Συνέχεια από: Παρασκεή 9 Μαρτίου 2018
Προλεγόμενα σε μία φιλοσοφική Χριστολογία.
Του Xavier Tilliete.
IDEA CHRISTI.
Όταν ο φιλόσοφος διαλογίζεται την εικόνα του Χριστού στην ιστορία και στον εαυτό του δέν κάνει τίποτε άλλο απο το να διαλογίζεται την δική του εικόνα μεγενθυμένη, εξυψωμένη.Αυτό που ένας Σπινόζα, ένας Φίχτε, απέσπασαν απο την αποκάλυψη τού Χριστού είναι η δύναμις τής ιδέας, μία μεγαλοφυής ηθική επινόηση, η πρόσκρουση ενός μυστικιστικού οράματος πάνω σε μία συνείδηση. Ο Χριστός τών φιλοσόφων επιδεικνύει το υπαρξιακό προσωπο τής ιδέας στην θαυμαστή της καθαρότητα, άχρονα: η ιδέα ή η αλήθεια "με την οποία μπορούμε να ζήσουμε και να πεθάνουμε " του Κίρκεγκαρντ και του Γιάσπερς. Η πεποίθησή του, όποια κι'άν είναι η εξήγηση που τής δίνει, ενσωματώνεται μ'αυτόν, την ενσαρκώνει, έτσι ώστε να μπορούμε να πούμε ότι αυτός είναι αυτή η ενσαρκωμένη ιδέα, ότι η αλήθεια κατήλθε σ'αυτόν. Ο Λόγος έγινε σάρκα. Αυτή η προσέγγιση, στην οποία θα έχει ήδη αναγνωρισθεί ή προέλευσή της απο την ανάπτυξη τού Κάντ, είναι πιό οικεία στον δογματικό Θεολόγο όπως επίσης και στον στοχαστικό φιλόσοφο, παρά η απλή προσέγγιση της ομολογίας τής πίστεως, η οποία ανακοινώνει απευθείας την εξίσωση: αυτός ο άνθρωπος είναι στ'αλήθεια ο Υιός του Θεού. Ακόμη και η πίστη έχει μάτια. Μία προκατανόηση σιωπηρή και υπονοούμενη τού Χριστού περιλαμβάνεται στην πίστη, είναι απαραίτητη: πώς να αναγνωρίσουμε άν δέν γνωρίζουμε; Αυτή είναι απαραίτητη σε κάθε Χριστολογία η οποία προσκολλάται στην πίστη τής Εκκλησίας ή κρατά την απόστασή της. Η Idea Christi, ισχύουσα ακόμη και σήμερα, είναι το ελατήριο μίας φιλοσοφικής νοήσεως του Χριστού. Δεσμευμένη κατ'αρχάς στην υποκειμενικότητα τού Ιησού Χριστού, ταλαντεύεται αναπόφευκτα στην αντικειμενική της σημασία. Αποδιδόμενη στην εμπειρία και στο στοχαστικό έργο τής κοινότητος, πρέπει να στηρίζει την εξομολόγησή τής πίστεως, να κατακτήσει μέσω μίας αναδρομικής επιχειρηματολογίας, τον ιστορικό Ιησού. Ο προορισμός τού Ιησού ώστε να είναι το στήριγμα ή σχεδόν ο άτλας της ιδέας του Χριστού δέν ακολουθεί την τάξη τής εκθέσεως, πηγάζει απαγωγικά απο την ικανότητα τής νοήσεως να υπερβεί την απόδειξη τής μαρτυρίας, την "απόδειξη του πνεύματος και της δυνάμεως". Ο δογματικός Θεολόγος ξεπερνά το έλλειμα και ίσως είναι υπερβολικό να ζητάμε πάρα πολλά απο τον φιλόσοφο τής θρησκείας ή απο τον καθαρό φιλόσοφο να τον μιμηθεί. Αλλά δέν θα κουραστούμε να λέμε ότι το Χριστολογικό πρόβλημα, το οποίο σήμανε απο την ιδέα Χριστού, είναι ταυτόσημο και για τον Θεολόγο και για τον φιλόσοφο. Πρόκειται εν ολίγοις για το κατόρθωμα τής σχέσης τού "Ιστορικού Ιησού", τον οποίο είναι προτιμότερο να ονομάσουμε τον Ιησού της Ναζαρέτ ή τον Χριστό των 33 ετών", απο την στιγμή που οι αφηγήσεις τών Ευαγγελίων ειναι μαρτυρίες πίστεως και τον Χριστό τής πίστης (ο οποίος είναι επίσης και της ιστορίας) δηλαδή τον Χριστό τής κοινότητος, της Εκκλησίας και της Θεολογίας, των οποίων ένα μέρος είναι ο Χριστός στην ιδέα. Μία Χριστολογία καθαρά "εξηγητική" ή "ιστορικιστική", μία μπασταρδεμένη κληρονόμο του λιμπεραλισμού ή του ιστορικισμού, είναι στο μεγαλύτερο μέρος τών περιπτώσεων μειωτική και περιορισμένη σε υποθέσεις τυχαίες και σε πρόχειρες προϋποθέσεις.
1. Σανταγιάνα (Santayana)
Η Χριστολογική απορία τής φιλοσοφίας διευκρινίζεται πλήρως απο την έξυπνη προσποίηση του George Santayana "Η Ιδέα του Χριστού στα Ευαγγέλια ή ο Θεός στον άνθρωπο".Προσποιείται ότι υποθέτει πώς η ιδέα του Χριστού δηλαδή ο Θεός στον άνθρωπο-η οποία εβιώθη και την φαντάσθηκε με μεγάλη ένταση η πρώτη Χριστιανική γενιά, παρήγαγε απο το τίποτα το Ευαγγελικό αριστούργημα, τον Εικονικό, φανταστικό Ιησού τόσο μορφοποιημένο και αληθοφανή που έγινε αποδεκτός σαν αληθινός. Ο Σανταγιάνα δέν εκφράζεται για την αυθεντικότητα ή αληθοφάνεια των Ευαγγελιών σαν μαρτυρίες, ούτε και για την ιστορική ύπαρξη του Ιησού. Θεωρείται ότι αντλεί τα πάντα απο το όραμα των συγγραφέων, αλλά ουσιαστικά το βιβλίο είναι μυστικώς ένα εγχειρίδιο για πρωτοετείς πού επιτρέπει μία θαυμαστή συμφωνία. Η προσποίηση εξισώνει την πραγματικότητα! Δέν είναι μία ρομαντική ιστορία, είναι μία αληθινή προσποίηση-όπως έχουν μιλήσει για αληθινό πλαστό διαβατήριο-πιό αληθινή απο την φύση, διότι έχει προκύψει απο μία συνείδηση κατειλημένη απο την Χριστιανική ιδέα.
Αλλά πάνω απ'όλα ο Σανταγιάνα δέν συμπεραίνει ότι το Ευαγγέλιο επινοήθηκε και ότι ο Ιησούς είναι ένας μύθος. Η διασκέδαση ενός φιλοσόφου δέν είναι ποτέ μία απλή διασκέδαση. Ακόμη και αν η Γραφή δέν ήταν παρά "το άρωμα ενός άδειου βάζου", η ομορφιά του Ευαγγελίου θα ενυπήρχε, σαν πηγή μίας αόριστης νοσταλγίας, διότι κάποιες σύγχρονες μορφές σεβασμού πρός το κείμενο, αφιερώσεως στο κείμενο, θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν σ'έναν ερμητικό Χριστό, Ιερογλυφικό....Αλλά το πορτραίτο χωρίς μοντέλλο του Σανταγιάνα κρύβει μίαν άλλη φιλοδοξία. Θέλει να φανερώσει την παντοδυναμία της υπερβατικής ιδέας. Πήγε να βρεί τον Χριστό στον τόπο καταγωγής του, σαν μία υπέροχη δημιουργία τού πνεύματος και της καρδιάς του ανθρώπου. Ο Χριστός τον οποίο προσποιείται ότι περιγράφει, με την σχέση του με τον Πατέρα, με τις δύο επικοινούσες συνειδήσεις του, τα θαύματα του και μέχρι την απελπισία τής αγωνίας, ομοιάζει σαν να είναι δύο σταγόνες νερού με τον Χριστό της Θεοσεβούς μνήμης. Ταυτοχρόνως δέ είναι και ένα αληθοφανές πλαστογράφημα. Το Ευαγγέλλιο δέν είναι το έργο ενός πλαστογράφου αλλά το θαυμαστό κατόρθωμα ενός βασανισμένου διαλογισμού. Και ο Σανταγιάνα δέν επιβάλλει έναν βιασμό ή ένα " άχρηστο ιστορικό παράδοξο" αρνούμενος τήν ύπαρξη του Ιησού, αντιθέτως δέχεται μία αλληλεπίδραση, αρκετά βεβαίως αναποφάσιστη, ανάμεσα στο πρόσωπο και την ιδέα. Αλλά κατά βάθος δέν το έχει ανάγκη. Ο Χριστός των Ευαγγελίων είναι ένα ιδανικό το οποίο σχηματίζεται με λέξεις και γεγονότα, όπως οι διαλέξεις του απολύτου. Σε μία φράση γεμάτη αινιγματικούς αντικατοπτρισμούς δηλώνει: "η πνευματική αξία της ιδέας του Χριστού δέν εξαρτάται απο το ήδη πραγματοποιηθέν αποτέλεσμα, αλλά απο το βάθος στο οποίο βυθίζεται η τελευταία κλήση κάθε ανθρώπινου όντος. Ο Εωσφόρος θα μπορούσε να δεχθεί την ύπαρξη ενός Θείου Χριστού αλλά δέν θα δεχόταν να τον μιμηθεί, και ένας φιλόσοφος χωρίς ψευδαίσθηση καμμία μπορεί να επιδιώκει να τον μιμηθεί χωρίς να πιστεύει στην ύπαρξή του".
Μ'αυτόν τον τρόπο η προσποίηση υπερβαίνει την πραγματικότητα. Η συγκινητική προσπάθεια τού Σανταγιάνα φανερώνει με μεγάλη απλότητα την δύναμη της Χριστολογίας(μάλλον της Ιησουολογίας) τής φιλοσοφιας. Ελλείψει ενός εμπειρικού Ιησού εκτός βολής, υψώνεται ο Ιησούς των Ευαγγελίων, μία απλησίαστη έμπνευση καταγεγραμμένη στην ιστορία των ανθρώπων. Αλλά ο αληθινός τόπος τού σημαίνοντος είναι η ανθρώπινη νόηση. Παρ'όλα αυτά πίσω απο το προσωποποιημένο ιδανικό βρίσκεται ο Χριστιανισμός χωρίς Χριστό, η Χριστολογία αποσαρκωμένη, που είναι ο πειρασμός της φιλοσοφίας καθώς ψάχνει για την θρησκεία.
Ο Ernst Troeltsch, δάσκαλος του Τίλλιχ, σε μία διάσημη διάλεξη με τον τίτλο: "Η απολυτότης τού Χριστιανισμού και η ιστορία των θρησκειών" προσπαθεί να διατηρήσει τον Χριστιανισμό καθότι μία θρησκεία μίας προσωπικής λυτρώσεως και να τον απελευθερώσει απο την σχέση του με το πρόσωπο του Ιησού : Και λέει : "Το απόλυτο στην ιστορία το οποίο επιθυμούμε να έχουμε με απόλυτο τρόπο σ'ένα μόνο ιδιαίτερο σημείο, είναι μία ψευδαίσθηση η οποία αποτυγχάνει όχι μόνον λόγω τής αδυναμίας τής πραγματώσεώς του αλλά και λόγω της εσωτερικής του αντιφάσεως σε σχέση με οποιαδήποτε άλλη ιστορική θρησκευτικότητα".
Το σκάνδαλο της φιλοσοφίας εκφράζεται εδώ ωμά, παρότι ο δεσμός τής θετικής θρησκείας με έναν ιδρυτή, έναν απεσταλμένο του Θεού, δέν απορρίπτεται. Με τον όρο Wahn ο Κάντ χαρακτηρίζει τον προβληματικό Μεσσιανισμό τού Χριστού, κάτι που δέν τον εμποδίζει να υψώσει σάν ένα τείχος στον Εβραϊσμό, τον Χριστιανισμό, στην λειτουργική του και ιεραποστολική του λαμπρότητα, μία ακτινοβολία τού αστέρος.
Συνεχίζεται
Αμέθυστος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου