του Marcello Veneziani
Πάντα υπήρχαν πολλοί ηλίθιοι στον κόσμο. Οι αδαείς ήταν επίσης μια γιγάντια δύναμη στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οι αλαζόνες γεμάτοι από τον εαυτό τους ήταν μια σημαντική δύναμη αν και δεν συγκρίνονται με τις δύο πρώτες. Ο κόσμος είχε ουσιαστικά στηριχθεί στο διαχωρισμό των καριέρων τους. Δηλαδή, το πλήθος των ηλιθίων και η μάζα των αδαών βασικά δεν είχαν την αξίωση να ηγούνται και να κρίνουν τον κόσμο, ίσως γνώριζαν τα όριά τους, τα κατάφερναν, δεν φαίνονταν αλαζόνες. Τις περισσότερες φορές είχαν την ταπεινότητα κάποιου που δεν ξέρει ή δεν κατανοεί και βασικά το γνωρίζει αυτό. Δεν τόλμησαν να οριστούν ως κριτές, να κρίνουν όλα όσα δεν ήξεραν ή δεν καταλάβαιναν, ή που απλά δεν ήταν τού χεριού τους(προσιτά) και της κατανόησής τους.Η διεστραμμένη καινοτομία των χρόνων μας είναι ότι η άγνοια έχει γίνει αλαζονική, όπως η βλακεία, και όχι μόνο: αυτοικανοποιείται, επιδεικνύεται, είναι ακόμη και ματαιόδοξη. Έχει πάρει την καρέκλα, στη γέφυρα διοίκησης, εκδίδει αποφάσεις και ποινές. Η διαστρέβλωση του κυρίαρχου πολίτη και του καθολικού δικαιώματος ψήφου, η έλευση τής κοινωνίας της μαζικής κατανάλωσης και η κυριαρχία της ποσότητας που υπερισχύει της ποιότητας, σε κάθε επίπεδο, σε συνδυασμό με την πρόσφατη χρήση τών μέσων επικοινωνίας όπως τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και τα smartphones, επέτρεψαν την ατυχή συγχώνευση των σταδιοδρομιών: γεννιέται έτσι ο ξιπασμένος ηλίθιος και ο αδαής-αλαζόνας, που με τη σειρά τους συγχωνεύονται σε ένα ενιαίο πρόσωπο, με την προστιθέμενη αρνητική αξία της ματαιοδοξίας, τη διεκδίκηση της διασημότητας και της αναγνωρισιμότητας. Ο αδαής και ο ηλίθιος αισθάνονται ότι έχουν το δικαίωμα να κρίνουν τον κόσμο και να σκέφτονται και να ενεργούν όπως το κεφάλι τους, ή αυτό που πιστεύουν ότι το κεφάλι τους, αποφασίζει να πει και να κάνει. Παραπλανώνται να κρίνουν με το κεφάλι τους γιατί δεν έχουν ούτε το παραμικρό κριτικό πνεύμα για να καταλάβουν ότι τηρούν προκατασκευασμένες κρίσεις και προτυπωμένους τρόπους, μόδες και πρότυπα. Χωρίς να ξέρουν τίποτα για το τι μιλούν, χωρίς να γνωρίζουν τον συνομιλητή, παρά μόνο μέσω ταμπέλας, λεπτομέρειας ή προκατάληψης, ασκούν έτσι την έπαρση της βλακεία τους και επίσης τη φορτώνουν με ειρωνεία και σαρκασμό γιατί έχουν καταλάβει ότι η γελοιοποίηση του άλλου πιστοποιεί την εθνική, ηθική και πνευματική τους υπεροχή.
Είναι κατανοητό ότι μπροστά σε αυτή τη βάρβαρη μαζική έλευση, λυπούμαστε για την ευτυχισμένη άγνοια ή αφέλεια τής προμοντέρνας αγροτικής κοινωνίας, η οποία συνοδεύτηκε από ταπεινότητα, μερικές φορές ακόμη και ντροπή, σεμνότητα για τη δική της άγνοια και που θα μπορούσε τουλάχιστον να επιδιώκει μια ελάχιστη ακραία μορφή σοφίας, την οποία ο Σωκράτης και ο Νικόλαος της Κούζας εξέφρασαν καλά σε διαφορετικές εποχές: ξέρω ότι δεν ξέρω και καταλαβαίνω ότι δεν καταλαβαίνω, φιλοδοξώ το πολύ στη «σοφή άγνοια» και την αίσθηση τών δικών μου ορίων. Και αντιμέτωπος με την αρχή του Bacon "Η γνώση είναι δύναμη", μπορούσε να αντιταχθεί, χαμηλώνοντας τό όριό του, ότι από τη μια ξέρω ότι δεν ξέρω και από την άλλη ξέρω ότι δεν μπορώ. Δηλαδή δεν είναι όλα δυνατά, προσβάσιμα και διαθέσιμα στη θέλησή μου.
Το άτομο που διαισθάθηκε αυτή τη θανατηφόρα μετεξέλιξη του είδους που λαμβάνει χώρα στη μαζική κοινωνία σχεδόν πριν από έναν αιώνα ήταν ένας διάσημος στοχαστής και κοινωνιολόγος, ο José Ortega y Gasset. Στην Εξέγερση των Μαζών του 1930, παρατηρώντας τα μαζικά ολοκληρωτικά καθεστώτα αλλά κυρίως τη συνεχιζόμενη αμερικανοποίηση, ο φιλόσοφος παρατήρησε: «η χυδαία ψυχή, αναγνωρίζοντας τον εαυτό της ως χυδαίο, έχει το θράσος να διεκδικεί το δικαίωμα στη χυδαιότητα και το επιβάλλει παντού». Η χυδαιότητα δεν είναι κακό, καθώς είναι ένα αναπόφευκτος, διαδεδομένος και διαχρονικός περιορισμός. Αλλά η αξίωση της εποχής να κάνει κυρίαρχη τη χυδαιότητα, τις χυδαίες ιδέες, τα χυδαία γούστα, με τη δύναμη των αριθμών και την αλαζονεία της ιδεολογίας που γίνεται πνεύμα των καιρών, ιστορική δύναμη.
Αυτός ο ανθρώπινος τύπος δεν έχει καθορισμένη πολιτική και ιδεολογική θέση, μάλλον προκύπτει από την κατάρρευση ιδεολογικών και πολιτικών κατηγοριών. Αν θέλουμε, προέκυψε στο κύμα του 1968 αλλά σύντομα έγινε ένα εγκάρσιο φαινόμενο. Αν θέλαμε να γίνουμε πιο αναλυτικοί, θα μπορούσαμε να πούμε ότι στα αριστερά είναι πιο εύκολο να βρεις το μείγμα μεταξύ αλαζονείας, άγνοιας και βλακείας, λόγω της διεκδικούμενης υπεροχής τους, λόγω της προσποιητής ανωτερότητάς τους. Ενώ στα δεξιά η άγνοια και η βλακεία, αν και ευρέως διαδεδομένες, εξακολουθούν να είναι απαλλαγμένες από την αξίωση να ερμηνεύουν το πνεύμα του κόσμου και υπερηφανεύονται λιγότερο το αλαζονικό δικαίωμα να θεωρούν τους εαυτούς τους θεματοφύλακες της αλήθειας. Μιλούν με προσωπική ιδιότητα και όχι στο όνομα της ιστορίας. Ή στηρίζονται σε αυθεντίες που προέρχονται από την εμπειρία, από την παράδοση, από το κοινό αίσθημα, από όσα πάντα γίνονταν, λέγονταν και επαναλαμβάνονταν. Μερικές φορές τις δύο πλευρές ενώνει ένα είδος περιφρόνησης προς τον κόσμο, αυτή η δυσαρέσκεια που ανατρέπει ένα αρχικό σύμπλεγμα κατωτερότητας σε σύμπλεγμα ανωτερότητας, που προέρχεται από τη διεκδικούμενη εξωστρέφεια τους σε αυτό το πλαίσιο. Ο τρέχων κανόνας έχει προμηθεύσει αυτή τη διεκδικούμενη ανωτερότητα και αυτή την τάση περιφρόνησης των άλλων με ισχυρές προκαταλήψεις που έχουν γίνει κοινό λεξικό σχετικά με τις διάφορες υποτιθέμενες φοβίες (ομοφοβία, σεξοφοβία, ξενοφοβία, ισλαμοφοβία) και την παντοδύναμη τού παντογνώστη κατηγορία του φασισμού.
Αλλά πέρα από αυτή την τάση, το πραγματικό πρόβλημα είναι η ολοένα και ταχύτερη κούρσα της κοινωνίας στην οποία ζούμε προς τη ριζική μαζική αποπολιτισμοποίηση. Προσοχή, κίνδυνος αποπολιτισμού των μαζών. Προχωράμε με εντυπωσιακή ταχύτητα σε μια ριζική ακύρωση του βιότοπου της γνώσης, των συλλήψεων, των οραμάτων και των μοντέλων συμπεριφοράς που διαστρωματώνονται στο χρόνο. Η αλαζονεία των αδαών τρέφεται με αυτή την ερημοποίηση του πολιτισμού αλλά με άλλους τρόπους τήν τρέφει, τήν παράγει. Η ανυπαρξία της γνώσης (ασχετοσύνη), ή τουλάχιστον του να θέτει κανείς ερωτήσεις και να γνωρίζει τα όριά του, βρίσκεται στην αρχή αυτής της τάσης, στην οποία θα επανέλθουμε εκτενέστερα αργότερα. Αυτό που μπορεί να λεχθεί είναι ότι μπροστά σε αυτή την τάση, οι κυβερνήσεις, είτε ψευδοδεξιές είτε αριστερές, είναι πρακτικά άσχετες. Δεν έχουν αντίκτυπο, δεν έχουν την ικανότητα, ίσως τη θέληση και τη δυνατότητα να το κάνουν. Γλιστρούν σαν νερό ή λύματα στις λείες ή πορώδεις επιφάνειες της κοινωνίας και δεν παράγουν αλλαγές, ανατροπές, σημάδια μετάλλαξης... Η ευφυΐα βρίσκεται σέ θανάσιμο κίνδυνο και δεν ξέρεις σε ποιον να κρούσεις τον κώδωνα του κινδύνου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου