Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2022

«Η 21η Απριλίου κι Εμείς»: Ο Χρήστος Βακαλόπουλος για τη γενιά που είδε τη Χούντα να πέφτει

 Πώς μπήκαμε και (κυρίως) πώς βγήκαμε από τη δικτατορία των συνταγματαρχών, όπως γράφει με τον διαχρονικό του εύστοχο τρόπο ο Χρήστος Βακαλόπουλος.

«Η 21η Απριλίου κι Εμείς»: Ο Χρήστος Βακαλόπουλος για τη γενιά που είδε τη Χούντα να πέφτει

[Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ιστός, το 1992 - Πηγή: christosvakalopoulos.gr]

Δεν είμαστε πια οι ίδιοι άνθρωποι που μεγαλώσαμε μαζί στο γυμνάσιο στη διάρκεια της δικτατορίας. Μαζευτήκαμε τότε γύρω από ένα συγκρότημα ροκ, τους Peppers και αργότερα Ρέμπελους, που πρόλαβαν να παίξουν σε μερικές συναυλίες και να βγάλουν ένα δίσκο σαράντα πέντε στροφών στην εταιρεία Zodiac, λίγο πριν διαλυθούν μέσα σ’ αυτή την παρεξήγηση που ονομάσθηκε μεταπολίτευση. Πίσω μας είχαμε έναν κόσμο ουσιώδους αφέλειας που δεν τον ξαναβρήκαμε ποτέ, παρ’ όλο που τα πρώτα χρόνια της χούντας συνέχιζε ακόμα να υπάρχει – οι άνθρωποι έβγαζαν καρέκλες στους δρόμους της Κυψέλης, οι θερινοί κινηματογράφοι γέμιζαν στις ταράτσες, στα πάρτυ όλοι ντρεπόντουσαν με την άνεσή τους. Όμως αυτός ο κόσμος άρχισε να εξαφανίζεται σε όφελος της τηλεόρασης, των ντισκοτέκ και του φαινομενικού αντίβαρού τους, της αμφισβήτησης.

Μπήκαμε στη δικτατορία μικρά παιδιά που δεν ήξεραν να ερωτεύονται και να ντρέπονται, να ελπίζουν και να χαίρονται, και βγήκαμε από εκεί κάτι κουρασμένα παλληκάρια ασχέτως ηλικίας, υποψιασμένοι για τα πάντα, έτοιμοι να αναλύσουν το παραμικρό, ανίκανοι να ψωνισθούμε με κάτι, στρατιώτες ενός μέλλοντος που ερχόταν με σιγουριά αλλά δεν φάνηκε ποτέ, ενός μετά που μας έχει αρπάξει από το λαιμό και δε λέει να μας αφήσει ήσυχους ούτε δευτερόλεπτο. Εφτά ολόκληρα χρόνια μαθαίναμε ο ένας τον άλλο να περιφρονεί τον τόπο του και να θαυμάζει ένα μυθικό τόπο, αποτελούμενο από συγκροτήματα ροκ, φοιτητικές εξεγέρσεις, ξεσπάσματα της κραιπάλης, ελεύθερες σχέσεις, πρίγκηπες της παρακμής, χιλιάδες παιδικές χαρές για μεγάλους. Μάθαμε να περιμένουμε κάτι και ξεμάθαμε να βλέπουμε τι γινόταν γύρω μας. Την ώρα που ο Παττακός εκτελούσε το εθνοσωτήριο έργο του μαζεύοντας γόπες στην οδό Πατησίων και ο Καράγιωργας έχανε το χέρι του ώστε να γίνει αργότερα υπουργός ο Κατσιφάρας, εμείς φανταζόμαστε τη ζωή σαν ένα σόλο του Τζίμι Χέντριξ ή μια ροχάλα του Κον Μπεντίτ. Την ίδια στιγμή η Ελλάδα έπαιρνε την όψη της οδού Αχαρνών αλλά αυτό δεν μας ένοιαζε καθόλου, η Ελλάδα δεν υπήρχε για μας, όπως δεν υπήρχε και για όλους αυτούς τους αντιστασιακούς που ήρθαν αργότερα από το εξωτερικό μ’ αυτό το κουρασμένο ύφος του ανθρώπου-που-ένοιωσε-τα-πάντα-στο-πετσί-του, την Ελλάδα τη χαρίζαμε στους χουντικούς μαζί με το δημοτικό τραγούδι. Εμείς οι ίδιοι, στρατιώτες του μέλλοντος, βάλαμε ένα χεράκι ώστε να την κρύψουμε για πάντα από τους εαυτούς μας και σχεδόν την τελειώσαμε μέσα μας.

Από την 21η Απριλίου και μετά η ελληνική κοινωνία εγκατέλειψε τον εαυτό της και δεν γύρισε πίσω ποτέ. Μέχρι τότε ήξερε να ζει και να πεθαίνει, να ερωτεύεται και να ματώνει, γνώριζε όλες αυτές τις εντάσεις που τις σάρωσε η χούντα, η τηλεόραση, η αντίσταση στη χούντα, η αντίσταση στην τηλεόραση, η κατανάλωση, η αντίσταση στην κατανάλωση, ο Νίκος Μαστοράκης, τα συγκροτήματα ροκ ως αντίσταση στον Νίκο Μαστοράκη. Χούντα και αντίσταση πήγαν μαζί και συνεχίζουν να πηγαίνουν μαζί κι εκείνο που χάθηκε είναι ο ρυθμός της καθημερινής ζωής που συνδεόταν πάντα σ’ αυτόν τον τόπο με τους αιώνες, αυτούς τους φτωχούς αιώνες που τους αφήσαμε πίσω για πάντα δημιουργώντας συγκροτήματα ροκ, συγκροτήματα ελεύθερων σχέσεων, συγκροτήματα πολιτιστικών συλλόγων, συγκροτήματα πλήξης, συγκροτήματα γκρίνιας FM stereo. Οι άνθρωποι δεν βγάζουν πια καρέκλες στους δρόμους, οι θερινοί κινηματογράφοι γκρεμίζονται, στα πάρτυ δεν ντρέπεται κανείς, η καχυποψία έχει εγκατασταθεί παντού, πολύ ωραία τα καταφέραμε. Οι Ρέμπελοι διαλύθηκαν τη στιγμή που ο Καραμανλής πάτησε το πόδι του στην Αθήνα, τα μέλη τους πήγαν να σπουδάσουν στο εξωτερικό. Εγώ έμεινα πίσω και νοιώθω πολύ αμήχανος όταν τους βλέπω – νομίζω άλλωστε ότι και σ’ αυτούς συμβαίνει το ίδιο.

Δεν είμαστε πια ο εαυτός μας και το ξέρουμε. Όλοι μας φτιάξαμε ένα συγκρότημα στη διάρκεια της δικτατορίας και τώρα το διαλύουμε συνεχώς, γιατί αυτό που επιθυμήσαμε – η μυθική ευρωπαϊκή παιδική χαρά – αποδείχθηκε εξ ίσου ξενέρωτο με τη χουντική αντιαισθητική πραγματικότητα. Οι συνταγματάρχες, αυτοί οι «κακοί του καφενείου» που πήραν την εξουσία, μας οδήγησαν στο στρατόπεδο της καχυποψίας, μας έχωσαν μέσα στην ιδεολογία από την οποία δεν βγήκαμε ποτέ, ακόμη και σήμερα που ιδεολογία μας είναι η διαφήμιση. Αν είναι να ξανακάνουμε κάποιο συγκρότημα, πρέπει να τα έχουμε υπ’ όψη μας όλα αυτά και να επιστρέψουμε πίσω, όχι με σημαίες και γελοία ταμπούρλα, να γυρίσουμε πίσω μέσα μας, χωρίς να το πούμε σε κανέναν. Διαφορετικά, πρέπει να μείνουμε αμήχανοι όπως είμαστε, αποφεύγοντας την πολλή παρέα.

«Η 21η Απριλίου κι Εμείς»: Ο Χρήστος Βακαλόπουλος για τη γενιά που είδε τη Χούντα να πέφτει | FLIX

4 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Το πρόβλημα με την στρατιωτική επανάσταση της 21ης Απριλίου ήταν η απόλυτα στρατιωτική νοοτροπία των αξιωματικών. Δηλαδή είδαν την κοινωνία σαν ένα μεγάλο στρατόπεδο και συμπεριφέρθηκαν ανάλογα. Εάν είχαν μεγαλύτερη καλλιέργεια, περισσότερη ευστροφία και ενσυναίσθηση, τότε θα μπορούσαν να είχαν καταφέρει πολλά πράγματα . Το δικαίωμα της εξέγερσης είναι αδιαμφισβήτητο. Εάν για παράδειγμα, μία νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση αποφασίσει να δώσει στην Τουρκία 2-3 νησιά, ο στρατός θα πρέπει να νίψει τα χέρια του; Εάν μία νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση αποφασίσει ότι ο κάθε οικογενειάρχης υποχρεούται να παρέχει φιλοξενία στο σπίτι του σε μερικούς γύφτους, θα πάρουμε τα όπλα ή όχι;

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετικό το κείμενο και ...θανατηφόρο το σχόλιο. Ευχαριστούμε...

Θωμάς είπε...

Πώς το είπε ο Χρήστος Βακαλόπουλος να δεις... πάνω κάτω έτσι:
Υπάρχει μια γενιά ανθρώπων που παραμένουν εγκλωβισμένοι μέσα
στο όνειρο που έκαναν για τη ζωή τους, όταν ήταν ακόμα νέοι· στο
πώς φαντάστηκαν τον εαυτό τους· σ' ένα σχέδιο που δεν τους
βγήκε. Και δεν μπορούν να ξεφύγουν από αυτήν την εικόνα, κι
αρρωσταίνουν μέσα σ' αυτό το όνειρο. Γι' αυτό και πρέπει να το
εγκαταλείψουν.

«Play it again, Χρήστο», Σ. Καπλανίδης, 2006

Ανώνυμος είπε...

Εξαιρετικό το σχόλιο των 12 και Ο8 ...ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ...