ΕΝΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΟΝΤΟΛΟΓΙΑ (1)
ΔΥΟ ΜΕΤΑΦΥΣΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΔΙΑΙΡΕΤΩΣ ΕΝΩΜΕΝΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
ΔΙΑΧΩΡΙΣΜΕΝΑ ΟΜΩΣ ΣΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ.
Το ερώτημα γεννιέται από τα λογικά αδιέξοδα του αισθητού και σ’ αυτό παραμένει. Η απάντηση δεν βρίσκεται στο αισθητό, όπως πολύ πικρά κατάλαβε και ο ίδιος ο Χάϊντεγκερ. Η ιστορία, η κοινωνιολογία, η ψυχολογία και η φαινομενολογία είναι μεταφυσικές, οι οποίες αρνούνται με πάθος οποιαδήποτε απάντηση. Η σημερινή επιστήμη είναι ένας άπειρος και βαρετός πολλαπλασιασμός του ερωτήματος για το νόημα του υπαρκτού! Το υποκείμενο και ο υπαρξισμός που ακολούθησε, εξυπηρέτησαν αυτήν την εις άπειρον επέκταση, τον πολλαπλασιασμό, την πολλαπλότητα του ερωτήματος, την ανανέωση και την διαιώνισή του.
Σήμερα, σχηματικά, η Δύση είναι ο τόπος του ερωτήματος, που δεν δέχεται όμως καμμία απάντηση εκ συστάσεως. Και η Ανατολή είναι ο τόπος της απαντήσεως, η οποία δεν δέχεται καμμία ερώτηση (Μωαμεθανισμός και Ινδουισμός είναι οι κυρίαρχες μορφές). Παρότι γίνονται πολλές ιδεολογικές προσπάθειες να ενταχθεί και η Ελλάδα στο μοντέλλο της Ανατολής, όσοι γνωρίζουν, γνωρίζουν πως η Ελλάδα γέννησε και δημιούργησε την Δύση απαντώντας σε όλα τα προβλήματα, που μεταμορφώνονται σε ταμπού και θρησκείες όσο μένουν αναπάντητα! Αυτή είναι και η ουσία της θρησκείας. Δυστυχώς η σημερινή Δύση γνώρισε πολύ γρήγορα τον Κάϊν, στο πρόσωπο του Αυγουστίνου, ο οποίος επηρεασμένος από τον Πορφύριο, τον μαθητή του Πλωτίνου, δημιούργησε την οντολογία, η οποία κυριαρχεί μέχρι σήμερα και εισάγεται από ημιμαθείς σοφούς και στην Ελλάδα. Αποκορυφώνεται δε στον Κάντ, ο οποίος και προσπαθεί να πείσει, πως δεν είναι κάν δυνατή μία απάντηση (η μυστική ουσία της Δυτικής εκδοχής της τεχνολογίας).
Σήμερα οι Δυτικοί, για να βρούν κάποιον ορίζοντα, έχουν βαφτίσει τον Αριστοτέλη Πατέρα της οντολογίας. Στην πραγματικότητα ο Αριστοτέλης είναι όμως ο Πατέρας της ουσιολογίας! Η οποία δεν είναι ακριβώς οντολογία, και θα το δούμε αυτό επί τροχάδην. ΑΚΟΜΗ ΚΑΙ ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ ΤΟΥ ΚΛΗΡΙΚΑΛΙΣΜΟΥ ΠΟΥ ΚΥΡΙΑΡΧΕΙ ΣΤΗΡΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΒΕΒΑΙΟΤΗΤΑ ΠΩΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΗ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ. Καταργεί το "αιτείτε και δοθήσεται".
Στο οντολογικό επίπεδο ο μεταφυσικός λόγος στηρίζεται στις έννοιες του Είναι και στα παράγωγά τους: Είναι, μή-Είναι, γίγνεσθαι. Το ενολογικό μοντέλο στηρίζεται σε ένα μετα-οντολογικό επίπεδο, στο επέκεινα δηλ. της ουσίας και του Είναι. Το πρωτολογικό αυτό μοντέλο στηρίζεται στις έννοιες της ενότητος και της πολλαπλότητος (Ένα και πολλά). Το πρωτολογικό ή ενολογικό μοντέλο προσπαθεί να εκφράσει την πρώτη Απόλυτη αρχή.
Στο κείμενο του Πρόκλου "Στοιχεία θεολογίας", στην ερώτηση ποιά είναι η πρώτη αρχή, η ενότης ή η πολλαπλοτης, η απάντηση είναι η εξής: η πρώτη αρχή είναι η ενότης, διότι κανένας τύπος πολλαπλότητος δεν θα ήταν νοητός χωρίς την προϋπόθεση μίας συστατικής μετοχής της ίδιας της πολλαπλότητος στην ενότητα! Διότι η πολλαπλότης είναι ΜΙΑ στο σύνολό της. Και είναι επιπλέον Ένα και καθένα από τα πολλά. Διότι εάν δεν ήταν Ένα, θα ήταν τίποτα. Έτσι η ΕΝΟΤΗΣ προηγείται και η πολλαπλότης ακολουθεί και εξαρτάται από την ενότητα. Η Ενότης λοιπόν είναι η πρώτη Αρχή.
Όμως το Ένα είναι αυτό από το οποίο προέρχεται και στο οποίο τείνει το πάν, καθότι δίνει την ύπαρξη και διασώζει όλα τα πράγματα, ενοποιώντας τα, κάνοντας τα δηλ. αγαθά και τέλεια. Ο Αριστοτέλης γειώνει κατά κάποιον τρόπο το πλατωνικό παράδειγμα, και δημιουργεί ένα πλήρες εναλλακτικό μοντέλο.
Όπως το παρουσιάζει ο ίδιος ο Αριστοτέλης στην Μεταφ. IΙΙ, 2, 1003b 22-23, περιέχει τις παρακάτω βασικές αρχές! «Εάν λοιπόν το όν και το Έν ταυτόν και μία φύσις, επειδή το ένα ακολουθεί το άλλο, όπως η αρχή και το αίτιο, χωρίς όμως να δηλώνονται με έναν λόγο (ορισμό) (παρότι δεν κάνει καμμία διαφορά αν τα συμπεριλάβουμε στον ίδιον ορισμό, αντιθέτως μάς βοηθά κιόλας), διότι είναι ταυτό εις άνθρωπος και άνθρωπος όπως επίσης άνθρωπος και είναι άνθρωπος (ών άνθρωπος) και δέν δηλώνει τίποτε διαφορετικό (έτερον) ο διπλασιασμός της εκφράσεως ένας άνθρωπος, σ’αυτή την άλλη, είναι ένας άνθρωπος (είναι φανερό πως το είναι του ανθρώπου δεν χωρίζει από την ενότητα του ανθρώπου ούτε στην γένεση ούτε στην φθορά, και το ίδιο ισχύει και για το Ένα). Είναι φανερό επομένως πως η πρόσθεση δηλώνει το ίδιο πράγμα (επαναλαμβάνει το ίδιο πράγμα) και ουδέν έτερον το ένα από το όν».
Έτσι το Εν δεν νοείται πλέον επέκεινα της ουσίας, σαν να προέρχεται δηλ. το Είναι από το Ένα. Το έν και το όν ταυτόν και μία φύσις (δηλ. μία πραγματικότης), επειδή όμως η πρωταρχική σημασία τού Eίναι, για τον Αριστοτέλη, στην οποία συγκλίνουν όλες οι υπόλοιπες, είναι η ουσία, επιμένει (Μεταφ. IV 2 1003 b 32-33)! «Ακόμη δέ η εκάστου ουσία έν εστίν καί όχι κατά συμβεβηκός (τυχαίως) καί παρομοίως δέ αυτή η ουσία είναι όν τι (ένα όν)». Έτσι λοιπόν ο Αριστοτέλης αδειάζει ολοκληρωτικώς και εκμηδενίζει όλες τις συνέπειες των εννοιών που ήταν δεμένες με την Ενολογία του Πλάτωνος, παρουσιάζοντάς τες σαν εξαρτώμενες από την θεωρία του Είναι.
Κάτι που θα δούμε λεπτομερώς στην συνέχεια.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου