Ο Κυναίγειρος πέρασε στην ιστορία ως ο κορυφαίος ήρωας Αθηναίος οπλίτης στη μάχη του Μαραθώνα. Στην ίδια μάχη πολέμησε γενναία και ο αδελφός του, Αισχύλος. Σύμφωνα με αρχαία πηγή, τραυματίστηκε σοβαρά αλλά συνέχισε να πολεμά τους Πέρσες και τελικά οι συμπολεμιστές του τον απομάκρυναν με φορείο από το πεδίο της μάχης.
Το 490 π.Χ. ο Αισχύλος ήταν 35 ετών και ήδη γνωστός στην Αθήνα ως τραγικός ποιητής, αφού λίγα χρόνια νωρίτερα (μεταξύ 499-496 π.Χ.) είχε παρουσιάσει επί σκηνής την πρώτη του τραγωδία. Είναι λογικό, λοιπόν, να υποθέσουμε ότι ο Αισχύλος μπορεί να ανέδειξε την ηρωική δράση του Κυναίγειρου στον Μαραθώνα, μέσω της τέχνης του.
Όμως, σε καμία από τις επτά γνωστές τραγωδίες του Αισχύλου δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά – όχι μόνον στον αδελφό του αλλά ούτε καν στη μάχη του Μαραθώνα.
Γράφει ο ιστορικός Κώστας Λαγός
Το ίδιο φαίνεται να ισχύει και για τις περισσότερες από 70 τραγωδίες του που είναι σήμερα χαμένες και τις γνωρίζουμε από τους τίτλους, τις συνόψεις τους και τα αποσπάσματα που έχουν διασωθεί. Βέβαια, τα θέματα των αρχαιοελληνικών τραγωδιών προέρχονταν από τη μυθολογία και όχι από ιστορικά γεγονότα ή την επικαιρότητα. Υπάρχουν ωστόσο εξαιρέσεις, όπως οι «Πέρσες» του Αισχύλου (472 π.Χ.) που πραγματεύεται τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, μία δεκαετία μετά τη μάχη του Μαραθώνα.
Η απουσία του Μαραθώνα από τα έργα του Αισχύλου
Με αφορμή το συγκεκριμένο έργο, ο μεγάλος τραγικός ποιητής θα μπορούσε να μιλήσει εκτός από την ελληνική νίκη στη Σαλαμίνα και για εκείνη στον Μαραθώνα, όπου διακρίθηκε ο ίδιος και ο αδελφός του. Αντίθετα, ο Αισχύλος στους «Πέρσες», όχι μόνο δεν κάνει καμία –άμεση–αναφορά στη μάχη του Μαραθώνα, αλλά δηλώνει πως όλες οι εκστρατείες του Δαρείου υπήρξαν νικηφόρες (στίχοι 860-863).
Είναι σαν να λέει στους Αθηναίους ότι ποτέ δεν κατατρόπωσαν το στράτευμα του Δαρείου και ότι δεν υπήρξε ποτέ ο Μαραθώνας! Όμως, ο ίδιος ο Αισχύλος ζήτησε να μνημονευθεί στο επιτύμβιό του μόνο ο ηρωισμός του σε αυτή την «ανύπαρκτη» μάχη: «…ἀλκὴν δ’ εὐδόκιμον Mαραθώνιον ἄλσος ἄν εἴποι καὶ βαθυχαιτήεις Μῆδος ἐπιστάμενος».
Ούτε λέξη για το τεράστιο πολιτιστικό του έργο ή για τη δράση του στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, παρά τις θριαμβολογίες στους «Πέρσες».
Ο Μαραθώνας απουσίαζε από τα έργα του Αισχύλου αλλά όχι και από τη σκέψη του αφού τον στοίχειωνε ως την ημέρα που πέθανε. Ίσως μπορούμε να καταλήξουμε σε κάποια λογικά συμπεράσματα γι’ αυτή την αντιφατική στάση του μεγάλου τραγικού ποιητή. Αρχαία φιλολογική πηγή καταγράφει ότι μετά τη μάχη του Μαραθώνα έλαβε χώρα ποιητικός αγώνας μεταξύ του Σιμωνίδη του Κείου και του Αισχύλου για την καλύτερη ελεγεία στη μνήμη των πεσόντων Αθηναίων μαραθωνομάχων. Λέγεται ότι τον αγώνα κέρδισε ο Σιμωνίδης, κάτι που πίκρανε τον Αισχύλο τόσο, ώστε να φύγει από την Αθήνα.
Βέβαια, ο Σιμωνίδης ήταν τότε ο μεγαλύτερος ελεγειακός ποιητής. Όμως ο Αισχύλος είχε πολεμήσει και διακριθεί στη μάχη του Μαραθώνα, ενώ ο Σιμωνίδης όχι. Επιπλέον, στη διάρκεια της μάχης σκοτώθηκε ο αδελφός του, ο Κυναίγειρος. Ο Αισχύλος μπορεί να ανέμενε ότι οι συμπολεμιστές του θα βράβευαν τη δική του ελεγεία και η ήττα του μπορεί να ήταν ο λόγος που δεν ανέφερε ξανά τη μάχη στα έργα του.
O Αισχύλος στη μάχη του Μαραθώνα
Όμως, φαίνεται να υπάρχει και σοβαρότερη αιτία, γιατί ο Αισχύλος απέφευγε να αναφέρει τον Μαραθώνα στο δημόσιο λόγο του.
Στη διάρκεια της μάχης, η θέση του στην οπλιτική φάλαγγα ήταν πολύ κοντά στον Κυναίγειρο, αφού τότε οι οπλίτες παρατάσσονταν δίπλα στα οικεία τους πρόσωπα. Το 490 π.Χ. οι Αθηναίοι δεν είχαν αρχίσει ακόμη να παρατάσσονται στην οπλιτική φάλαγγα με βάση τις κλάσεις – σε μία τέτοια περίπτωση, ο Αισχύλος θα είχε δίπλα του συντοπίτες του της ίδιας ηλικίας και όχι τον νεότερο αδελφό του.
Έτσι, στη διάρκεια της μάχης του Μαραθώνα, ο Αισχύλος πολεμούσε πολύ κοντά στον αδελφό του. Ως μεγαλύτερος μπορούμε να υποθέσουμε ότι θα έκανε ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατόν για να μην χάσει τον Κυναίγειρο από το οπτικό του πεδίο.
Όταν λοιπόν εκείνος έφυγε αυθόρμητα μπροστά από την οπλιτική φάλαγγα, καταδιώκοντας τους Πέρσες προς τα πλοία τους, ο Αισχύλος θα αντιλήφθηκε αμέσως την κίνησή του και έτσι θα ήταν ανάμεσα στους πρώτους Αθηναίους που ακολούθησαν κατά πόδας τον Κυναίγειρο. Ακόμη και αν ο Αισχύλος δεν είδε τον αδελφό του να τραυματίζεται, θα έμαθε γρήγορα τι του συνέβη και μπορεί να τον βρήκε ακόμη ζωντανό να ψυχορραγεί. Έτσι, δεν αποκλείεται ο Κυναίγειρος να πέθανε στα χέρια του Αισχύλου.
Η εκδοχή αυτή μπορεί να φαντάζει μυθιστορηματική, αλλά έχουμε μία ένδειξη ότι ήταν γνωστή στην αρχαιότητα. Στην παράσταση ρωμαϊκής σαρκοφάγου, που βρίσκεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Μπρέσια στην Ιταλία και έχει ως θέμα της τη μάχη του Μαραθώνα, διακρίνεται στο κέντρο της πεσμένος ένας νεαρός αγένειος Έλληνας οπλίτης δίπλα σε περσικό πλοίο, στην πρύμνη του οποίου φαίνεται να ακουμπά το αριστερό του χέρι. Είναι φανερό ότι ο άνδρας αυτός έχει πληγεί από τους Πέρσες και ίσως έχει αποκοπεί το δεξί του χέρι (στο σημείο αυτό η παράσταση είναι φθαρμένη). Πάνω στην πρύμνη του πλοίου, ένας Πέρσης ετοιμάζεται να χτυπήσει τον νεαρό οπλίτη με πέλεκυ. Ένας άλλος, μεγαλύτερος σε ηλικία, γενειοφόρος οπλίτης βρίσκεται δίπλα του και τον κρατά με το δεξί του χέρι, ενώ προσπαθεί να τον προστατέψει από τον Πέρση με την ασπίδα του.
Η Έβελιν Χάρισον, στο επιστημονικό της άρθρο “The South Frieze of the Nike Temple and the Marathon Painting in the Painted Stoa”, ταυτίζει τον νεαρό τραυματισμένο Έλληνα με τον Κυναίγειρο και ο Νίκος Γιαννόπουλος («Μαραθώνας 490 π.Χ. Η Αθήνα συντρίβει την Περσική Υπεροψία», Στρατιωτική Ιστορία, Σειρά Μεγάλες Μάχες, 21) κάνει τη λογική σκέψη ότι ο πιο ηλικιωμένος οπλίτης που προσπαθεί να τον προστατέψει είναι ο Αισχύλος. Είναι πιθανόν, λοιπόν, ότι ο Αισχύλος δεν είδε απλά νεκρό μετά τη μάχη τον μικρό του αδελφό, αλλά τον κράταγε στην αγκαλιά του καθώς γύρω τους λυσσομανούσε η μάχη.
Ο Κυναίγειρος σφάδαζε από τον πόνο και το αίμα του πεταγόταν σαν πίδακας από το κομμένο του χέρι, πάνω στον σοκαρισμένο Αισχύλο που ήταν ανήμπορος να βοηθήσει τον αδελφό του ή έστω να του απαλύνει τον πόνο και να σταματήσει τις κραυγές του. Καθώς ο Κυναίγειρος έπεσε στο κέντρο της μάχης στην ακτή, οι δύο αδελφοί θα είχαν καθηλωθεί στο σημείο εκείνο για αρκετή ώρα. Θα ήταν αδύνατον για τον Αισχύλο να τραβήξει τον Κυναίγειρο έξω από την επικίνδυνη περιοχή. Ενώ ο αδελφός του αιμορραγούσε μέχρι θανάτου, ο Αισχύλος θα προσπαθούσε να τον προστατέψει με την ασπίδα του από τα χτυπήματα των Περσών, διακινδυνεύοντας τη δική του ζωή. Είναι πολύ πιθανόν τότε να τραυματίστηκε και ο Αισχύλος, αλλά να αρνήθηκε να φύγει από το πεδίο της μάχης για να μην εγκαταλείψει τον αδελφό του.
Ο Αισχύλος έπασχε από μετατραυματικό στρες;
Οι τραγικές συνθήκες θανάτου του μικρότερου αδελφού του μπορεί να προκάλεσαν στον Αισχύλο «μετατραυματική αγχώδη διαταραχή» (ή «σύνδρομο μετατραυματικού στρες»: «post-traumatic stress disorder», γνωστό με τα αρχικά PTSD).
Η διαταραχή αυτή εμφανίζεται κυρίως σε πολεμιστές της πρώτης γραμμής που βίωσαν το πιο κτηνώδες πρόσωπο του πολέμου, σε επιζώντες κάποιου καταστροφικού συμβάντος (τρομοκρατική επίθεση, φυσική καταστροφή κ.ά.) ή σε άτομα που έχασαν κάποιο αγαπημένο τους πρόσωπο με βίαιο τρόπο. Αν και η μετατραυματική αγχώδης διαταραχή διαγνώστηκε μόλις το 1980, φαίνεται ότι υπάρχουν καταγεγραμμένα περιστατικά της ακόμη και από την αρχαιότητα. Το παλαιότερο από αυτά ίσως είναι του Αθηναίου Επίζηλου στη μάχη του Μαραθώνα, ο οποίος τυφλώθηκε δίχως να τραυματιστεί.
Ορισμένοι μελετητές ερμηνεύουν το συμβάν ως σύμπτωμα/εκδήλωση μετατραυματικής αγχώδους διαταραχής. Βέβαια, ψυχοσωματικό σύμπτωμα σαν αυτό του Επίζηλου είναι ακραίο – όχι όμως και μοναδικό.
Οι περισσότεροι κλείνονται στους εαυτούς τους, σε μία προσπάθεια να κρύψουν τα εύθραστα συναισθήματα που τους προκαλεί η κατάστασή τους και συμπεριφέρονται με αδιαφορία ή ακόμη και σκληρότητα στους γύρω τους. Είναι ενδιαφέρον ότι οι Αθηναίοι είχαν τέτοια εικόνα για τον Αισχύλο, αφού ο Αριστοφάνης στους «Βατράχους» του – έργο που απέχει χρονικά μισό αιώνα από τον θάνατο του Αισχύλου, όταν η μνήμη του ήταν ακόμη ζωντανή – τον παρουσιάζει ως βλοσυρό, αυστηρό, απόμακρο και λιγομίλητο.
Το βασικό γνώρισμα των ασθενών της μετατραυματικής αγχώδους διαταραχής είναι ότι αποφεύγουν να μιλούν για το συμβάν που τούς προκάλεσε το σύνδρομο. Όμως το βιώνουν στη σκέψη τους συνέχεια και αυτό επιδρά ιδιαίτερα αρνητικά στον ύπνο τους, με αποτέλεσμα να υποφέρουν από αϋπνίες και εφιάλτες. Ο Αισχύλος περιέγραψε ακριβώς μία τέτοια κατάσταση, όπου ακόμη και στον ύπνο, ο πόνος για την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου σταλάζει σταγόνα σταγόνα στην καρδιά.
Όμως, σ’ αυτόν που υποφέρει από τον ψυχικό πόνο της απώλειας, μέσα στην απελπισία του έρχεται η σοφία («Αγαμέμνων», στίχοι 179-183): «στάζει δ᾽ ἔν θ᾽ ὕπνῳ πρὸ καρδίας μνησιπήμων πόνος: καὶ παρ᾽ ἄκοντας ἦλθε σωφρονεῖν. δαιμόνων δέ που χάρις βίαιος σέλμα σεμνὸν ἡμένων».
Αν το 490 π.Χ. ο Αισχύλος έπασχε από μετατραυματική αγχώδης διαταραχή, αυτό δεν σημαίνει κιόλας ότι δεν θα μπορούσε να συνεχίσει το πνευματικό του έργο. Αντίθετα, η συγγραφή τραγωδιών μπορεί να λειτουργούσε για τον ίδιο θεραπευτικά, φθάνει να απέφευγε οποιαδήποτε αναφορά στη μάχη του Μαραθώνα. Ήταν η ηρωικότερη στιγμή της ζωής του Αισχύλου αλλά ταυτόχρονα και η πιο οδυνηρή εξαιτίας του θανάτου του Κυναίγειρου. Το γεγονός ότι ζήτησε να αναγραφεί στο επιτύμβιό του μόνο ο ηρωισμός του στη μάχη του Μαραθώνα δεν έρχεται σε αντίθεση με την υπόθεση αυτή, αφού ο ίδιος δεν θα έβλεπε τον τάφο με το επιτύμβιό του.
Όμως ο θάνατος του Κυναίγειρου τον απασχολούσε συνέχεια και όσο και εάν προσπαθούσε να κρύψει μέσα του το ψυχικό τραύμα που του προκάλεσε, ίσως αυτό να βγήκε ασυναίσθητα στην επιφάνεια: ορισμένοι μελετητές εκτιμούν πως η αναφορά του στους «Πέρσες» (στίχοι 463-464) σε κατακρεουργημένους στρατιώτες που τους είχαν αποκοπεί τα άκρα, ίσως αποτέλεσε ασυνείδητη υπόμνηση του τραγικού ποιητή στη μοίρα του πεσόντα αδελφού του στον Μαραθώνα.
Η αναφορά του Ρόμπερτ Κένεντι στον Αισχύλο
Όταν στις 4 Απριλίου 1968, δολοφονήθηκε ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ, ο Ρόμπερτ Κένεντι, ο οποίος πραγματοποιούσε προεκλογικό αγώνα για την προεδρία των ΗΠΑ, μίλησε για έξι λεπτά μπροστά σε πλήθος Αφροαμερικάνων που είχαν εξαγριωθεί για τη δολοφονία του ηγέτη τους. Το κεντρικό θέμα της ομιλίας του ήταν ο πόνος να χάνεις ένα αγαπημένο πρόσωπο με βίαιο τρόπο.
Ο Ρόμπερτ Κένεντι μιλούσε για την απώλεια του Κίνγκ, αλλά έκανε αναφορά και στον προσωπικό του πόνο για τον αδελφό του Τζον, που είχε δολοφονηθεί πέντε χρόνια νωρίτερα. Ο Ρόμπερτ ήταν φανερά συγκινημένος σε όλη τη διάρκεια της ομιλίας του, αλλά κάποια στιγμή η συγκίνηση τον υποχρέωσε να κάνει μία παύση, οπότε συνέχισε λέγοντας ότι ο αγαπημένος του ποιητής ήταν ο Αισχύλος και απήγγειλε τους στίχους 179-183 του «Αγαμέμνονα»: «My favorite poet was Aeschylus. He wrote: In our sleep, which cannot forget falls drop by drop upon the heart until, in our own despair, against our will, comes wisdom through the awful grace of god». Ακόμα και στον ύπνο μας στάζει στην καρδιά μας ο πόνος, που θυμίζει τα παθήματά μας, κι έρχεται, θέλομε δεν θέλομε, να μας σωφρονίσει. Βέβαια η σκληρή αυτή χάρη μας δίδεται απ᾽ τους θεούς, που κάθονται στο σεμνό τους θρόνο».
Δύο μήνες αργότερα και ο Ρόμπερτ Κένεντι δολοφονήθηκε. Σε τοίχο κοντά στον τάφο του έχουν χαραχθεί οι στίχοι αυτοί του Αισχύλου.
[mixanitouxronou.gr]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου