O Doctor Angelicus συναντά
τον Κάλλιστο Αγγελικούδη
τον Κάλλιστο Αγγελικούδη
Ο Κάλλιστος Αγγελικούδης αναλύει και σχολιάζει
το κατά των Ελλήνων βιβλίο του Θωμά Ακινάτη
270. Αν είναι λοιπόν, σύμφωνα με την κάκιστη αξίωση του Θωμά, όλα όσα συγκαταλέγονται στον Θεό ουσία του Θεού, είναι φανερό, πως είναι και η τέχνη στον Θεό θεία ουσία. Επειδή συλλογίζεται λοιπόν ο Θωμάς, παίρνοντας τις αφορμές απ’ τα δικά μας, τον Θεό, και διακηρύσσει την τέχνη που υπάρχει στον Θεό ουσία του Θεού, κατά τα προαναφερθέντα, θα είναι και σε μας η τέχνη ουσία και οι διαφορετικές τέχνες ουσίες διαφορετικές, απ’ το οποίο δεν θα μπορούσε να γίνη τίποτα πιο άτοπο να νομίζης. « Υπάρχει φρόνηση στον Θεό» λέει « κι αυτό είναι που λέγεται στον Ιώβ ‘ παρ’ αυτώ εστι φρόνησις και ισχύς ’ » ( Ιώβ κστ΄63 και κβ΄ 13 ). Υπάρχει λοιπόν στ’ αλήθεια, όχι όμως όπως νομίζει η αίρεση, κατά κανέναν τρόπο πως είναι ό,τι έχει ο Θεός θεία ουσία· γιατί και το λόγιο του Ιώβ που αναφέρθηκε τώρα διδάσκει, να μη νομίζουμε τη φρόνηση ουσία του Θεού· γι’ αυτό, αφού είπε « έστιν αυτώ φρόνησις », πρόσθεσε « και ισχύς », ώστε έχοντάς τα κανείς ακούσει αυτά και έχοντας εννοήσει πως διαφέρουν – γιατί έχουν διαφορετικό τον λόγο η φρόνηση κι η ισχύς – να μη φθάση ποτέ να εννοήση, ότι είναι ουσία αυτά του Θεού.
271. Γιατί δεν θα συναποτελεσθή από διάφορες ουσίες, κατά τον Χρυσορρήμονα, « η ουσία του Θεού που είναι απλός και ασύνθετος » ( Περί ακαταλήπτου ). Εξάλλου, κι αν λεγόταν πως υπάρχει μόνη η φρόνηση στον Θεό, ούτε έτσι θα είχε λόγο να τη νομίζη αυτήν ουσία, επειδή είναι ακριβώς πολυμερής η φρόνηση και τετράπλοκη. Γιατί έχει πάντα αδιάστατα μαζί της τη δικαιοσύνη, τη σωφροσύνη και την ανδρεία. Δεν είναι άρα θεία ουσία η φρόνηση που υπάρχει στον Θεό. Είναι μάταιος ( ανόητος ) άρα ο Θωμάς και αιρετικός, νομίζοντας πως είναι ό,τι κι αν έχη ο Θεός θεία ουσία.
272. Και λέει πάλι ο ίδιος, αυτά που ελέγχουν την κακοδοξία του· « υπάρχει στον Θεό αρετή αλήθειας, γι’ αυτό και λέγεται στην προς Ρωμαίους· ‘ έστι δε ο Θεός αληθής ’ ( Ρωμ. γ΄ 4 ). Και στους Ψαλμούς· ‘ πάσαι αι οδοί αυτού αλήθεια ’ » ( Ψαλμ. ριν΄151). Αν συνίσταται λοιπόν η αλήθεια από πολλές οδούς του Θεού – γιατί αυτό φανερώνει το πάσαι – δεν είναι άρα η αλήθεια του Θεού ουσία του, γιατί δεν συναποτελείται από πολλά κι η ουσία του Θεού. Υπάρχει άρα αλήθεια στον Θεό και δεν είναι ουσία του Θεού. Είναι μάταιος ( ανόητος ) άρα και αιρετικός ο Θωμάς, νομίζοντας αυτά που υπάρχουν στην ουσία του Θεού ουσία του.
273. « Οφείλει να επιγράφεται κατ’ εξοχήν η σοφία στον Θεό, γι’ αυτό και λέγεται στον Ιώβ· ‘ σοφός εστι τη καρδία ’ ( Ιώβ λζ΄ 24 ). Και στον Εκκλησιαστή· ‘ πάσα σοφία από Κυρίου Θεού εστι και μετ’ αυτού ην αεί ’ ( Εκκλησιαστ. Ι΄16 ). Και λέει κι ο φιλόσοφος, στο Α΄ των μετά τα Φυσικά, ότι είναι κτήμα θείο κι όχι ανθρώπινο » ( Αριστοτέλους, Τα μετά τα Φυσικά, Α΄2 ). Αν λέγεται λοιπόν πως είναι η σοφία στον Θεό και μαζί με τον Θεό κα πως είναι κτήμα θείο, δεν είναι θεία ουσία, αλλά περί την ουσία. Κι ακόμα· « οι αρετές αυτές είναι » λέει « στον Θεό παραδειγματικές των δικών μας ». Αν είναι λοιπόν αρετές, είναι φανερό, πως είναι πολλές· κι αν είναι πολλές, είναι φανερό, πως είναι και διαφορετικές. Πώς θα είναι λοιπόν οι αρετές του Θεού ουσία του Θεού, οι πολλές και διαφορετικές, του ενός και απλού και αμέριστου ; και λέει ο Θωμάς· « η αρετή του Θεού είναι η ουσία του » και νομίζει, όπως φαίνεται, μια την αρετή του Θεού· κι αυτές που έχει πη προηγουμένως πολλές αρετές, τις έχει πη ψευδόμενος. Κι αν ήταν αληθινός, λέγοντας πως υπάρχουν αρετές στον Θεό, είναι ψεύτης προσθέτοντας στον ενικό, ότι η αρετή του Θεού είναι η ουσία του.
274. Γιατί αν είναι η αρετή του Θεού η ουσία του, είναι οι πολλές αρετές στον Θεό πολλές ουσίες του Θεού· και δεν έχει μιάν ουσία ο Θεός και απλή κατ’ αυτόν, αλλά πολλές και ποικίλες και διαφορετικές αναμεταξύ τους, πράγμα που δεν ξεύρω, ποιάν κακοδοξία δεν ξεπερνά. Αν είναι η αρετή του Θεού η ουσία του, θα είναι και σε μας ουσία η αρετή κι οι αρετές ουσίες· και είναι το να είσαι ελλειπής στην αρετή, να είσαι ελλειπής στην ουσία· κι όπως ακριβώς διαφέρουν οι άνθρωποι κατά την αρετή, έτσι θα διαφέρουν και κατά την ουσία. Και δεν ξεύρω ποιες ουσίες να αποδώσω στα έθνη, που δεν προσλαμβάνουν την αρετή· γιατί δεν έχουν ούτε κάν ανθρώπινη ουσία, αν είναι ακριβώς η αρετή του ανθρώπου ουσία του. Αλλά και να τα εννοής μόνον αυτά είναι έσχατη μωρία και αιτία για πολλές ασέβειες.
275. « Ταυτίζεται ο Θεός κι η μακαριότητά του. Είναι άρα ο Θεός η μακαριότητά του ». Ακολουθεί πάλι τα προηγούμενα ασεβήματα και θα ντραπή πάλι, όπως προηγουμένως, με όσα έχουμε ήδη πη. Γιατί έχουν κι οι άγγελοι και οι ψυχές κατά μετοχή απ’ τον Θεό το μακάριο, και δεν μετέχουν στην ουσία του Θεού ούτε οι άγγελοι, ούτε οι ψυχές, έστω κι αν διαρραγούν ( σκάσουν ) όλες οι αιρέσεις, κι ο Θωμάς.
276. « Στα πράγματα» λέει « που οι δυνάμεις τους δεν είναι οι ουσίες τους, είναι οι δυνάμεις αυτές συμβεβηκότα ». Είναι λόγια μεγάλης μωρίας αυτά κι είναι αληθινά σκοτεινότεροι απ’ τον άδη αυτοί που εμπιστεύονται τις δικές τους νοήσεις και δεν ακολουθούν τους θεοσόφους και διδασκάλους της Εκκλησίας. Γιατί νάτη η ψυχή που είναι μιά, πολυδύναμη, που έχει νόηση, διάνοια, αίσθηση, δόξα και φαντασία. Και δεν είναι αυτά συμβεβηκότα· γιατί κανένας, που έχει σωστή φρόνηση, δεν θα νομίση ποτέ τη λογική ψυχή χωρίς αυτά, ούτε μιάν απλήν ουσία τα πολλά. Κι αν είναι οι δυνάμεις της ψυχής συμβεβηκότα, θα είναι αδύναμη αυτή η ίδια η ψυχή.
277. Αλλ’ είναι βέβαια ον το κάθε τι που έχει μιάν οποιαδήποτε φυσική στον εαυτό του δύναμη, κι αυτό που δεν έχει δύναμη δεν είναι ούτε και ον το ίδιο. Γιατί φανέρωση κάθε ουσίας είναι η φυσική σ’ αυτήν δύναμη, όπως λέν οι θεόσοφοι. Κι αν δεν τά ‘ χη αυτά συμβεβηκότα η ψυχή, και τα έχει ουσία, θα συναποτελείται από πολλές ουσίες και θα είναι σύνθετη και από διάφορους λόγους και δεν θα είναι απλή, που είναι ακριβώς άτοπο. « Η θέληση » λέει « του Θεού είναι η ουσία του ». Και λέει, σαν να ανατρέπη εκούσια τα δικά του, μετά· « ο Θεός ποιεί στα κτίσματα όχι απ’ την ανάγκη της φύσης, αλλά με την εξουσία της θέλησης ».
278. Ακόμα· « δεν προέρχονται με φυσικό τρόπο τα κτίσματα απ’ τον Θεό, αλλά με τη θέληση,». Κι ακόμα· « το είναι των πραγμάτων έρρευσε απ’ τη θεία θέληση». Κι ακόμα· « Η θεία δύναμη ενεργεί σε όλα τα πράγματα σύμφωνα με τη θέληση κι όχι σύμφωνα με την ανάγκη της φύσης ». Κι ακόμα· « επειδή ο Θεός είναι αυτός που πρωταρχικά ποιεί, δεν ποιεί με την ανάγκη της φύσης, αλλά με τον νου και τη θέληση »˙ κι αυτό είναι κάποιου που διακρίνει τη θεία φύση απ’ τη θεία νόηση και θέληση. Δεν ταυτίζεται άρα η θεία ουσία με τη θεία θέληση, κι ούτε είναι η θέληση του Θεού η ουσία του. Κι αυτό είναι, όπως πολλές φορές είπαμε, ολοφάνερη ( σαφής ) κακοδοξία.
279. « Έσχατο τέλος της νοερής φύσης είναι ο Θεός. Είναι εκείνη λοιπόν η ενέργεια του ανθρώπου ουσιωδώς μακαριότητα και ευδαιμονία, με την οποία και φθάνει προς τον Θεό. Κι αυτό είναι το νοείν ( να νοή ) ». Κι ακόμα· « δεν μπορούμε να θέλουμε, αυτό που δεν νοούμε. Υπάρχει λοιπόν στο να γνωρίζης τον Θεό με τον νού η έσχατη ευδαιμονία του ανθρώπου κι όχι στην ενέργεια της θέλησης ». Και αναιρώντας όπως το συνηθίζει τα δικά του, λέει· « είναι ανάγκη να είναι ένα αγαθό η ευδαιμονία, στο οποίο φθάνει ακριβώς ο άνθρωπος με τη δική του θέληση ».
280. Εμπλέκεται σε διάφορα ψεύδη μ’ αυτά ο Θωμάς. Και πρώτο ότι νομίζει τη νόηση ( το νοείν ) του ανθρώπου έσχατη ευδαιμονία, με την οποία γνωρίζει τον Θεό. Γιατί αν δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα χωρίς τη βοήθεια του Κυρίου με τη συμβολή του αγίου Πνεύματος, όπως έχει πή ο Κύριος, « χωρίς εμού ού δύνασθε ποιείν ουδέν » ( Ιωάν.ιε΄5 ), πώς υπάρχει μόνο με το να νοής τον Θεό και με μόνον τον νού η έσχατη ευδαιμονία του ανθρώπου; Είναι έγκλημα μεγάλης αφροσύνης αυτό και υπερηφάνειας ελληνικής. Γιατί μόνο το άγιο Πνεύμα υπενθυμίζει ολόκληρη τη θεία αλήθεια και φανερώνει στον μέτοχό του να την βλέπη· κι είναι αδύνατο να θεωρήσης τη θεία αλήθεια χωρίς τη μετοχή του αγίου Πνεύματος, που επιδημεί ( διαμένει ) εκ πίστεως στον νου και τον φωτίζει, όπως είναι ακριβώς αδύνατο να δούν τον αισθητό ήλιο σκοτεινοί απ’ την ασθένεια οφθαλμοί.
281. Έπειτα, αυτός που λέει ότι « δεν υπάρχει η έσχατη ευδαιμονία του ανθρώπου στην ενέργεια της θέλησης », λέει πάλι μεταστρεφόμενος˙ « φτάνει με τη θέλησή του ο άνθρωπος στην ευδαιμονία». Κι ακόμα· « είναι τέλειο το έσχατο αγαθό, κάνοντας την έφεση να ηρεμή ». Και πρόκειται για ολοφάνερο ψέμμα. Γιατί πώς θα κάνη ο Θεός - γιατί αυτό είναι το έσχατο και τέλειο αγαθό - που είναι άπειρος σε όλα, να ηρεμή η έφεση; Γιατί η έφεση στον Θεό είναι τροφή αληθινή της ψυχής, γι’ αυτό και αποδείξαμε ήδη με τα ρητά των θεοφόρων, πως δεν θα παυθή ( σταματήση ) κάποτε ούτε των αγγέλων ούτε των ανθρώπων η έφεση η προς τον Θεό, αλλά θα είναι αεικίνητη και αόριστη. Και παύεται εκείνων μόνο η έφεση, που η νόησή τους είναι όπως των κατά τον έσω άνθρωπον εξ απιστίας νεκρών, για τους οποίους έχει πή ο Σωτήρ « άφες τους νεκρούς θάψαι τους εαυτών νεκρούς» ( Ματθ. η΄22 ).
282. Και λέει κι ο Θωμάς, πως κάθε ζωή φανερώνει κίνηση, γι’ αυτό και παραχωρεί την κίνηση στο άγιο Πνεύμα, που ζή και είναι αυτοζωή και ζωοποιεί, κίνηση δε του νού είναι η νόηση κι η σύμφωνα μ’ αυτήν έφεση. Ψεύδεται άρα και μάλιστα πολύ αυτός που τα λέει αυτά για την ευδαιμονία· γιατί ούτε στο νοείν – γιατί αυτό είναι γνώμη ( δόξα ) ελληνική– ούτε στο θέλειν – γιατί αυτό είναι γνώμη ( δόξα ) οιηματική – αλλ’ είναι έσχατη ευδαιμονία η κοινωνία και ένωση του ζωοποιού Πνεύματος κι ο σύμφωνα μ’ αυτήν φωτισμός, που όταν θα τον δεχθή η ψυχή, έχει αεικίνητες τις ανατάσεις και τις εφέσεις προς τον Θεό.
Συνεχίζεται
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου