Χάιντεγγερ καὶ ᾿Αρεοπαγίτης
ή, Περί απουσίας και αγνωσίας του Θεού
A' - Ο ΜΗΔΕΝΙΣΜΟΣ ΩΣ ΘΕΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ
3. Ὁ μηδενισμὸς ὡς προϋπόθεση τῆς ἀπουσίας καὶ τῆς ἀγνωσίας τοῦ Θεοῦ (3η συνέχεια)
Οπωσδήποτε τὸ μηδὲν εἶναι τὸ μὴ-ὂν, τὸ μὴ ἀντι-κείμενο. ᾿Αλλὰ τίθεται ἀμέσως τὸ ἐρώτημα, ἂν αὐτὸ τὸ μὴ-ὄν, στὸ μέτρο ποὺ «ὁρίζει ἀπεριόριστα» τὸν τρόπο τοῦ εἶναι, ἁπλῶς νοεῖται ἢ καὶ εἶναι μὴ-ὄν. Τὸ ἐρώτημα μένει ἀνοιχτό, ἂν αὐτὸ ποὺ δὲν εἶναι ἀντι-κείμενο, καὶ δὲν θὰ γίνει ποτὲ ἀντι-κείμενο, εἶναι ἕνα Τίποτα.
Ἡ νοησιαρχική μεταφυσικὴ ἔδωσε μιὰν εὔκολη ἀπάντηση στὸ ἐρώτημα θέτοντας τὸν διαζευτικό συλλογισμό: Ή τὸ μηδὲν εἶναι τὸ ἀπόλυτο Τίποτα, ἢ πρέπει νὰ εἶναι ἕνα ὄν. ᾿Αλλὰ ἐπειδὴ ἐξ ὁρισμοῦ τὸ μηδὲν ἀποκλείεται νὰ εἶναι ἕνα ὄν, ἄρα πρέπει νὰ εἶναι τὸ Τίποτα. Αὐτονόητα λοιπὸν καὶ ἀπόλυτα τὸ μηδὲν ταυτίζεται μὲ τὸ Τίποτα καὶ ὡς ἀνύπαρκτο δὲν ἀποσπᾶ ἰδιαίτερη προσοχὴ γιὰ μελέτη. Αν τὸ μηδὲν εἶναι τὸ Τίποτα, τὸ ἐξ ὁρισμοῦ ἀνύπαρκτο, τότε καὶ τὸ ὂν σὲ καμιὰ περίπτωση δὲν μπορεῖ νὰ ἐκπέσει στὸ μηδέν, καὶ ἑπομένως τὸ ἐνδεχόμενο τοῦ μηδενισμοῦ ἐκλείπει64.
᾿Αλλὰ αὐτὴ ἡ ταύτιση τοῦ μηδενὸς μὲ τὸ Τίποτα ἀποκαλύπτει ἀμέσως τὸν ἀξιολογικό χαρακτήρα τῆς δυτικῆς μεταφυσικῆς. Τὸ ὄν, ὡς ἀντίθεση στὸ μὴ-ὂν, στὸ Τίποτα, προσλαμβάνει αὐτονόητα τὴν ἀξιολογικὴ ὑπεροχὴ τοῦ ὑπαρκτοῦ ἔναντι τοῦ ἀνύπαρκτου. Καὶ ἡ μὲν καταφατικὴ θεολογία ἐκλαμβάνει θετικὰ τὸν ἀξιολογικὸ χαρακτήρα τοῦ ὄντος καὶ ἀνάγεται στὴν ὑπέρτατη ἀξία ἡ ᾿Αρχὴ τοῦ ὄντως Ὄντος. Ἡ δὲ θεολογία τῶν ἀρνήσεων, στὴν προσπάθειά της νὰ ἄρει τὸν ὀντικὸ χαρακτήρα τῆς Θεότητας, ἀποδέχεται ὡς ἄρνηση τὴν ἀξιολογικὴ ἀποτίμηση τοῦ ὄντος προκειμένου νὰ ἀναχθεῖ σὲ μιὰ ἀξιολόγηση τοῦ ὄντως Ὄντος ὑπέρτερη τῶν ἀξιολογήσεων τοῦ ὄντος. Επομένως ἡ διαφορά της ἀπὸ τὴν καταφατική θεολογία δὲν ἔγκειται στὴν ἄρνηση οὔτε τῶν προϋποθέσεων, οὔτε τοῦ ὀργάνου (τῆς νόησης), οὔτε καὶ τῆς προοπτικῆς, εἶναι μόνο διαφορὰ παράλληλης μεθόδου. Αν ὁ Νίτσε προσδιορίζει τὸν μηδενισμό του ὡς «ἀνατροπὴ ὅλων τῶν ἀξιῶν», εἶναι γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ ἀκριβῶς τὸ νοησιαρχικὸ ὑπόβαθρο κάθε ἀξιολογίας, δηλαδὴ τὴν ὑποκατάσταση τοῦ πραγματικοῦ ἀπὸ τὸ ἀφηρημένο ἐννόημα. Παραμένοντας δέσμια τῶν ἀξιολογικῶν ἀποτιμήσεων ἡ ἀντι-νοησιαρχικὴ μεταφυσικὴ ὁδηγεῖ στὸ ἔπακρο τῆς νοησιαρχίας – ὅπως καὶ ὁ ἀντι-μεταφυσικὸς ἀθεϊσμὸς ἀσχολεῖται περισσότερο μὲ τὸν Θεὸ καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν θεϊσμό.
Σημειώσεις
63. Nietzsche ΙΙ, σελ. 52.
64. Nietzsche ΙΙ, σελ. 53-54. -Was ist Metaphysik?, Frankfurt (Klostermann). 1965, σελ. 27.
65. Nietzsche ΙΙ, σελ. 78.
63. Nietzsche ΙΙ, σελ. 52.
64. Nietzsche ΙΙ, σελ. 53-54. -Was ist Metaphysik?, Frankfurt (Klostermann). 1965, σελ. 27.
65. Nietzsche ΙΙ, σελ. 78.
4 σχόλια:
Σημειώσεις για το παραπάνω κείμενο:
1) Αποφατική Θεολογία (theologia negativa)
-Μηδέν = Τίποτα, ανύπαρκτο → αντίθετο του Είναι. Μη-όν, άρνηση του είναι, «το πιο αφηρημένο από τα αφηρημένα»
-Κατάφαση / Άρνηση → λογικές μορφές, προϊόν της νόησης.
-Αξιολογικό πλαίσιο → παραμένει ενεργό (Το Όν = θετικό, ανώτερο. Το Μη-όν = αρνητικό, κατώτερο):
-->καταφατική θεολογία = Θεός ως Ὄντως Ὄν (υπέρτατη αξία).
--->αποφατική θεολογία = Θεός υπεράνω κάθε ιδιότητας (αρνητική αξιολόγηση του είναι).
Συνεπώς: η άρνηση είναι παράλληλη μέθοδος της κατάφασης, χωρίς να θίγει το ίδιο το νοησιαρχικό υπόβαθρο. Ο τρόπος σκέψης Νοησιαρχικός· βασισμένος στη νόηση και τις αφηρημένες έννοιες. Ο Θεός ως Ὄντως Ὄν (καταφατικά) ή πέρα από κάθε ιδιότητα (αποφατικά)· πάντως ανώτατη αξία
2) Νιτσεϊκός–Χαϊντεγγεριανός Μηδενισμός
- Μηδέν ≠ Τίποτα → όχι απλό αφηρημένο αντίθετο.
- Μηδέν = ριζική Διάσταση του Είναι → κίνδυνος της μη φανέρωσης, όριο και δυνατότητα της ύπαρξης. Το Μηδέν βιώνεται ως αγωνία, ως δυνατότητα απώλειας του Είναι
-Αξιολογικό πλαίσιο → καταρρέει:
-->Νίτσε = «ανατροπή όλων των αξιών».
-->Χάιντεγγερ = το μηδέν δείχνει τη ριζική ενδεχομενικότητα του Είναι.
Συνεπώς: ο μηδενισμός είναι υπαρξιακή και οντολογική εμπειρία, όχι νοητική αφαίρεση. Αντι-νοησιαρχικός τρόπος σκέψης· ανάδειξη της εμπειρίας του είναι/μηδενός, ρήξη με την αφηρημένη αξιολογία.
Ο μηδενισμός οδηγεί σε υπέρβαση του θεολογικού πλαισίου· η «σκιά του Θεού» πρέπει να ξεπεραστεί
Έτσι λέει ο Γιανναράς γίνεται φανερό ότι η theologia negativa παραμένει μέσα στο ίδιο αξιολογικό-νοησιαρχικό σχήμα της καταφατικής θεολογίας (απλώς με αντίστροφο τρόπο), ενώ ο νιτσεϊκός–χαϊντεγγεριανός μηδενισμός επιχειρεί ριζική ρήξη, μετατρέποντας το Μηδέν σε υπαρξιακή και οντολογική εμπειρία, όχι σε λογικό αντίθετο.
Ο αποφατισμός ανήκει στήν ελληνική φιλοσοφία καί εξαρτάται από αυτή. Από τόν νεοπλατωνισμο, ο οποίος επανέφερε στήν φιλοσοφία τόν φιλόσοφο. Τήν θεωρία τού επέκεινα τής ουσίας αγαθού. Ο Γιανναράς έμεινε προσκολλημένος στόν Τρεμπέλα. Αυτό τό επέκεινα είναι γιά τούς ψυχοπαθείς. Αλλο φιλόσοφος, άλλο φιλοσοφία. Μετά τόν Αριστοτέλη δέν υπάρχουν πλέον φιλόσοφοι μέχρι τόν Πλωτίνο. ΤΉΝ ΠΑΡΆΔΟΣΗ ΣΥΝΈΧΙΣΑΝ ΟΙ ΠΑΤΈΡΕΣ, ΑΓΙΟΙ, ΜΆΡΤΥΡΕΣ ΜΈ ΆΛΛΑ ΔΕΔΟΜΈΝΑ, ΑΛΛΆ ΣΤΌΝ ΊΔΙΟ ΆΝΘΡΩΠΟ, Λογον εχοντα. Αυτο εννοεί καί ο Αγιος Κοσμάς. Αλλο διαβασμένοι, άλλο μορφωμένοι.
Αμέθυστε ευχαριστώ για το ξεκαθάρισμα. Τί είναι αυτό που πρόσφεραν ο Νίτσε και ο Χάιντεγκερ και τους θαυμάζουν τόσο πολύ οι Έλληνες διανοούμενοι από το Καζαντζάκη μέχρι τη σύνολη νεορθοδοξία;
MIA ευκολη μεθοδο για να δοξαστει ο ανθρωπος. να γινει διασημος. Καποιος σκοτωσε τον τζόν Λενον γιά νά γίνει διάσημος. ο Νίτσε σκότωσε τόν θεό. Μόνο πού ήταν τό θεικό στοιχείο μέσα του. Η σημερινή αυτοσυνειδησία είναι αυτοκτονία, ένα είδος ευθανασίας.
Δημοσίευση σχολίου