Lucien Malson
«Το ανθρώπινο άτομο χτίζει το πρόσωπό του χάρη και μέσα από τον ανθρώπινο περίγυρο. [...] Η ιδέα του ενστίκτου δεν ανταποκρίνεται στην ανθρώπινη κατάσταση. Βέβαια, η έννοια του ενστίκτου έχει χάσει πια την ακαμψία που είχε άλλοτε. Ξέρουμε πλέον, πως η μίμηση και η εκμάθηση υποχρεώσεων στα ανώτερα ζώα, όπως και η ομαδική υποβολή στα κατώτερα, δείχνουν πόσο σημαντικό ρόλο παίζει το περιβάλλον στην ωρίμανση του ενστίκτου. Παρ' ολ' αυτά, το ένστικτο παραμένει κάτι σαν ένα “a priori του είδους”, η οδηγητική δύναμη του οποίου εκφράζεται σε κάθε επιμέρους μέλος του, ακόμα και σε περιπτώσεις πρώιμης απομόνωσης. Με αυτή την έννοια λοιπόν η συμπεριφορά του ζώου παραπέμπει πάντοτε σε κάτι σαν φύση. Στο ανθρώπινο παιδί όμως, κάθε ακραία απομόνωση αποκαλύπτει την απουσία τέτοιου είδους στέρεων “a priori”, τέτοιων ειδικών προσαρμοστικών σχημάτων. Όσα παιδιά έτυχε να αποξενωθούν πολύ νωρίς από την κοινωνική συναλλαγή − αυτά τα παιδιά που αποκαλέσαμε «αγρίμια» −, εμφανίζουν μια τόσο μεγάλη στέρηση ώστε μοιάζουν σαν παράδοξα, ελλειμματικά ζώα. Πράγματι, αντί να αναδυθεί σε αυτά μια “φυσική κατάσταση”, στην οποία θα διακρίναμε ίχνη του homo sapiens και του homo faber [δηλαδή ενός προηγούμενου σταδίου της ανθρωπογένεσης], αυτό που βλέπουμε δεν είναι παρά μια έκτοπη κατάσταση, στο επίπεδο της οποίας κάθε ψυχολογία υποστρέφει στην τερατολογία.
Η αλήθεια είναι, ότι η κληρονομικότητα του είδους δεν καθορίζει τον άνθρωπο όπως καθορίζει το ζώο. Το σύστημα αναγκών και βιολογικών λειτουργιών, που κληροδοτείται από τον γονότυπο, καταχωρίζει τον άνθρωπο στα έμβια είδη χωρίς όμως να τον διακρίνει ως άνθρωπο, χωρίς να τον καταδεικνύει ως μέλος του ανθρώπινου είδους. Την ίδια στιγμή, αυτή η απουσία ειδικών καθορισμών συμπορεύεται με την παρουσία απροσδιόριστων δυνατοτήτων. […]
Αυτό που η ίδια η ανάλυση των ομοιοτήτων μεταξύ των πολυποίκιλων κοινωνικών τύπων αναδεικνύει ως κοινό, είναι μια δομή δυνατοτήτων, ακόμα και απλών πιθανοτήτων, που δεν μπορούν να ενεργοποιηθούν χωρίς την ύπαρξη ενός κοινωνικού πλαισίου, όποιο κι αν είναι αυτό. Πριν από τη συνάντηση με τον άλλο άνθρωπο, και με την ανθρώπινη ομάδα, ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο από δυνατότητες, εύθραυστες κι αβέβαιες σαν τον ατμό. […]
Στον άνθρωπο, το φυσικοβιολογικό στοιχείο σχετίζεται με την κληρονομικότητα, ενώ το πολιτισμικό με μια κληρονομιά. […]
Χωρίς την κοινωνία των ανθρώπων, ο άνθρωπος γίνεται εκ των πραγμάτων “τέρας” [και όχι “καλός άγριος”] επειδή δεν υπάρχει καμμιά προ-πολιτισμική κατάσταση για να αναδυθεί όταν φύγει από τη μέση η πολιτισμική. […] Στα παιδιά που έτυχε να γίνουν “αγρίμια”, δεν υπάρχει ούτε το γέλιο, ούτε το χαμόγελο, αυτές οι χαρακτηριστικά ανθρώπινες εκδηλώσεις. […]
Lucien Malson, Les enfants sauvages. Mythe et Réalité (1963),από την εισαγωγή με τίτλο Τα παιδιά-«αγρίμια» και το πρόβλημα της ανθρώπινης φύσης.
Σημείωση του Γιάννη Ιωαννίδη: Κρίσιμες επισημάνσεις σε μια εποχή που, τόσο επάνω όσο και κάτω, επικρατεί η ιδέα, ότι το πολιτισμικό στοιχείο αποτελεί απλή «υπερδομή» μιας έξω-πολιτισμικής ή προ-πολιτισμικής «βάσης», την οποία υποτίθεται πως συγκροτούν οι «γυμνές ανάγκες» και η «οικονομία» τους −ή, στην πιο τεχνοφασιστική εκδοχή, το γονιδίωμα−, προσδιορίζοντας έτσι, ψευδώς, σαν «έσχατη πραγματικότητα» και κατεξοχήν τόπο του ανθρώπου το πολιτισμικό μηδέν.
Σημειώνω, πως το βιβλίο αυτό του − φιλόσοφου, παιδαγωγού και λάτρη της τζαζ (δημιουργός του ραδιοφωνικού Αρχείου της Τζάζ, με εκατοντάδες εκπομπές από το 1956 έως το 1996) − Λισιέν Μαλζόν στηρίζεται στη μελέτη 52 παιδιών-«αγριμιών» από το 1344 έως το 1963, τα οποία εγκαταλείφθηκαν σε πολύ μικρή ηλικία, μεγάλωσαν μαζί με ζώα ή σε απομόνωση (όπως ο Γκάσπαρ Χάουζερ), και βρέθηκαν μεταξύ 7 και 22 ετών. Στην έκδοση 10/18 (1964) το γραπτό του Μαλζόν συνοδεύεται από την εκτενή μελέτη (1801) ενός από αυτά τα παιδιά, του Βικτόρ της Aveyron, από τον Jean Itard (1774-1838), γιατρό, ιδρυτή της ωτορινολαρυγγολογίας και παιδαγωγό, που δούλεψε συστηματικά με κωφάλαλα παιδιά και στις μελέτες του οποίου στηρίχτηκαν οι πρώτες σύγχρονες παιδαγωγικές προσπάθειες στον τομέα της Ειδικής Αγωγής.
«Άγρια Παιδιά»
Δείτε τις φωτογραφίες από την Τζούλια Φούλερτον Μπάρτον η οποία φωτογραφίζει παιδιά μεγαλωμένα στη μοναξιά και την άγρια φύση, σε ένα ονειρικό και ενοχλητικό, ταυτόχρονα, project.
Από την ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η Τζούλια Φούλερτον Μπάτεν γεννήθηκε στη Βρέμη της Γερμανίας το 1970, από μητέρα Γερμανίδα και πατέρα Άγγλο. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής της ηλικίας στη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, πριν από τη μετάβασή της στο Ηνωμένο Βασίλειο, όταν ήταν 16 ετών. Σήμερα ζει στο Λονδίνο. Σπούδασε φωτογραφία στο Royal Berkshire College of Art and Design. Ξεκίνησε την επαγγελματική της καριέρα το 2001 και πλέον θεωρείται ως μία από τους κορυφαίους φωτογράφους στην Ευρώπη. Έχει βραβευτεί πολλές φορές για το έργο της και έχει εκθέσει στα μεγαλύτερα μουσεία και γκαλερί του κόσμου, ενώ μόνιμη συλλογή των έργων της υπάρχει στην National Portrait Gallery, στο Λονδίνο και στο Musee de l’Elysee, στην Ελβετία. Η επιλογή ασυνήθιστων τοποθεσιών, το ιδιαίτερα δημιουργικό στήσιμο, η χρήση ερασιτεχνών ως μοντέλα και ο κινηματογραφικός φωτισμός χαρακτηρίζουν το έργο της.
«Το ανθρώπινο άτομο χτίζει το πρόσωπό του χάρη και μέσα από τον ανθρώπινο περίγυρο. [...] Η ιδέα του ενστίκτου δεν ανταποκρίνεται στην ανθρώπινη κατάσταση. Βέβαια, η έννοια του ενστίκτου έχει χάσει πια την ακαμψία που είχε άλλοτε. Ξέρουμε πλέον, πως η μίμηση και η εκμάθηση υποχρεώσεων στα ανώτερα ζώα, όπως και η ομαδική υποβολή στα κατώτερα, δείχνουν πόσο σημαντικό ρόλο παίζει το περιβάλλον στην ωρίμανση του ενστίκτου. Παρ' ολ' αυτά, το ένστικτο παραμένει κάτι σαν ένα “a priori του είδους”, η οδηγητική δύναμη του οποίου εκφράζεται σε κάθε επιμέρους μέλος του, ακόμα και σε περιπτώσεις πρώιμης απομόνωσης. Με αυτή την έννοια λοιπόν η συμπεριφορά του ζώου παραπέμπει πάντοτε σε κάτι σαν φύση. Στο ανθρώπινο παιδί όμως, κάθε ακραία απομόνωση αποκαλύπτει την απουσία τέτοιου είδους στέρεων “a priori”, τέτοιων ειδικών προσαρμοστικών σχημάτων. Όσα παιδιά έτυχε να αποξενωθούν πολύ νωρίς από την κοινωνική συναλλαγή − αυτά τα παιδιά που αποκαλέσαμε «αγρίμια» −, εμφανίζουν μια τόσο μεγάλη στέρηση ώστε μοιάζουν σαν παράδοξα, ελλειμματικά ζώα. Πράγματι, αντί να αναδυθεί σε αυτά μια “φυσική κατάσταση”, στην οποία θα διακρίναμε ίχνη του homo sapiens και του homo faber [δηλαδή ενός προηγούμενου σταδίου της ανθρωπογένεσης], αυτό που βλέπουμε δεν είναι παρά μια έκτοπη κατάσταση, στο επίπεδο της οποίας κάθε ψυχολογία υποστρέφει στην τερατολογία.
Η αλήθεια είναι, ότι η κληρονομικότητα του είδους δεν καθορίζει τον άνθρωπο όπως καθορίζει το ζώο. Το σύστημα αναγκών και βιολογικών λειτουργιών, που κληροδοτείται από τον γονότυπο, καταχωρίζει τον άνθρωπο στα έμβια είδη χωρίς όμως να τον διακρίνει ως άνθρωπο, χωρίς να τον καταδεικνύει ως μέλος του ανθρώπινου είδους. Την ίδια στιγμή, αυτή η απουσία ειδικών καθορισμών συμπορεύεται με την παρουσία απροσδιόριστων δυνατοτήτων. […]
Αυτό που η ίδια η ανάλυση των ομοιοτήτων μεταξύ των πολυποίκιλων κοινωνικών τύπων αναδεικνύει ως κοινό, είναι μια δομή δυνατοτήτων, ακόμα και απλών πιθανοτήτων, που δεν μπορούν να ενεργοποιηθούν χωρίς την ύπαρξη ενός κοινωνικού πλαισίου, όποιο κι αν είναι αυτό. Πριν από τη συνάντηση με τον άλλο άνθρωπο, και με την ανθρώπινη ομάδα, ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο από δυνατότητες, εύθραυστες κι αβέβαιες σαν τον ατμό. […]
Στον άνθρωπο, το φυσικοβιολογικό στοιχείο σχετίζεται με την κληρονομικότητα, ενώ το πολιτισμικό με μια κληρονομιά. […]
Χωρίς την κοινωνία των ανθρώπων, ο άνθρωπος γίνεται εκ των πραγμάτων “τέρας” [και όχι “καλός άγριος”] επειδή δεν υπάρχει καμμιά προ-πολιτισμική κατάσταση για να αναδυθεί όταν φύγει από τη μέση η πολιτισμική. […] Στα παιδιά που έτυχε να γίνουν “αγρίμια”, δεν υπάρχει ούτε το γέλιο, ούτε το χαμόγελο, αυτές οι χαρακτηριστικά ανθρώπινες εκδηλώσεις. […]
Lucien Malson, Les enfants sauvages. Mythe et Réalité (1963),από την εισαγωγή με τίτλο Τα παιδιά-«αγρίμια» και το πρόβλημα της ανθρώπινης φύσης.
Σημείωση του Γιάννη Ιωαννίδη: Κρίσιμες επισημάνσεις σε μια εποχή που, τόσο επάνω όσο και κάτω, επικρατεί η ιδέα, ότι το πολιτισμικό στοιχείο αποτελεί απλή «υπερδομή» μιας έξω-πολιτισμικής ή προ-πολιτισμικής «βάσης», την οποία υποτίθεται πως συγκροτούν οι «γυμνές ανάγκες» και η «οικονομία» τους −ή, στην πιο τεχνοφασιστική εκδοχή, το γονιδίωμα−, προσδιορίζοντας έτσι, ψευδώς, σαν «έσχατη πραγματικότητα» και κατεξοχήν τόπο του ανθρώπου το πολιτισμικό μηδέν.
Σημειώνω, πως το βιβλίο αυτό του − φιλόσοφου, παιδαγωγού και λάτρη της τζαζ (δημιουργός του ραδιοφωνικού Αρχείου της Τζάζ, με εκατοντάδες εκπομπές από το 1956 έως το 1996) − Λισιέν Μαλζόν στηρίζεται στη μελέτη 52 παιδιών-«αγριμιών» από το 1344 έως το 1963, τα οποία εγκαταλείφθηκαν σε πολύ μικρή ηλικία, μεγάλωσαν μαζί με ζώα ή σε απομόνωση (όπως ο Γκάσπαρ Χάουζερ), και βρέθηκαν μεταξύ 7 και 22 ετών. Στην έκδοση 10/18 (1964) το γραπτό του Μαλζόν συνοδεύεται από την εκτενή μελέτη (1801) ενός από αυτά τα παιδιά, του Βικτόρ της Aveyron, από τον Jean Itard (1774-1838), γιατρό, ιδρυτή της ωτορινολαρυγγολογίας και παιδαγωγό, που δούλεψε συστηματικά με κωφάλαλα παιδιά και στις μελέτες του οποίου στηρίχτηκαν οι πρώτες σύγχρονες παιδαγωγικές προσπάθειες στον τομέα της Ειδικής Αγωγής.
«Άγρια Παιδιά»
Δείτε τις φωτογραφίες από την Τζούλια Φούλερτον Μπάρτον η οποία φωτογραφίζει παιδιά μεγαλωμένα στη μοναξιά και την άγρια φύση, σε ένα ονειρικό και ενοχλητικό, ταυτόχρονα, project.
Από την ΚΟΡΙΝΑ ΦΑΡΜΑΚΟΡΗ
Η Τζούλια Φούλερτον Μπάτεν γεννήθηκε στη Βρέμη της Γερμανίας το 1970, από μητέρα Γερμανίδα και πατέρα Άγγλο. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής της ηλικίας στη Γερμανία και τις Ηνωμένες Πολιτείες, πριν από τη μετάβασή της στο Ηνωμένο Βασίλειο, όταν ήταν 16 ετών. Σήμερα ζει στο Λονδίνο. Σπούδασε φωτογραφία στο Royal Berkshire College of Art and Design. Ξεκίνησε την επαγγελματική της καριέρα το 2001 και πλέον θεωρείται ως μία από τους κορυφαίους φωτογράφους στην Ευρώπη. Έχει βραβευτεί πολλές φορές για το έργο της και έχει εκθέσει στα μεγαλύτερα μουσεία και γκαλερί του κόσμου, ενώ μόνιμη συλλογή των έργων της υπάρχει στην National Portrait Gallery, στο Λονδίνο και στο Musee de l’Elysee, στην Ελβετία. Η επιλογή ασυνήθιστων τοποθεσιών, το ιδιαίτερα δημιουργικό στήσιμο, η χρήση ερασιτεχνών ως μοντέλα και ο κινηματογραφικός φωτισμός χαρακτηρίζουν το έργο της.
11 Φωτογραφίες
Η νέα σειρά φωτογραφιών της Φούλερτον ονομάζεται «Άγρια Παιδιά» και είναι ονειρική και ενοχλητική ταυτόχρονα. Άγριο παιδί θεωρείται ένα παιδί που έχει απομονωθεί από την ανθρώπινη επαφή από πολύ μικρή ηλικία, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να μεγαλώνει με λίγη ή καθόλου εμπειρία της ανθρώπινης φροντίδας, συμπεριφοράς ή γλώσσας. Η φωτογράφος ερεύνησε 15 διάσημες περιπτώσεις άγριων παιδιών από όλο τον κόσμο για το έργο αυτό. Ήθελε να πει τις απίστευτες ιστορίες τους φωτογραφικά, δεν ήθελε, όμως, να επαναλάβει τις περιπτώσεις άμεσα, αλλά περισσότερο να ερμηνεύσει την εμπειρία του κάθε παιδιού. «Ως μητέρα δύο νεαρών αγοριών σοκαρίστηκα και μου κίνησε το ενδιαφέρον όταν έμαθα για αυτές τις περιπτώσεις», δήλωσε η φωτογράφος. «Η αρχική μου αντίδραση ήταν να αναρωτηθώ με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να χάσουν οι γονείς και ιδιαίτερα να παραμελούν το παιδί τους.[…] Θαύμασα το σθένος που έπρεπε να επιδείξουν τα παιδιά για να επιβιώσουν σε ακραίες συνθήκες, όπως η απομόνωση, οι καιρικές συνθήκες, η πείνα, η ασθένεια. Σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που έχω διαβάσει σχετικά, έχουν συντριβεί εντελώς τα όρια της κατανόησης μου.» Η Φούλερτον, εκτός από την προσωπική της έρευνα που κράτησε δύο χρόνια, συνεργάστηκε με την ανθρωπολόγο Mary-Ann Ochota, η οποία είναι ειδική στο θέμα και έχει συναντήσει τρία πρώην άγρια παιδιά, που τώρα είναι ενήλικες και ζουν στην Ουκρανία, τα νησιά Φίτζι και την Ουγκάντα.
Πηγή: http://www.lifo.gr/
Η νέα σειρά φωτογραφιών της Φούλερτον ονομάζεται «Άγρια Παιδιά» και είναι ονειρική και ενοχλητική ταυτόχρονα. Άγριο παιδί θεωρείται ένα παιδί που έχει απομονωθεί από την ανθρώπινη επαφή από πολύ μικρή ηλικία, γεγονός που έχει ως αποτέλεσμα να μεγαλώνει με λίγη ή καθόλου εμπειρία της ανθρώπινης φροντίδας, συμπεριφοράς ή γλώσσας. Η φωτογράφος ερεύνησε 15 διάσημες περιπτώσεις άγριων παιδιών από όλο τον κόσμο για το έργο αυτό. Ήθελε να πει τις απίστευτες ιστορίες τους φωτογραφικά, δεν ήθελε, όμως, να επαναλάβει τις περιπτώσεις άμεσα, αλλά περισσότερο να ερμηνεύσει την εμπειρία του κάθε παιδιού. «Ως μητέρα δύο νεαρών αγοριών σοκαρίστηκα και μου κίνησε το ενδιαφέρον όταν έμαθα για αυτές τις περιπτώσεις», δήλωσε η φωτογράφος. «Η αρχική μου αντίδραση ήταν να αναρωτηθώ με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να χάσουν οι γονείς και ιδιαίτερα να παραμελούν το παιδί τους.[…] Θαύμασα το σθένος που έπρεπε να επιδείξουν τα παιδιά για να επιβιώσουν σε ακραίες συνθήκες, όπως η απομόνωση, οι καιρικές συνθήκες, η πείνα, η ασθένεια. Σε οποιαδήποτε από τις περιπτώσεις που έχω διαβάσει σχετικά, έχουν συντριβεί εντελώς τα όρια της κατανόησης μου.» Η Φούλερτον, εκτός από την προσωπική της έρευνα που κράτησε δύο χρόνια, συνεργάστηκε με την ανθρωπολόγο Mary-Ann Ochota, η οποία είναι ειδική στο θέμα και έχει συναντήσει τρία πρώην άγρια παιδιά, που τώρα είναι ενήλικες και ζουν στην Ουκρανία, τα νησιά Φίτζι και την Ουγκάντα.
Πηγή: http://www.lifo.gr/
1 σχόλιο:
!!!!!!!!!!!!!
Δημοσίευση σχολίου