Ένας από τους πολύ μεγάλους Αγίους της Εκκλησίας μας, είναι ο Άγιος Νικόλαος ο Πλανάς. Ήταν σύγχρονος του γέροντα μου Φιλοθέου Ζερβάκου, και έλαμψε με την θαυμαστή βιωτή του.
Κάποια ημέρα εταξίδευα, μετά την κοίμηση του πατρός Φιλοθέου, με κατεύθυνση την Ι.Μονή Λογγοβάρδας της Πάρου, με το πλοίο “Αιγαίον”. Ήταν Σάββατο πρωΐ και το πλοίο επλησιάζε στην Πάρο. Εκείνο το Σάββατο το καράβι ήταν άδειο. Εγώ άρχισα να κάνω βόλτες, στα διαμερίσματα του πλοίου, ολομόναχος.
Κάποια στιγμή, ευρέθηκα στο σαλόνι της πρώτης θέσεως και βλέπω έναν ιερέα. Φαινόταν παραδοσιακός και σεβάσμιος ιερέας, τον χαιρετώ λοιπόν και αυτός ανταποδίδει τον χαιρετισμό. Εν συνεχεία του λέω: “Γέροντα να πιούμε δύο καφεδάκια, να περάσει λίγο η ώρα;;”. “Να πιούμε.”, μου απαντά. Πηγαίνω στο μπαρ, φέρνω τα καφεδάκια μας, κάθομαι δίπλα του και συστήθηκα. Ο Ιερέας ήταν κάποιος πατήρ Αντώνιος από την Νάξο.
Λέω τότε στον π.Αντώνιο: “Πατέρα έχετε κάτι ωφέλιμο να μου πείτε, να περάσει όμορφα η ώρα μας;;” και μου απαντάει:
“Έχω κάποια σπουδαία εμπειρία από την γιαγιά μου, την οποία συνηθίζω να αφηγούμαι. Άκου λοιπόν…:
Η γιαγιά μου ήταν νεωκόρος, σε μία Εκκλησία στην οποία υπηρέτησε ο παπά Νικόλας ο Πλανάς, όταν ήταν ιερέας στην Νάξο. Μία των ημερών, ημέρα Πέμπτη, λέει ο παπά Νικόλας στον προΐστάμενο ιερέα του Ναού:
«Πάτερ μου, έχω ένα επείγον ραντεβού στην Πάρο σήμερα, δώσε μου την ευχή σου να πάω να τακτοποιήσω την υπόθεση που έχω…» και ο προϊστάμενος του έδωσε την άδεια.
Μόλις φεύγει ο παπά Νικόλας για το επείγον ραντεβού του στην Πάρο, ο προϊστάμενος ιερέας φωνάζει την γιαγιά μου και της λέει: «Είναι η πρώτη φορά που ο παπά Νικόλας μου είπε ψέματα. Θέλει, λέει, να πάει στην Πάρο, σήμερα, για κάποια υπόθεση… Πώς θα πάει στην Πάρο, αφού κάθε Πέμπτη δεν έχει καράβι για την Πάρο;; Κάνε μου την χάρη, σε παρακαλώ, τρέξε γρήγορα και παρακολούθησε να δεις τι γίνεται».
Τρέχει η γιαγιά μου και βλέπει τον παπά Νικόλα να κατευθύνεται προς μία απόμακρη παραλία. Κοίταζε η γιαγιά μου για κάποιο καΐκι ή βάρκα αλλά τίποτα, ερημιά. Τότε ξαφνικά, βγάζει το ράσο του ο παπά Νικόλας, το πετάει στην θάλασσα, και μ’ ένα σάλτο ευρίσκεται πάνω στο ράσο και αρχίζει επί του ράσου να πλέει με κατεύθυνση την νήσο Πάρο!
Σαστίζει η γιαγιά μου! Τρέχοντας επιστρέφει στον Ναό, έκθαμβη θα έλεγα, και περιέγραψε με κάθε λεπτομέρεια όλα τα θαυμαστά που έζησε στον προϊστάμενο. Ο προϊστάμενος ιερέας δεν επίστεψε λέξη, και είπε στην γιαγιά μου: «Αυτά τα πράγματα, αποκλείεται να γίνονται σήμερα… Λοιπόν, σταμάτα τα παραμύθια, διότι θα σε κοροϊδεύει όλος ο κόσμος». Η γιαγιά μου όμως επέμενε χωρίς να δέχεται τις αντιρρήσεις του προϊσταμένου, κάτι που τελικά δεν μπορούσε να παραβλέψει ο ιερέας, οπότε της εζήτησε να ευρεθούν το απόγευμα και να παραφυλάξουν στο σημείο όπου αναχώρησε ο παπά Πλανάς για την Πάρο.
Έτσι και έγινε. Η γιαγιά και ο ιερέας ευρέθηκαν στο συγκεκριμένο σημείο παρατηρώντας την θάλασσα προς την Πάρο. Αφού επέρασε περίπου μία ώρα, βλέπουν στο βάθος του ορίζοντα μία μαύρη κουκίδα, η οποία σταδιακά μεγάλωνε, μέχρι που τελικά διέκριναν τον παπά Νικόλα να ταξιδεύει πάνω στο ράσο του... Φθάνει στην παραλία ο παπά Νικόλας, βγαίνει από την «αυτοσχέδια βάρκα» του, σκύβει, παίρνει το ράσο από την θάλασσα, το τινάζει, το φοράει και αρχίζει να ανηφορίζει προς τον Ναό!
Λέει τότε η γιαγιά μου στον «παγωμένο» προϊστάμενο ιερέα: «Δεν μου λες πάτερ μου, τι έχεις να πεις τώρα;». Και της απαντά ο ιερέας: «Ησύχασε ευλογημένη, εδώ πρόκειται περί Αγίου…»”!
Μετά από αυτά, τα θαυμαστά που άκουσα, έκανα τον Σταυρό μου, επικαλέσθηκα τις πρεσβείες του Αγίου Νικολάου του Πλανά και συνέχισα συγκλονισμένος το προσκυνηματικό ταξίδι προς την Ι.Μ.Λογγοβάρδας!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου