ΑΠΟΛΟΓΙΑ ΔΙΕΞΟΔΙΚΩΤΕΡΑ
Προς τους νομίζοντες ότι δεικνύονται δύο θεοί εκ του ότι η θεοποιός δωρεά του Πνεύματος, της οποίας υπέρκειται κατ' ουσία ο Θεός, ονομάζεται από τους αγίους όχι μόνον αγένητος θέωσις άλλα και θεότης,
ή περί θείων ενεργειών και της κατ’ αυτές μεθέξεως.
Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΝ ΟΠΟΙΟ ΞΕΧΑΣΑΝ ΟΙ ΘΕΟΛΟΓΟΥΝΤΕΣ
Συνέχεια από: Δευτέρα 20 Ιουλίου 2020
40. Ο μεν νοητός και αισθητός κόσμος ολόκληρος άρχισε να υπάρχει ως κτίσμα, η δε επιφαινόμενη σε αυτόν ή και εμφαινόμενη, ως μετεχόμενη, σοφία του κτίσαντος Θεού, της οποίας «το πολυποίκιλον», ως λέγει ο Παύλος, «εγνωρίσθη στις αρχές και τις εξουσίες δια της Εκκλησίας», αυτή η σοφία λοιπόν πώς δύναται να είναι αρκτόν και κτιστόν; Τί λοιπόν; Η επιφαινόμενη στα δημιουργήματα σοφία του Θεού είναι η ουσία του Θεού; Αλλά αυτή μεν είναι πάντοτε αμέθεκτος και απλή, η δε σοφία μετέχεται από τους σοφώς κατηρτισμένους και με την πρόνοια αυτών ενίοτε παρουσιάζεται πολυποίκιλος. Σοφία δε λέγω τώρα την θεωρούμενη (υφιστάμενη) εις τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα. Διότι και ο απόστολος, αφού εδόξασε «τον μόνον σοφόν Θεόν Σωτήρα ημών», δίδαξε ότι η σοφία είναι κοινή στην προσκυνητή τριάδα. Και ο εκ Δαμασκού δε θείος Ιωάννης λέγει ότι ο Χριστός έχει «σοφίαν και γνώσιν θείαν και ανθρώπινην». Αν δε υπάρχει σοφόν κάποιο από τα δημιουργήματα, η σοφία την οποία έχει είναι κτίσμα, διότι είναι αποτέλεσμα, η δε σοφία της οποίας μετέχει ως τεχνητόν δεν είναι κτίσμα, διότι είναι θεία δύναμις συνημμένη με τον κτίσαντα. Στην συνέχεια του λόγου θα δείξουμε ότι η μέθεξις των θεωμένων είναι άλλη και διαφέρει μεγάλως της μεθέξεως των κτιστώς παραγομένων πραγμάτων, διότι οι θεωμένοι δεν έχουν μόνον επιφαινόμενη αλλά και διαφαινόμενη την θείαν ενέργειαν και ενεργούσαν δι’ αυτών πάλι τα εαυτής, όπως η ακτίς του ηλίου δι’ υελίνων υμένων ή το πυρ δια πυρακτωμένης ύλης· θα δείξουμε λοιπόν ότι η θέωσις αυτή είναι τέτοια και γι’ αυτό κηρύσσεται άκτιστος από τους άγιους. Τώρα δε χάριν των ετοίμων να υβρίσουν πρέπει να προβάλουμε αξιόλογον μάρτυρα των προ ολίγου επιχειρημάτων μας.
41. Έτσι λοιπόν όχι μόνον στην περίπτωσιν της σοφίας, αλλά και επί της ζωής και της αγαθότητος, της αγιότητος και της αθανασίας, και γενικώς όλων των όντων, τα μεν έχουν κτισθεί και λάβει αρχήν ως μετέχοντα, τα δε επιφαινόμενα μεθεκτώς είναι άκτιστα και άναρχα· διότι είναι θείες αΐδιες ενέργειες, συνημμένες αϊδίως με τον εξ αϊδίου παντοδύναμον και αυτοτελή Θεο και δεσπότη του παντός ο οποίος είναι και των μεθεκτών τούτων ως φύσει εξ αϊδίου νοουμένων ανώτερος και υψηλότερος κατά την αμέθεκτον σε όλους ουσία. Γι' όλα δε αυτά ας προσέλθει να συνηγορήσει με εμάς ο πολύς στα θεία Μάξιμος, ο οποίος και ολίγου ανωτέρω προεβλήθει λέγοντας σαφώς ότι ο θεός είναι κατ' ουσίαν αμέθεκτος σε όλους. Λέγει λοιπόν· «Όλα τα αθάνατα καθώς και η ιδία η αθανασία, και όλα τά αιώνια καθώς και η ίδια η ζωή, και όλα τα άγια καθώς και η ίδια η αγιότης, και όλα τα ενάρετα καθώς και η ίδια η αρετή, και όλα τα όντα καθώς και η ίδια η οντότης, είναι προδήλως έργα του Θεού. Αλλά άλλα μεν αυτών έχουν χρονική αρχήν υπάρξεως, διότι υπήρχε καιρός κατά τον οποίον αυτά δεν υπήρχαν, άλλα δε δεν έχουν χρονική αρχήν υπάρξεως, διότι δεν υπήρξε ποτέ καιρός κατά τον οποίον δεν υπήρχε αρετή, αγαθότης, αγιότης και αθανασία. Και εκείνα μεν τα όποια έχουν χρονική αρχή είναι και λέγονται ό,τι είναι και λέγονται δια της μετοχής σε όσα δεν έχουν χρονική αρχή. Διότι πάσης ζωής και αθανασίας, αγιότητος και αρετής δημιουργός είναι ο Θεός, διότι υπέρκειται υπερουσίως όλων των λεγομένων και νοουμένων».
Και πάλι, «οι μελετητές πρέπει να αναζητήσουν, ποια αρμόζει να θεωρήσουν ως έργα των οποίων την γένεσιν άρχισε ο Θεός και πάλι ποια των οποίων δεν άρχισε την γένεσιν· διότι αν κατέπαυσε όλων των έργων τα όποια άρχισε να πραγματοποιεί είναι φανερό ότι δεν κατέπαυσε εκείνων τα όποια δεν άρχισε να πραγματοποιεί. Μήπως λοιπόν έργα μεν Θεού έχοντα χρονική αρχή υπάρξεως είναι όλα τα μετέχοντα του “είναι” όντα, όπως οι διάφορες ουσίες των όντων (διότι έχουν πρεσβύτερο της υπάρξεως τους το μη όν, εφ’ όσον υπήρχε εποχή κατά την οποία τα μετέχοντα του “είναι” όντα δεν υπήρχαν), έργα δε Θεού τα οποία δεν έτυχε να έχουν χρονική αρχή της υπάρξεως τους είναι τα όντα μεθεκτώς, των οποίων κατά χάριν μετέχουν τα μετέχοντα όντα, όπως η αγαθότης και παν ο,τι συμπεριλαμβάνεται στην έννοια της αγαθότητος, και γενικώς πάσα ζωή, αθανασία, απλότης, ατρεψία, απειρία, και όσα υφίστανται περί αυτόν ουσιωδώς τα οποία και έργα Θεού είναι και δεν έχουν χρονική αρχή υπάρξεως; Πράγματι το ότι δεν υπήρξε καιρός, δεν υπήρξε ποτέ πρεσβύτερο της αρετής ούτε κάποιου άλλου των αναφερθέντων, έστω και αν τα μετέχοντα αυτών καθ’ εαυτό είχαν χρονική αρχή υπάρξεως. Διότι πάσα αρετή μη έχουσα τον χρόνο της πρεσβύτερο, είναι άναρχος, ως έχουσα τον Θεόν μοναδικόν γεννήτορα της υπάρξεώς της αϊδίως. Όλων δε των όντων και μετεχόντων και μεθεκτών, ο Θεός υπέρκειται απειράκις απείρως. Πράγματι παν ό,τι έχει ως χαρακτηριστικό τον λόγον του “είναι” (της υπάρξεως), είναι έργον Θεού, έστω και αν έχει χρονική αρχή υπάρξεως κατά γένεσιν, η δε ιδιότης τού κατά χάριν έχει τεθεί στα δημιουργήματα, ως έμφυτος δύναμις, κηρύττουσα τόν είς τα πάντα υπάρχοντα Θεόν διαπρυσίως».
Συνεχίζεται
Αμέθυστος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου