Το ακόλουθο άρθρο είναι μια κριτική στη γερμανική σκέψη και πρακτική και τις επιπτώσεις της σε λαούς με διαφορετική κοσμοαντίληψη. Το γεγονός πως η Γερμανία είναι η κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη οδηγεί και στην επιβολή των παραγώγων της καντιανής σκέψης στα ασθενέστερα μέλη της ΕΕ και ασφαλώς στην Ελλάδα. Στην τελευταία υπάρχει μια εντονότατη δυσαρέσκεια με τον τρόπο που εκφράζεται η γερμανική πολιτική και δεν θα διαφωνήσουμε πως ως ένα σημείο αυτή η δυσαρέσκεια ειναι δικαιολογημένη. Ωστόσο, τα όποια προβλήματα δημιουργούνται από τη γερμανική ηγεμονία στην Ευρώπη δεν διαγράφουν ούτε υποβαθμίζουν τα υπαρκτά και τραγικά προβλήματα της Ελλάδας ως κράτους (πχ διαφθορά, υπερτροφικό δημόσιο). Και τέλος πάντων δεν μπορείς για δεκαετίες να ζεις με 'πακέτα οικονομικής ενίσχυσης' από τους Γερμανούς φορολογούμενους, να διαπιστώνουν πως τα πακέτα έγιναν γαρδένιες και φυάλες ουίσκι σε νυχτερινά κέντρα και εν συνεχεία να διαμαρτύρεσαι όταν σου ζητούν να βάλεις επιτέλους μια τάξη στην οικονομία σου...
Άρθρο του Maurizio Blondet
Μετάφραση & σχόλια: Ιωάννης Αυξεντίου
Ο πρωταρχικός λόγος είναι μία βασική διαφορά στη στάση των Γερμανών έναντι του πραγματικού και άρα μία διαφορετική και ασυμφιλίωτη ψυχική και ανθρωπολογική δομή.
«Αυτό είναι ένα μήλο. Όποιος δεν συμφωνεί μπορεί να φύγει» είναι η φράση με την οποία ένας μεσαιωνικός φιλόσοφος θα άρχιζε το μάθημά του στη Σορβόννη και είναι μόνον ένας μύθος. Ουδείς εκείνη την εποχή θα μπορούσε να φανταστεί ότι 400 χρόνια μετά θα γεννιόταν ένας φοιτητής που θα έφευγε διαμαρτυρόμενος από το μάθημα.
Το όνομα αυτού του φοιτητή θα μπορούσε να είναι Ιμμάνουελ Καντ και θα απαντούσε ως εξής: «Εσείς οι ‘Νότιοι’ εύκολα λέτε ‘μήλο’. Αυτό που εγώ βλέπω είναι ότι αυτό το πράγμα που εσείς ονομάζετε μήλο, δεν βρίσκεται στο χώρο ούτε στο χρόνο: είναι η δική μου νόηση που τοποθετεί αυτό το αντικείμενο στο χώρο και στον χρόνο. Εν ολίγοις: όλα αυτά που εσείς πιστεύετε ως εξωτερική πραγματικότητα είναι κάτι που εγώ βλέπω μόνον χάρη στο σκεπτόμενο και αυτοσυνείδητο Εγώ μου, δηλαδή ‘μέσα’ στο ‘πνεύμα’ μου.»
Για τον Καντ η εξωτερική πραγματικότητα, εξωτερική από το Εγώ, του ηχεί ως ένας αμφίβολος αντίλαλος ή ως μία αόριστη αντήχηση στο εσωτερικό της κοιλότητας της συνείδησής του. Κάτι που μεταξύ άλλων σημαίνει ότι το αντικείμενο που βρίσκει στον κόσμο με μεγαλύτερη βεβαιότητα είναι ο ίδιος ο εαυτός του.
Παραθέτω τον Ortega y Gasset που σπούδασε φιλοσοφία στη Γερμανία και ομολογεί το ακόλουθο: «Έζησα για δέκα χρόνια μέσα στην καντιανή σκέψη, ήταν το σπίτι μου και η φυλακή μου», παραμένοντας ένας ιδιοφυής Ισπανός, δραπέτευσε. Μπορεί λοιπόν να κρίνει τον ένα και τον άλλο τρόπο ύπαρξης: «η γερμανική και η νότια ψυχή ξεκινούν από δύο πρωτογενείς εντυπώσεις ριζικά αντίθετες. Όταν ο Γερμανός εγείρεται στην διανοητική καθαρότητα, βρίσκεται μόνος στον κόσμο. Το μόνο πράγμα που υπάρχει γι’ αυτόν με βεβαιότητα είναι το ΕΓΩ του. Γύρω από αυτό αντιλαμβάνεται το πολύ έναν ακαθόριστο κοσμικό θόρυβο.»
Είναι δηλαδή το αντίθετο του ‘Νοτίου’, ο οποίος «αφυπνίζεται σε μία δημόσια πλατεία, η πρωταρχική του εντύπωση έχει κοινωνικό χαρακτήρα. Πριν αντιληφθεί το Εγώ του εμφανίζονται -με μεγαλύτερη σαφήνεια –το ‘εσύ’ και ‘αυτοί’, οι άλλοι άνθρωποι, καθώς και το δένδρο, η θάλασσα, τα αστέρια και το μήλο. Σε αυτό ο ‘Νότιος’ είναι πολύ πιο κοντά στον αρχαίο τρόπο ύπαρξης. Ο Πλάτωνας και ο Αριστοτέλης αγνοούσαν το Εγώ ως ‘αυτοσυνειδησία’, για τον Έλληνα ή τον Ρωμαίο, η μοναξιά, η απομόνωση, ήταν το μεγαλύτερο από τα βάσανα.»
Δεν σημαίνει ότι αυτή η πρωταρχική κατάσταση είναι ‘καλύτερη’ από τη γερμανική. «Θα είναι μάταιο να ψάξεις στο Νότιο εσωτερική συνοχή και συμπαγότητα γιατί περνά τη ζωή αποτελούμενη από ασυνεχείς στιγμές… Το εγώ του Νότιου είναι πληθυντικός, είναι ένα σύνολο αντανακλάσεων.» Ήδη αυτό μας βάζει σε συνθήκες κατωτερότητας σε μία ‘ένωση’ εν σχέση με το Γερμανό, του οποίου η ψυχή είναι εγκρατώς ελαστική και συμπαγής. Ο Γερμανός ζει συγκεντρωτικά αλλά προπάντων δεν ζει πραγματικά στον ‘εξωτερικό κόσμο’ αλλά στην κατασκευή αυτού που έκανε στο ‘Σκεπτόμενο Εγώ’ του. Η σιδηρά εθνική του συμπαγότητα αντανακλά τον εσωτερικό του συγκεντρωτισμό, που είναι ένας λόγος του ‘βραδυπόρου’ είναι του. Σε ένα ερέθισμα, ο Γερμανός απαντά αργά και πολλά από αυτά ούτε καν τα αντιλαμβάνεται. Για παράδειγμα το ότι στην Ελλάδα η λιτότητα που επέβαλε προκαλεί δυστυχία ή ο θόρυβος και οι διαμαρτυρίες των Γάλλων στους δρόμους. Σε αυτά τα ερεθίσματα δεν έχει να πει τίποτα, ανήκουν σε εκείνο τον εξωτερικό κόσμο που αυτός αντιλαμβάνεται ως χαοτικό, γιατί δεν είναι οργανωμένος από το Σκεπτόμενο Εγώ του και τις έμφυτες ικανότητες οργάνωσης χωρίς τις οποίες το πραγματικό ούτε καν υπάρχει, εάν όχι ως υπόλοιπο, ηθικά διφορούμενο και ανέντιμο ίσως ακόμη και παράνομο. Ο Ortega δίνει την εξήγηση για αυτό το ανομολόγητο της γερμανικής ψυχής: «Τη στιγμή στην οποία [ο Γερμανός] βρίσκεται μόνος πρόσωπο με πρόσωπο με τον κόσμο, αυτός του προκαλεί τρόμο».
Το πνεύμα του Καντ αναστατώνεται με έναν αόριστο φόβο εμπρός από το άμεσο, εμπρός από όλο αυτό που είναι απλή και καθαρή παρουσία, εμπρός από το ‘αυτό καθ’ αυτό είναι’, δηλαδή αυτό που υπάρχει πέρα από τη σκέψη. Ο Καντ και το γερμανικό πνεύμα υποφέρουν από Οντοφοβία: την αποστροφή προς το Είναι. Όλη η φιλοσοφία του Καντ στοχεύει στο να αρνηθεί ότι το Είναι- έξω από τη συνείδηση που το σκέπτεται- υπάρχει πραγματικά. Εάν ήδη αμφιβάλει ότι υπάρχει το μήλο, φανταστείτε τι θεωρεί για το Θεό, την κατεξοχήν ‘αυτή καθ’αυτήν πραγματικότητα’. Η σκέψη αυτή έχει ολοκληρωτικές συνέπειες, στο ηθικό επίπεδο. Όταν, δηλαδή δηλώνει: «ο έναστρος ουρανός πάνω από εμένα, και ο ηθικός νόμος μέσα μου», θεμελιώνει όλο τον σύγχρονο ηθικισμό. Γιατί ο Καντ δεν είναι ανήθικος όπως ο Mandeville που δήλωνε πως επειδή ο θεός δεν υπάρχει, ας ηδονιστούμε. Όχι, στον Καντ η ηθική δράση προσλαμβάνει έναν τραγικό και φοβερό χαρακτήρα, ακριβώς γιατί ‘εκεί ψηλά’ δεν υπάρχει παρά ο έναστρος ουρανός. Η ηθική του Καντ φορτίζεται από την άδεια θρησκευτική συγκίνηση μιας φιλοσοφίας χωρίς θεολογία. Ο Πλάτωνας, οι Έλληνες και οι μεσαιωνικοί, ο άνθρωπος του Νότου, δεν έχουν την ίδια ολοκληρωτική και απόλυτη ιδέα της ηθικής, ποτέ δεν θα την αποκαλούσαν, Κατηγορηματική επιταγή.
Ενώ για τους αρχαίους η γνώση είναι η ενατένιση του πραγματικού (adequatio rei et intellectus), η παθητική προσκόλληση του νου στα αληθινά πράγματα, για τον Καντ η γνώση μετατρέπεται σε μία κατασκευή: γι 'αυτόν η πραγματικότητα είναι ένα απλό χαοτικό και χωρίς νόημα υλικό που το αυτοσυνείδητο Εγώ πρέπει να σμιλεύσει σαν το σώμα του σύμπαντος.
Είναι σε αυτό το σημείο που ο (υποτιθέμενος) αβλαβής φιλόσοφος του Καλίνινγκραντ πετά τη μάσκα και κηρύσσει τη δικτατορία! «Από στοχαστική, όπως είναι για εμάς η σκέψη, γίνεται τώρα ο νομοθέτης της φύσεως. Γνωρίζω δεν σημαίνει βλέπω, αλλά διοικώ. Γνωρίζω, σημαίνει διατάζω! Έτσι, η ζωή που ήταν κλασικά μία προσαρμογή του υποκειμένου στον κόσμο, γίνεται μεταρρύθμιση του κόσμου, εθελοντική και δυναμική.» Ο Ortega y Gasset έγραψε αυτές τις φράσεις το 1924, σε ένα άρθρο για τα διακόσια χρόνια από τη γέννηση του Ιμμάνουελ, γεννημένου το 1724. Βέβαια, δεν μπορούσε ούτε καν να φανταστεί ότι περιέγραφε την Ευρώπη του σήμερα - την αγαπημένη του Ευρώπη - που αφημένη στα χέρια των Γερμανών, θα είχε γίνει εκείνη που μας καταπιέζει με εντολές και συνθήματα όπως: ‘κάντε τις μεταρρυθμίσεις!’, ‘ζείτε πάνω από τις δυνατότητές σας!’, ‘Μειώστε το δημόσιο χρέος’.
Ο τιμωρητικός και διαταγματικός τόνος γεννιέται προφανώς από τη βαθιά ηθικότητα, από τη σιγουριά της υποταγής στην Κατηγορηματική επιταγή, στην οποία, αναγκαστικά πρέπει να υπακούσουν και οι άλλοι.
Το θλιβερό, κωμικό και τραγικό σύμπτωμα, αυτής της ‘ηθικότητας’ είναι το Schwarze Null (Μαύρο μηδέν), δηλαδή η θέληση της γερμανικής κυβέρνησης και του κεντρικού τραπεζίτη και σίγουρα της μαζικής κοινής γνώμης, να μην κάνει ούτε ένα ευρώ δημόσιο χρέος. Το 2009, ο Peer Steinbrueck, ο τότε υπουργός των οικονομικών, εισήγαγε την υποχρέωση της ισοσκέλισης του προϋπολογισμού στο σύνταγμα. Τώρα όλοι οι διεθνείς οικονομολόγοι εκλιπαρούν το Βερολίνο: στην ύφεση που έχει ξεκινήσει, εσείς που έχετε πλεόνασμα αρχίστε να χρεώνεστε πριν να είναι αργά. Εκδώστε Bund για να χρηματοδοτήσετε με χρέος τις γερασμένες υποδομές. Ειδικά επειδή μπορείτε τώρα να το κάνετε με μηδενικό ή και κάτω από μηδενικό επιτόκιο: πότε έχει εμφανιστεί μία τόσο προφανώς ενδεδειγμένη ευκαιρία;
Το λένε οι οικονομολόγοι. Οι κεντρικοί τραπεζίτες το επαναλαμβάνουν, ξεκινώντας από τη Lagarde. Η οικονομική θεωρία τόσο της ‘αγοράς’ όσο και ο κεϋνσιανισμός το συμβουλεύουν ... μάταια όμως.
Είναι προφανές ότι το Βερολίνο ακολουθεί αυτιστικά το Schwarze Null, όχι στο όνομα οποιασδήποτε οικονομικής ή επιστημονικής θεωρίας αλλά στην ηθική επιταγή του. Νομίζω ότι επιδρά ισχυρά το ‘καθήκον’ να ‘δώσουν το καλό παράδειγμα’: αφού παράγγειλαν και διέταξαν όλες τις νότιες κυβερνήσεις να μην υπερβούν το έλλειμμα του 3%. Αφού τις βάζουν στον πάγκο των εναγομένων για να τις επιπλήξουν για την ανηθικότητά τους, πώς μπορεί τώρα το Βερολίνο να κάνει την υπέρβαση και να χρεωθεί; ‘Οι άλλοι’ θα αισθανθούν εξουσιοδοτημένοι να κάνουν το ίδιο, χωρίς να είναι σε θέση να το αντέξουν οικονομικά και τότε αντίο στην τέλεια κατασκευή του ευρώ, την ‘ιδανική’ τάξη που προσπαθεί τόσο σκληρά να επιβάλει στη νομισματική ζώνη και στους απείθαρχους ‘Νότιους’ που ζουν ένα είδος ‘υπο-ζωής’. Αυτό το τελευταίο υπάρχει ως κρυφή σκέψη στο γερμανικό μυαλό και θα πρέπει να μιλήσω γι' αυτό σε ένα δεύτερο άρθρο.
Αλήθεια, γιατί κατά περιόδους κάνουμε το ίδιο λάθος, αυτό του να είμαστε με τους Γερμανούς, οι οποίοι έχουν αυτή την εντελώς ετερογενή νοοτροπία; Τελειώνοντας να θυμίσουμε όπως λέει ο Ortega ότι: «ένας άνθρωπος από το Νότο, προικισμένος με κάποια αίσθηση οσμής, δεν μπορεί παρά να μυρίσει τη μυρωδιά του αιώνιου Βίκινγκ στο ‘διδάσκαλο’ Καντ.»
Σημείωση Μεταφραστή: Ο Γερμανικός Ιδεαλισμός (Καντ, Χέγκελ, Σέλινγκ κλπ.) και ο Εβραϊκός Γνωστικισμός έχουν μία κοινή φοβία, έναν κοινό εχθρό: τον κόσμο. Και από τους δύο απουσιάζει εκείνη η «μεγαλειώδης έκφραση οικειότητας με τον κόσμο, που χαρακτήριζε την οπτική των αρχαίων Ελλήνων, με όλες τις αισιόδοξες συνέπειες σχετικά με την προσαρμογή του ανθρώπου σε ένα κόσμο αρμονικό και θεοποιημένο…» (Hans Jonas).
1 σχόλιο:
Ευχαριστούμε!
Δημοσίευση σχολίου