔγινε θρησκεία ἡ ἐκκλησία, ἰδεολογία μέ θεσμούς ἀποτελεσματικότητας καί ἐπιβολῆς, μέ δόγματα καί νομικό ἔλεγχο τῆς πιστότητας τοῦ ἀτομικοῦ φρονήματος στό δόγμα, πιστότητας τῆς ἀτομικῆς συμπεριφορᾶς στήν κωδικοποιημένη ἠθική. Λησμονήθηκε ὅτι στήν Ἐκκλησία πρωτοποροῦν καί δείχνουν τόν δρόμο οἱ παραιτημένοι ἀπό τό ἐγώ τους ληστές, ἄσωτοι, τελῶνες, πόρνες, ὅτι οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας εἶναι γιά ὅλους μόνο μιὰ ἀνοιχτή ἀγκαλιά, ποτέ εἰσαγγελεῖς κατάκρισης πρόξενοι ἐνοχῶν.
Τόν ἀλλοτριωμένο, τυραννικό τοῦ ἀνθρώπου χριστιανισμό ἀπολάκτισε τελικά, ὕστερα ἀπό ἐπώδυνη ἱστορική πορεία ἐξεγέρσεων καί διαμαρτυρήσεων, ὁ καινούργιος κόσμος τῆς εὐρωπαϊκῆς Δύσης. Μόνο πού ἡ ἐξέγερση ἦταν ἐνάντια στήν ἐπιδερμική συμπτωματολογία τῆς τυραννικῆς θρησκευτικότητας, δέν ἀναζήτησε (καί δέν ἐντόπισε) τόν κεντρικό ἄξονα: τόν πρωτογονισμό τῆς ἀτομοκρατίας.
Ἔτσι, στό καινούργιο (τό νεωτερικό) «παράδειγμα» γενικευμένου τρόπου τοῦ βίου πού γέννησε ἡ Δύση, ἐκπληκτικά ἐπιτεύγματα τεχνολογίας, ἀποτελεσματικότητας θεσμῶν, προόδου στή γνώση, θεμελιώνονται (ἤ σωστότερα, αἰωροῦνται) στήν ἐπισφάλεια τοῦ πρωτογονισμοῦ τῆς ἀτομοκρατίας. «Πολιτισμός» πρό-πολιτικός, ἀνυποψίαστος γιά τό κατόρθωμα τῆς «πόλεως» καί τό «ἀληθείας ἄθλημα» τῆς πολιτικῆς, ὑποτάσσει κάθε ἐπιδίωξη στόν ἐντυπωσιασμό, στόν ἡδονισμό, στήν ψευδαισθητική ἀποχαύνωση τοῦ ἀτόμου. Στή θέση τῆς ἀτομικῆς πίστης ἡ ἰδεολογικοποιημένη φυσιοκεντρική ἀτομοκρατία, στή θέση τῆς ἀτομικῆς ἠθικῆς ἡ αὐτοκαταστροφική χρησιμοθηρία, στή θέση τῆς ἀτομικῆς σωτηρίας ἡ παγερή «ἐλπίδα» μηδενισμοῦ τῆς ἀτομικότητας.
Αὐτός ὁ «πολιτισμός» γιορτάζει Χριστούγεννα ἀντιστρέφοντας τούς ὅρους καί τήν αἰτιολόγηση τῆς Γιορτῆς – ὅπως ἀκριβῶς πασχίζει νά λύσει καί τό οἰκολογικό πρόβλημα δίχως νά ἀντιστρέψει τούς ὅρους καί τίς σκοποθεσίες πού γέννησαν τό πρόβλημα…
ΠΕΤΥΧΕ ΤΟΝ ΣΚΟΠΟ ΤΟΥ ΔΙΟΤΙ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΕΙΝΑΙ ΠΛΗΡΕΣ ΑΥΤΟΝΟΗΤΩΝ ΕΝΝΟΙΩΝ ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΡΘΟΔΟΞΕΣ. ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΜΕΝΕΣ ΣΕ ΞΕΝΑ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΑ. ΑΛΛΑ ΣΑΝ ΤΟΝ ΚΑΝΤΙΩΤΗ ΚΑΤΗΓΟΡΕΙ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΟΥΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΕΥΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗ ΤΟΥΣ ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΟΝ ΘΑΥΜΑΖΟΥΝ.ΙΣΩΣ ΝΑ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΚΑΙ ΚΑΠΟΙΟΣ ΟΡΟΣ ΣΤΗΝ ΠΙΑΤΣΑ ΓΙ ΑΥΤΟ ΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ. ΙΣΩΣ.
Γιατὶ ὁ λόγος ἀναγνωρίζει ὅτι ἡ γνώση τῶν θείων εἶναι διπλή· ἡ σχετική, ποὺ βρίσκεται μόνο στὸ λόγο καὶ στὶς ἔννοιες καὶ ποὺ δὲν ἔχει κατὰ τὴν πράξη μὲ τὴν πείρα αἴσθηση ἐκείνου ποὺ ἔγινε γνωστὸ καὶ ποὺ μ᾿ αὐτὴν οἰκονομοῦμε τὴν παρούσα ζωή· καὶ ἡ πραγματικὴ ἀληθινὴ γνώση, ποὺ μὲ τὴν πείρα μόνο κατὰ τὴν πράξη χωρὶς λόγο καὶ ἔννοιες παρέχει ὅλη τὴν αἴσθηση ἐκείνου ποὺ ἔγινε γνωστὸ, μετέχοντάς το κατὰ χάρη, καὶ μὲ αὐτὴ τὴ γνώση ὑποδεχόμαστε κατὰ τὴ μελλοντικὴ κατάπαυση τὴν πάνω ἀπὸ τὴ φύση θέωση ποὺ πραγματοποιεῖται ἀδιάκοπα.
Γιατὶ εἶναι ἀδύνατο, λένε οἱ σοφοί, νὰ συνυπάρχουν ἡ ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ λόγος περὶ Θεοῦ ἢ ἡ αἴσθηση τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ νόηση γι᾿ Αὐτόν. Καὶ λόγο περὶ Θεοῦ ἀποκαλῶ τὴν γνωστικὴ θεωρία γι᾿ αὐτὸν ποὺ ἀναλογεῖ στὰ ὄντα, αἴσθηση τὴν μεθεκτικὴ πείρα τῶν πέρα ἀπὸ τὴ φύση ἀγαθῶν, καὶ νόηση τὴν ἁπλὴ καὶ ἑνιαία γνώση περὶ Θεοῦ μέσῳ τῶν ὄντων. Τὸ ἴδιο ἴσως μπορεῖ νὰ διαπιστωθεῖ καὶ σὲ κάθε ἄλλο πράγμα, ἂν ἡ ἐμπειρία αὐτοῦ τοῦ πράγματος σταματᾶ τὸ λόγο γι᾿ αὐτὸν καὶ ἡ αἴσθηση αὐτοῦ τοῦ πράγματος κάνει ἀργὴ τὴν νόηση περὶ αὐτοῦ. [Η ΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΗΣΥΧΑΣΜΟΥ] Πρὸς Θαλάσσιον Περὶ Διαφόρων ᾿Απόρων τῆς ῾Αγίας Γραφῆς, ᾿Ερώτησις Ξʹ.
Προς θαλάσσιον, Περί αποριών, ερώτησις ΝΕ, Σχόλιο 34.
Τόμος 14 Γ, Μερετάκης.
Τόμος 14 Γ, Μερετάκης.
«Όποιος παρέχει, κατασκευάζει, γιά τήν περί εαυτού γνώσιν, πρόληψιν, φήμην, σ’αυτούς πού τόν θεωρούν, τόν ακούνε, μέ τήν προφορά δηλ. μέ τήν επανάληψη καί μόνον τών λέξεων από τούς λόγους πού έχει κλεψει από τούς Πατέρες, παραπείθοντας τίς ακοές τών ασυνέτων καί μιαίνοντας μέ συνουσία, σάν να είναι γυναίκες, αυτές οι αμύητες ακοές, τίς καλές καί θεοφιλείς θεωρίες τού πρώτου διδάξαντος, αυτός ελέγχεται δοξομανών, αφού παρατάσσεται μέ αυθάδεια, μαζί μέ τό ανώτερο επίπεδο τών φυσικών θεωρημάτων. Αφού δέν έχει αγγίξει τήν αληθινά υψηλή γνώση καί τήν έξη αυτής. Καί πεθαίνει χτυπημένος στήν καρδιά από τά βέλη πού αντιπροσωπεύουν : τήν θύμηση τής παρανομίας του έναντι τών Πατέρων, τήν ντροπή από τήν έπαρσή του (τήν οίηση), γιά τήν γνώση πού δέν είχε καί τήν αναπόφευκτη αναμονή τής μελλούσης κρίσεως. Διότι συλληφθείς από αυτά τά βέλη ο κενόδοξος, πεθαίνει χτυπημένος από τίς αιχμές τους.»
ΕΤΣΙ ΚΑΙ Η ΠΡΩΤΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΑΝΑΖΗΤΕΙ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΟΣΩΝ ΤΗΣ ΑΠΟΚΑΛΥΦΘΗΚΑΝ. ΔΕΝ ΑΦΟΜΟΙΩΝΕΤΑΙ ΑΥΤΟΜΑΤΩΣ Η ΚΑΙΝΗ ΚΤΙΣΗ. ΕΞΑΛΛΟΥ ΟΥΤΕ ΚΑΙ ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΚΑΤΑΝΟΕΙΤΑΙ ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΑΛΛΟ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟ. ΕΡΜΗΝΕΥΕΤΑΙ ΜΕ ΤΟ ΝΟΗΜΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΟΥΤΟΥ.
Τού Αγίου Μαξίμου
Ευεργετινού Δ, σελ 586
Διακόνου λόγον επέχει ο πρός τούς ιερούς αγώνας αλείφων τόν νούν, καί τούς εμπαθείς λογισμούς απελεύνων απ`αυτού. Πρεσβυτέρου δέ ο εις τήν γνώσιν τών όντων φωτίζων. Επισκόπου δέ, ο τώ αγίω μύρω τελειών τής γνώσεως τής προσκυνητής καί Αγίας Τριάδος.
Ερμηνεία
Εκείνος, πού προετοιμάζει τόν νούν του εις πνευματικούς αγώνας καί αποδιώκει από τήν ψυχή του τούς αισχρούς λογισμούς, είναι ως Διάκονος κατά τήν θείαν λατρείαν. Εκείνος, πού διά τής γνώσεως τών όντων φωτίζει τόν νούν του μέ τήν σκέψιν τού Δημιουργού, είναι ώς ο Πρεσβύτερος. Καί τέλος ώς ο Επίσκοπος είναι εκείνος, πού ανάγεται εις τό ύψος τής μυστικής γνώσεως τής προσκυνητής Αγίας Τριάδος, επιστεγάζων ούτω πάσαν γνώσιν καί κατευωδιάζων τήν ψυχήν του μέ τό άγιον μύρον τής τοιαύτης
Ευεργετινού Δ, σελ 586
Διακόνου λόγον επέχει ο πρός τούς ιερούς αγώνας αλείφων τόν νούν, καί τούς εμπαθείς λογισμούς απελεύνων απ`αυτού. Πρεσβυτέρου δέ ο εις τήν γνώσιν τών όντων φωτίζων. Επισκόπου δέ, ο τώ αγίω μύρω τελειών τής γνώσεως τής προσκυνητής καί Αγίας Τριάδος.
Ερμηνεία
Εκείνος, πού προετοιμάζει τόν νούν του εις πνευματικούς αγώνας καί αποδιώκει από τήν ψυχή του τούς αισχρούς λογισμούς, είναι ως Διάκονος κατά τήν θείαν λατρείαν. Εκείνος, πού διά τής γνώσεως τών όντων φωτίζει τόν νούν του μέ τήν σκέψιν τού Δημιουργού, είναι ώς ο Πρεσβύτερος. Καί τέλος ώς ο Επίσκοπος είναι εκείνος, πού ανάγεται εις τό ύψος τής μυστικής γνώσεως τής προσκυνητής Αγίας Τριάδος, επιστεγάζων ούτω πάσαν γνώσιν καί κατευωδιάζων τήν ψυχήν του μέ τό άγιον μύρον τής τοιαύτης
(Μαξίμου Ομολογητού, Προς Θαλάσσιον… περί διαφόρων απόρων της Αγίας Γραφής - Απ’ την εισαγωγή…)
Ἡ χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος δέν ἐνεργεῖ σοφία στούς ἁγίους, χωρίς τό νοῦ πού δέχεται τήν σοφία· οὔτε γνώση, χωρίς τήν δύναμιν τοῦ λογικοῦ πού δέχεται τήν γνώση· οὔτε πίστη χωρίς τήν πληροφορία τοῦ νοῦ καί τοῦ λογικοῦ περί τῶν μελλόντων, πού ἦταν ὡς τότε ἄδηλα σέ ὅλους· οὔτε χαρίσματα ἰαμάτων, χωρίς φυσική φιλανθρωπία· οὔτε κανένα ἄλλο ἀπό τά λοιπά χαρίσματα, χωρίς τήν δεκτική ἱκανότητα καί δύναμη τοῦ καθενός. Οὔτε πάλι ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά ἀποκτήσει ἀπό φυσική του δύναμιν ἕνα ἀπό τά χαρίσματα πού ἀριθμήσαμε, χωρίς τήν θεία δύναμη πού τά χορηγεῖ. Τό φανερώνουν αὐτό ὅλοι οἱ Ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ὕστερα ἀπό τίς ἀποκαλύψεις τῶν θείων ζητοῦν τούς λόγους ὅσων τούς ἀποκαλύφθηκαν.
Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου