Συνέχεια από Παρασκευή, 20 Νοεμβρίου 2020
HANS URS VON BALTHASAR
ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ (THEOLOGIK)
Τρίτος Τόμος
ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ (DER GEIST DER WAHRHEIT)
(Οι δύο προηγούμενοι τόμοι: 1) Αλήθεια τού κόσμου (Wahrheit der Welt), 2) Αλήθεια τού Θεού (Wahrheit Gottes) )
Johannes Verlag, 1987
4. ΓΙΑ ΤΟ ΦΙΛΙΟΚΒΕ
V. ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ
3. Ο ΥΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΠΝΕΥΜΑ ΣΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ
α) «Ο Κύριος είναι το Πνεύμα»
( 2η συνέχεια )
Είμαστε καλά ή τόχουμε χαμένο;
Δικαίως ανατρέχει εδώ ο Schmaus στην
προβεβλημένη από τον Hengstenberg
διάκριση μεταξύ
υλικότητας και σωματικότητας, όπου η πρώτη εκπίπτει, ως
συσσώρευση υλικής μάζας, κατά την Ανάσταση, όταν «το υλικό στοιχείο έχει
μετατραπή, περιερχόμενο υπό τον κυρίαρχο νόμο τού πεπληρωμένου με τη
μεγαλοπρέπεια του Θεού Πνεύματος». Έτσι μπορεί (κι) ο Χριστός να εισχωρήση στην
ανθρώπινή μας φύση, όπως βρέθηκε ξαφνικά, σε συγκεκριμένο χώρο, μπροστά στους
Μαθητές. Μπορούμε δε να ενωθούμε εσώτατα μαζί του, γιατί το σώμα του δεν μας
«εμποδίζει» όπως ένα αδιαπέραστο τείχος. Μόνο που πρέπει σε τέτοιου είδους
εκφράσεις να συγκρατήσουμε και τα δυό: ότι δηλ. η καθολικοποίηση του σώματος
του Χριστού στον Σταυρό ξεκινά ήδη ουσιαστικά με την ανάληψη της ενοχής τού
κόσμου, και ότι η πλήρης «ρευστοποίηση» (που συντελείται) στην πνευματοποίηση
του Αναστάντος δεν είναι παρά η συνέπειά της.
To
μυστήριο συνίσταται στο ότι ο αναστηθείς Υιός συν-δωρίζεται ο ίδιος, ως ο Υιός
(όπως και είναι Υιός), στο «δώρο» τού Αγίου Πνεύματος, καθώς μπορούμε να πούμε
και το ακριβώς αντίστροφο, ότι δηλ.
στο Πνεύμα παρίσταται πλήρως ο Δωρούμενος ως δώρο. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίον το Πνεύμα θα «ωθή»
ακατάπαυστα προς την τέλεια ενσάρκωση στην Εκκλησία, πολεμώντας κάθε
ιδεαλιστική «πνευματικοποίηση», λόγος για τον οποίον και η λατινο-καθολική
«Εκκλησία» (Catholica)
(συνενώνοντας το {παπικό…} αξίωμα με
την «πέτρεια» εγγύηση της ενότητας, τα εκκλησιαστικά μυστήρια, τη γραφή και την
παράδοση) θα αναγνωρίζεται στην
ενσάρκωσή της ως κέντρο κάθε εκκλησιαστικής ενότητας απέναντι στις
«διαχωρισμένες Εκκλησίες». Το Πνεύμα μαρτυρά, βασισμένο αποκλειστικά σ’ αυτήν την
καθολικοποίηση του έργου τού Υιού, ότι ο Θεός (ο Πατήρ) δεν βρίσκεται πουθενά
αλλού παρά στον ενανθρωπήσαντα και αποθανόντα για τον κόσμο Υιό, και ότι η δικαιοσύνη
τού Θεού αποδεικνύεται στον κόσμο εν Υιώ, όπως και η κρίση για την αμαρτία (της
απιστίας) (Ιωάν. 16, 8 κ.ε.) (( Ιωάν.
16, 7-12: «…αλλ’ εγώ τήν αλήθειαν λέγω
υμίν· συμφέρει υμίν ίνα εγώ απέλθω.
εάν γάρ εγώ μή απέλθω, ο παράκλητος ουκ ελεύσεται πρός υμάς· εάν δέ πορευθώ, πέμψω αυτόν πρός υμάς· καί ελθών εκείνος ελέγξει τόν κόσμον περί αμαρτίας καί
περί δικαιοσύνης και περί κρίσεως, περί
αμαρτίας μέν, ότι ου πιστεύουσιν εις εμέ·
περί δικαιοσύνης δέ, ότι πρός τόν πατέρα μου υπάγω καί ουκέτι θεωρείτέ με·
περί δέ κρίσεως, ότι ο άρχων τού κόσμου τούτου κέκριται. Έτι πολλά έχω λέγειν υμίν,
αλλ’ ου δύνασθε βαστάζειν άρτι…» )) . Το δεδωρημένο στην
Εκκλησία ως αδιαίρετο δώρο τού Θεού (donum
Dei)
Πνεύμα είναι εξίσου δώρο τού Πατρός όσο και του Υιού·
στη δε τάση του για «ενσάρκωση» δεν αποκαλύπτει μονόπλευρα τον Υιό, αλλά εξίσου
ισχυρά την αγάπη τού Πατρός, του οποίου η αγάπη για τον κόσμο έχει αποκαλυφθή
στη «θυσία» ακριβώς τού Υιού (Ιωάν. 3, 16)
(( Ιωάν. 3, 16-17: «…ούτω γάρ
ηγάπησεν ο Θεός τόν κόσμον, ώστε τόν υιόν αυτού τόν μονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο
πιστεύων εις αυτόν μή απόληται, αλλ’ έχει ζωήν αιώνιον. ου γάρ απέστειλεν ο
Θεός τόν υιόν αυτού εις τόν κόσμον ίνα κρίνη τόν κόσμον, αλλ’ ίνα σωθή ο κόσμος
δι’ αυτού…»)) Η επενεργούμενη με το Πνεύμα Ευχαριστία
(Eucharistie) τού
Υιού είναι γι’ αυτό μια αιώνια «ευχαριστία» στον Πατέρα, κάτι το οποίο η
Εκκλησία το αναγνωρίζει σαφώς στους ευχαριστιακούς της
κανόνες και το συν-επιτελεί.
Το σύνολο όσων είπαμε θα έπρεπε να
αποδεικνύη, ότι το Πνεύμα εμφανίζεται
εδώ σαφώς ως ο αποκλειστικός ερμηνευτής τής θεϊκής
«λογικής»: είναι, ως η αγάπη μεταξύ Πατρός και Υιού –
και το αμοιβαίο ήδη αναμεταξύ τους δώρο – ταυτόχρονα ο καρπός τους, με τον
οποίον αυτή η αγάπη απελευθερώνεται συγχρόνως ως μια ελεύθερη δωρεά. Το Πνεύμα
ερμηνεύει τρόπον τινά τον εαυτό του σ’ αυτήν τη «διπλή πράξη», μόνον όμως εφ’
όσον αυτο-ερμηνεύεται ως η αμοιβαία αγάπη τών δύο «πρώτων» προσώπων και της
συνολικής αποκάλυψής τους (με την αποστολή τού Υιού δια του Πατρός, μέχρι τον Σταυρό). Και παρ’ όλο που
χρησιμοποιούνται ρήματα όπως: «διδάσκει», «προσκομίζει», «εισάγει» (( σε όλη την αλήθεια )) , «μαρτυρά»,
«μεταφέρει», το Πνεύμα δεν τα πραγματοποιεί όλ’ αυτά λεκτικά (όπως αρμόζει στον
Λόγο), αλλά παρέχοντας τη συνδεδεμένη με την αγάπη κατανόηση, «χριόμενο»
(Α’ Ιωάν. 2, 27), και χορηγώντας μια «γνώση» (“gnosis”), όπως δεν μπορεί να την
προσφέρη κανένας λεκτικός «κύκλος
μαθημάτων». Όλ’ αυτά θα τα εξετάσουμε ακριβέστερα, όταν θα μιλήσουμε για τη
σχέση μεταξύ Πνεύματος και θεολογίας.
Όμως ο Ιησούς, που έγινε «ζωοπάροχο
Πνεύμα ως δεύτερος Αδάμ» (Α’ Κορ. 15, 45), εξακολουθεί να μιλά με πνευματικούς
λόγους στην Εκκλησία, όπως το αποδεικνύουν οι «ανοιχτές επιστολές» τής
Αποκάλυψης. Προστάζει τον «προφήτη», τον Ιωάννη, να γράψη, μιλώντας (σε πρώτο
πρόσωπο) και ο Ίδιος (Αποκ. 2, 1.8.12 κ.α.π.), έτσι όμως ώστε να παραχωρή, στον
πνευματικό λόγο (Αποκ. 2, 7.11.17 κ.α.π.), στο
Άγιο Πνεύμα την τελική προφητεία (( Αποκ. 2, 1.8.12: «Τώ αγγέλω τής εν Εφέσω εκκλησίας γράψον· τάδε
λέγει ο κρατών τούς επτά αστέρας εν τή δεξιά αυτού, ο περιπατών εν μέσω τών
επτά λυχνιών τών χρυσών… Καί τώ
αγγέλω τής εν Σμύρνη εκκλησίας γράψον· τάδε
λέγει ο πρώτος καί ο έσχατος, ός εγένετο νεκρός καί έζησεν… Καί τώ
αγγέλω τής εν Περγάμω εκκλησίας γράψον· τάδε
λέγει ο έχων τήν ρομφαίαν τήν δίστομον τήν οξείαν…» Αποκ.
2, 7.11.17: «Ο έχων ούς ακουσάτω τί τό
Πνεύμα λέγει ταίς εκκλησίαις. Τώ νικώντι
δώσω αυτώ φαγείν εκ τού ξύλου τής ζωής, ό έστιν εν τώ παραδείσω τού Θεού μου… Ο έχων ούς ακουσάτω τί τό Πνεύμα λέγει
ταίς εκκλησίαις. Ο νικών ου μή αδικηθή
εκ τού θανάτου τού δευτέρου… Ο έχων ούς ακουσάτω τι το Πνεύμα λέγει ταίς
εκκλησίας. Τώ νικώντι δώσω αυτώ τού μάννα τού κεκρυμμένου καί δώσω αυτώ
ψήφον λευκήν, καί επί τήν ψήφον
όνομα καινόν γεγραμμένον, ό ουδείς οίδεν ει μή ο λαμβάνων…» – Μ’ όλα αυτά
τα «κόλπα» μέσα στην Αγία Τριάδα ( ! ), χάνεται στους Λατίνους η ομοούσια και
τρισυπόστατη Θεότης, Πατήρ, Υιός και Άγιο Πνεύμα, «όλοι» λειτουργούν εδώ προς
ίδιον όφελος! (Μη γένοιτο να πάμε σε τέτοια διαστροφή!). Και σ’ αυτήν την
υπερ-προσπάθεια να αναδειχθή το Πνεύμα γενικώς ως κυρίαρχος της «Εκκλησίας»,
«χάνονται» και όσα θαυμαστά ο τριαδικός Θεός αποκαλύπτει στη συνέχεια: «…καί δώσω αυτώ ψήφον λευκήν…» )) . Το
Πνεύμα ερμηνεύει ωστόσο εδώ, όπως πάντοτε διαμέσου ολόκληρης της εκκλησιαστικής
ιστορίας, μόνον ό,τι πνευματικό υπάρχει
ήδη στους λόγους τού Υιού· εφ’
όσον «δεν μιλά αφ’ εαυτού», καθολικεύει μόνον το καθολικό που ήδη υπάρχει,
ανανάπτυκτο (μη αναπτυγμένο), στην «ιδιαιτερότητα» (( Πώς να πης εδώ: στη «μερικότητα»! )) του Ιησού. Και παρ’ όλο που ο ίδιος ο Ιησούς είναι «ζωοπάροχο Πνεύμα», δεν
παραμερίζει ως τέτοιο Πνεύμα τη
λειτουργία τού Αγίου Πνεύματος. Όπως άφησε δε, ως επίγειος και
εσταυρωμένος, ατελές το έργο Του, παραχωρώντας το ρητά στο αναγγελθέν Πνεύμα
για να το τελειώση – εφ’ όσον η επίγεια αποστολή Του «συνετελέσθη»
(«διεκπεραιώθηκε»!) με τον θάνατο -, έτσι δεν θα καθοδηγήση επίσης, ανυψούμενος
(με την Ανάληψή του) και «διαθέτοντας» το Πνεύμα, καθόλου το Πνεύμα, για το πώς
θα πρέπη να ερμηνεύση αυτό το έργο· και
παρ’ όλο που είναι Κύριος και Κεφαλή τής Εκκλησίας, επιτρέπει να Τον «διαθέτη»,
όπως κάποτε επί τής γης, το Πνεύμα στο έργο Του, όπως είναι σαφές απ’ τη συνήθη
αντίληψη της Επικλήσεως (Epiklese)
στην τελετή τής Ευχαριστίας .
Η ελευθερία τού αναληφθέντος (ανυψωθέντος) Λόγου δεν μπορεί ωστόσο να αντιπαρατεθή ποτέ, ούτε επίσης να συμπαρατεθή και μόνο στην ελευθερία τού Αγίου Πνεύματος. Μπορούμε έτσι εξίσου να πούμε, ότι ο ανυψωθείς πάνω από όλα Κύριος διανέμει εξ ανωτάτου ύψους τα εκκλησιαστικά δώρα και αξιώματα (Εφ. 4, 9 κ.ε. Α’ Κορ. 12, 5), καθώς και ότι το Πνεύμα διαμοιράζει τα χαρίσματα (Α’ Κορ. 12, 4) «όπως αυτό θέλει» (ό.π. 12, 11). Για να φανή εδώ ότι το Πνεύμα είναι τόσο Πνεύμα τού Χριστού, όσο και μια ιδιαίτερη, ελεύθερη υπόσταση στον Θεό (( Αυτονομημένο, ελεύθερο και παντοδύναμο «Πνεύμα», στα χέρια κάθε παρανοϊκής εξουσίας)) .
( συνεχίζεται, με το επόμενο υπο-κεφάλαιο:
«Απόσυρση στη δωρεά τού Πνεύματος» )
ΣΟΔΟΜΑ ΚΑΙ ΓΟΜΟΡΑ. ΑΥΤΟΣ Ο ΚΑΤΕΡΓΑΡΗΣ, Ο ΓΛΕΙΦΤΗΣ ΤΟΥ ΠΑΠΙΚΟΥ ΠΡΩΤΕΙΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΤΥΛΟΥΣ ΤΗΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΥ ΓΕΡΩΝ ΤΗΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΡΗΤΩΡ. ΔΥΣΤΥΧΩΣ ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ Ο ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΛΗΡΟΣ ΤΙΣ ΜΕΤΕΦΕΡΕ ΚΑΙ ΤΙΣ ΘΕΣΜΟΠΟΙΗΣΕ, ΣΑΝ ΜΕ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΓΑΜΟ, ΣΤΗΝ ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ.
ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΤΟ ΑΓΙΟ ΠΝΕΥΜΑ. Η ΑΓΑΠΗ.
Ο ΠΑΠΑΣ ΕΝΣΑΡΚΩΝΕΙ ΤΗΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΛΟΙΠΟΝ ΚΑΙ ΔΙΝΕΙ ΕΝΟΤΗΤΑ ΣΤΙΣ ΑΙΡΕΤΙΚΕΣ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΛΟΥΘΗΡΟΥ.
ΑΠΙΣΤΕΥΤΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ ΧΡΥΣΟΣΤΟΛΙΣΜΕΝΑ. ΠΙΣΤΕΥΟΥΜΕ ΣΕ ΕΝΑΝ ΑΠΟΤΥΧΗΜΕΝΟ ΘΕΟ ΑΣ ΤΟ ΠΑΡΟΥΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου