Συνέχεια από: Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017
Το πνεύμα στην Θεολογία τής ιστορίας του Ιωακείμ ντα Φιόρε.
του Antonio Stagliano.
5. Το Πνεύμα πέραν του Χριστού; Στην κριτική συζήτηση.
Εκείνη του Ιωακείμ είναι λοιπόν μία σύλληψη τής ιστορίας ανοιχτής στην ελπίδα η οποία, απο το ένα μέρος, δέν αφαιρείται απο την πτώση του κόσμου, αλλά απο το άλλο θεωρεί σωστό να αξιολογήσει τίς ενυπάρχουσες δυνατότητες στήν ιστορική πορεία, παρά το ότι είναι περαστικές. Η αντίληψη του τής ιστορικής διαδρομής είναι ρεαλιστική όσο και εκείνη του Αυγουστίνου, αλλά δέν είναι πεσιμιστική. Ο Πτωτικός κόσμος δέν είναι τόσο γερασμένος ώστε να μήν μπορεί πιά να ανανεωθεί ή να μήν μπορεί πιά να ξαναζήσει μία εποχή ακόμη και μίας νέας παιδικότητος, την εποχή του πνεύματος, την τρίτη κατάσταση του κόσμου, καρπό μιάς πνευματοποιήσεως τής ιστορίας η οποία θα είχε ήδη πραγματοποιήσει πάνω σ'αυτή την γή κατά κάποιο τρόπο το μελλοντικό Έσχατον το οποίο είναι πάντοτε υπερβατικό!
Συμπερασματικά δέν μπορούμε να αποφύγουμε ένα ερώτημα, το οποίο θέτει το πρόβλημα τής ορθόδοξης ερμηνείας του οράματος του Ιωακείμ της ιστορίας. Υπάρχει στον Ιωακείμ ένα "μέλλον τού πνεύματος, χωρίς τον Χριστό;" Και ακριβώς στο κέντρο τού σημαντικού του βιβλίου, η Χριστολογία στον ορίζοντα τού πνεύματος, ο M Bordoni, δηλώνει : "Οι προφητικές αγγελίες μίας εποχής του Πνεύματος, παρότι με διαφορετικούς τονισμούς αντήχησαν κατ'επανάληψιν στην διάρκεια των χρόνων. Στις αρχές της δευτέρας Χιλιετίας τής Χριστιανικής ιστορίας, με τον Ιωακείμ ντα Φιόρε, η προφητεία περί του μέλλοντος τού πνεύματος ξανάπαιρνε ζωτικότητα και δύναμη αλλά στην προοπτική τού γεγονότος, του συμβάντος, μιάς εποχής πέραν του Χριστού, στην οποία θα είχε κυριαρχήσει μία νέα θρησκευτικότης, ενισχυμένη απο ένα πνευματικό Ευαγγέλιο(Αγουρίδης), απο μία πνευματική κατανόηση της Γραφής και προωθημένη απο μία εκκλησία τού πνεύματος(ευχαριστιακή εκκλησιολογία)" Απο την μεριά του ο J.Moltmann ισχυρίζεται: "Οι ιστορικές έννοιες τής προκαταβολής και της αναίρεσης θα μπορούσαν να αποδειχθούν παραπλανητικές, στην περίπτωση κατά την οποία θα παράβλεπαν το Τριαδικό δόγμα τής "οικειοποιήσεως" ( ο ορισμός τού υποκειμένου καί τού προσώπου από τόν Ακινάτη)στο οποίο θέλησε να σταθεί ο Ιωακείμ ντα Φιόρε, όπως μας μαρτυρεί ακόμη και η θεωρητική φιγούρα που πρότεινε (Το θεωρητικό σχήμα), των Τριών διασυνδεδεμένων δακτυλιών. Όποιος λαμβάνει σοβαρά υπόψιν του αυτή την θεωρία δέν θα μπορέσει να πεί ότι ο Ιωακείμ είχε ελπίσει σε ένα γεγονός του πνεύματος "χωρίς Χριστό".
Ανάμεσα σ'αυτές τις δύο διαμετρικώς αντίθετες θέσεις είναι ανάγκη να ξεκαθαρίσουμε ορισμένα πράγματα. O De Lubac είναι οπωσδήποτε ο σύγχρονος και πιό αυθεντικός ερμηνευτής τής σκέψης του Ιωακείμ, μίας ερμηνείας η οποία ξεκίνησε απο τον Θωμά Ακινάτη ήδη (Θεολογική summa Ι-11 q 106, a.4).
Η ισχυρή ιδέα αυτής της ερμηνείας-την οποία παρατήρησε ιδιαιτέρως ο De Lubac μέσα σε πάμπολες σκέψεις οι οποίες παρήγαγαν μία "μεταμόρφωση" της τρίτης εποχής"-είναι η υποτιθέμενη υπέρβαση του Ιησού, η προσωπικότης τού οποίου, ξεθωριάζει υπέρ της προόδου η οποία προχωρά, σημαίνοντας αυτός μόνον έναν "τύπο" σε σχέση με όσα συμβαίνουν απο το μέλλον. Βεβαίως κάθε Χεγκελιασμός του Ιωακείμ θα συγκρουστεί μ'ένα γεγονός πολύ μεγάλης σημασίας: "Ο Ιωακείμ δέν είχε ονειρευτεί, πάνω στη γή, ένα επέκεινα της τρίτης εποχής". Μία υπέρβαση τής εποχής τού Πνεύματος σε μία περαιτέρω εποχή η οποία με την σειρά της όπως θα το απαιτούσε η διαλεκτική τής ιστορίας- θα υφίστατο μία νέα υπέρβαση επ'αόριστον! Οι πνευματικοι του απόγονοι όμως, θα είχαν μειώσει την ιδέα τής υπερβάσεως, τής επαληθεύσεως τής Χριστολογικής εποχής: μία κρίση αυτή σε συμφωνία με την ερμηνεία του Ακινάτη!
Σύμφωνα με τον Ακινάτη, Ο Ιωακείμ είχε δηλώσει την παροδικότητα του νέου νόμου του Χριστού, στην βάση μερικών μαρτυριών τής Γραφής και ιδιαιτέρως εκείνης του Παύλου στην 1 πρός Κορ 13, 12. "Οταν έλθει αυτό που είναι τέλειο, εκείνο που είναι ατελές θα εξαφανιστεί", γι'αυτό ο νέος νόμος καθότι ατελής θα καταργηθεί υπέρ μίας νέας καταστάσεως, πιό τέλειας. Στην συνέχεια στηρίχθηκε σε εκείνη την μαρτυρία τού κατά Ιωάννην 16, η οποία αφορά την υπόσχεση στους μαθητές για το γεγονός τού πνεύματος τού παρακλήτου το οποίο θα τους είχε εισάγει στην γνώση κάθε αλήθειας, έτσι ώστε η εκκλησία δέν θα γνώριζε ακόμη, στην κατάσταση της Κ.Δ. όλη την αλήθεια και πρέπει να περιμένει μία άλλη κατάσταση στην οποία θα της είχε αποκαλυφθεί απο το πνεύμα. Τέλος εκείνη την μαρτυρία την κατά Ματθαίον 24,14 στην οποία ο Κύριος λέει: "και κηρυχθήσεται τούτο το Ευαγγέλιον της Βασιλείας εν όλη τη οικουμένη εις μαρτύριον πάσι τοις εθνεσι, και τότε ήξει το τέλος". Τώρα όμως το τέλος δέν έφτασε ακόμη, ενώ το Ευαγγέλιο του Χριστού έχει αναγγελθεί, γι'αυτό το Ευαγγέλιο τού Χριστού δέν θα ήταν το Ευαγγέλιο της Βασιλείας και επομένως είμαστε υποχρεωμένοι να περιμένουμε ένα άλλο Ευαγγέλιο τού Αγίου Πνεύματος, το οποίο πρόκειται να έλθει! Έτσι λοιπόν, όπως υπήρξε μία κατάσταση (εκείνη του αρχαίου νόμου) για να οικειοποιηθούμε το πρόσωπο του Πατρός και μία άλλη (εκείνη του νέου νόμου) στην οποία οικειοποιούμεθα τον Υιό, θα πρέπει να υπάρχει μία περαιτέρω κατάσταση ώστε να οικειοποιηθούμε το Άγιο Πνεύμα. Η απάντηση του Ακινάτη είναι καθαρή και Θεολογικώς άψογη! Ο νέος νόμος είναι καθοριστικός. Το ευαγγέλιο του Χριστού το οποίο είναι αξεπέραστο και καθόλου παροδικό γι'αυτή την ιστορία. Έτσι είναι χωρίς κανένα νόημα οι δηλώσεις όσων υποστήριξαν την αναμονή μίας άλλης εποχής του Αγίου Πνεύματος, διότι το πνεύμα είναι το πνεύμα του Χριστού(Φιλιόκβε) και χύθηκε στην καρδιά των μαθητών αμέσως μετά την δόξα του στην ανάσταση και την ανάληψη. Επομένως δέν μπορούμε να περιμένουμε καμμία τρίτη κατάσταση η οποία θα ανήκει στο πνεύμα και η οποία θα είναι πέραν του νέου νόμου του Υιού, καθότι δέν υπάρχει τίποτε που να ανήκει στον Πατέρα και δέν είναι επίσης του Υιου, όπως ακριβώς δέν υπάρχει τίποτε που να ανήκει στον Υιό και δέν ανήκει και στο Πνεύμα επίσης!
Και η ερμηνεία του Lubac είναι επίσης ξεκάθαρη: "Ο Χριστός, του οποίου το πρόσωπο έχει μικρή αξία στο έργο του Ιωακείμ, ειναι φιγούρα (τύπος) τού πνεύματος όπως ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν ο τύπος του Χριστού. "Ο ίδιος ο άνθρωπος Ιησούς είναι τύπος του Πνεύματος. Για τον Lubac η ιδιαίτερη εξήγηση του Ιωακείμ των Ιερών Γραφών (η συμφωνία ανάμεσα στις δύο διαθήκες) εμπλέκει αναγκαίως (αλλά και υπονοεί) το ξεπέρασμα του γεγονότος του Χριστού και την υποβάθμιση του μυστηρίου του Πάσχα καθότι τόπος της καθοριστικής και τελευταίας αποκαλύψεως του Τριαδικού Θεού: "Το Ευαγγέλιο του Χριστού, λαμβανόμενο κατά γράμμα, δέν είναι παρά μία "αρκτική ομιλία. Δέν οδηγεί κανέναν στην τελειότητα. Αυτή θα είναι προσβάσιμη μόνον σε μία τρίτη εποχή του πνεύματος.
Ο M. Grabmann χρεώνει στον Ακινάτη το προσόν "να έχει αναιρέσει την τυπικά προφητική κατασκευή τής ιστορίας του Ιωακείμ ντα Φιόρε! Η μεσσιανική εννοιολόγηση τής ιστορίας και η πνευματιστική ερμηνεία της Εκκλησίας που προώθησε ο Ιωακείμ βρήκαν στον Ακινάτη την "καθολική απάντηση" η οποία την απογύμνωσε Θεολογικά, επιβάλλοντας μία ανάγνωση της σκέψης του Ιωακείμ η οποία ισχύει ακόμη και σήμερα χωρίς πολλές παραλλαγές.
Ο J. Moltmann φτάνει σε αντίθετο συμπέρασμα: "στον Ακινάτη το Τριαδικό δόγμα ουδετεροποίησε και μπλόκαρε τον εσχατολογικό δυναμισμό της βιβλικής ιστορίας τής υποσχέσεως. Όποιος σκέπτεται στο σχήμα του χρόνου και της αιωνιότητος δέν ενδιαφέρεται στην πρόοδο των εποχών. Αντιθέτως ο Ιωακείμ, πρώτος αυτός, παρότι όχι μοναδικός στην συνέχεια, σκέφτηκε μαζί Τριάδα και Ιστορία μέσα σε μία προοπτική εσχατολογική τέτοια ώστε η ιστορία τής Βασιλείας τώρα προκύπτει δυναμωμένη Τριαδικώς και η Τριάδα συλλαμβάνεται στο βασίλειο τής δόξας της σαν ολοκλήρωση τής ίδιας τής Τριαδικής ιστορίας." Πρόκειται για μία κριτική ιστορικά πολύ λίγο γενναιόδωρης απέναντι στον Ακινάτη. Χρησιμεύει όμως να προειδοποιήσει για την ανάγκη μίας πιό ήσυχης προσοχής στο επίπεδο της κριτικής απέναντι στις Θέσεις του Ιωακείμ, αν όχι για τίποτε άλλο επειδή είναι στ'αλήθεια πολύ σύνθετος ο Θεολογικός του διαλογισμός, η εξηγητική του και η αποκαλυπτική του!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου