Ο Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς μόλις έχει περιγράψει τις συνέπειες των Βαλκανικών Πολέμων και του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, δηλαδή, την απώλεια επισκοπών και την απώλεια πολιτικής ισχύος στο εσωτερικό της Τουρκίας. Αναφέρει μάλιστα ότι παρ’ όλη αυτήν την ταπείνωση, ολόκληρος ο Ορθόδοξος κόσμος έβλεπε με ευλάβεια την πόλη που ήταν κάποτε πρωτεύουσα της οικουμένης και ότι ο διάδοχος των Αγίων Ιωάννου Χρυσοστόμου και Γρηγορίου του Θεολόγου θα μπορούσε από αυτήν την θέση να καθοδηγήσει πνευματικά ολόκληρο τον Ορθόδοξο κόσμο, αν μονάχα είχε την δική τους ακλόνητη στάση στην υπεράσπιση της δικαιοσύνης και της αλήθειας.
Στο σημείο που μεταφέρω εδώ ο Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς περιγράφει τις ενέργειες του Πατριαρχείου που σημάδεψαν την καθοδική του πορεία. Το συγκλονιστικό είναι ότι περιγράφει αυτό που θα ακολουθήσει και σήμερα το βλέπουμε να εξελίσσεται μπροστά στα μάτια μας. Αν και από το 1938 ορισμένα δεδομένα έχουν αλλάξει (όπως το ότι σήμερα το Πατριαρχείο έχει αναπτύξει συμμαχίες με τους δυνατούς της γης) διαβάζοντας κανείς αυτό το κείμενο νοιώθει σα να γράφτηκε σήμερα και βλέπει τα πράγματα να μπαίνουν στην σωστή τους διάσταση όσον αφορά το ζήτημα στην Ουκρανία.
***
Γράφει ο Άγιος Ιωάννης Μαξίμοβιτς:
«Το Οικουμενικό Πατριαρχείο επιθύμησε να αναπληρώσει τις επισκοπές που έχασε από τη δικαιοδοσία του καθώς και την απώλεια της πολιτικής του ισχύος εντός των ορίων της Τουρκίας, υπάγοντας στον εαυτό του εδάφη στα οποία έως τότε δεν υπήρχε Ορθόδοξη ιεραρχία, και ομοίως τις Εκκλησίες κρατών που η κυβέρνησή τους δεν είναι Ορθόδοξη.Έτσι, στις 5 Απριλίου του 1922, ο Πατριάρχης Μελέτιος διόρισε έναν Έξαρχο Δυτικής και Κεντρικής Ευρώπης με τον τίτλο του Μητροπολίτη Θυάτειρας με έδρα στο Λονδίνο,
στις 4 Μαρτίου του 1923, ο ίδιος Πατριάρχης χειροτόνησε τον Τσέχο Αρχιμανδρίτη Σαμπάτιο, Αρχιεπίσκοπο Πράγας και Πάσης Τσεχοσλοβακίας,
στις 15 Απριλίου του 1924, ιδρύθηκε η Μητροπολιτεία Ουγγαρίας και Πάσης Κεντρικής Ευρώπης με Επισκοπική έδρα στη Βουδαπέστη, παρόλο που εκεί ήδη υπήρχε Σέρβος επίσκοπος.
Στην Αμερική δημιουργήθηκε μια Αρχιεπισκοπή υπαγόμενη στον Οικουμενικό Θρόνο,
και στη συνέχεια το 1924 ιδρύθηκε μία Επισκοπή στην Αυστραλία με Επισκοπική έδρα στο Σύδνευ.
Το 1938 η Ινδία υπάχθηκε στον Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας.
Παράλληλα, προχώρησε η υπαγωγή ξεχωριστών τμημάτων της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας που έχουν αποκοπεί από την Ρωσία.
Έτσι, στις 9 Ιουνίου του 1923, ο Οικουμενικός Πατριάρχης δέχτηκε στην δικαιοδοσία του την Επισκοπή Φινλανδίας ως μια αυτόνομη Φινλανδική Εκκλησία,
στις 23 Αυγούστου του 1923, η Εσθονική Εκκλησία υπάχθηκε με τον ίδιο τρόπο,
στις 13 Νοεμβρίου του 1924, ο Πατριάρχης Γρηγόριος ο Ζ’ αναγνώρισε την αυτοκεφαλία της Πολωνικής Εκκλησίαςυπό την εποπτεία του Οικουμενικού Πατριαρχείου – δηλαδή, μάλλον αυτονομία.
Τον Μάρτιο του 1936, ο Οικουμενικός Πατριάρχης δέχθηκε την Λετονία στη δικαιοδοσία του.
Ο Πατριάρχης Φώτιος, μη περιοριζόμενος στην απόκτηση Εκκλησιών σε περιοχές που είχαν βγει από τα όρια της Ρωσίας, δέχθηκε στην δικαιοδοσία του τον Μητροπολίτη Ευλόγιο στη Δυτική Ευρώπη μαζί με τις ενορίες που υπάγονταν σε αυτόν,
και στις 28 Φεβρουαρίου του 1937, ένας Αρχιεπίσκοπος της δικαιοδοσίας του Οικουμενικού Πατριάρχη στην Αμερική χειροτόνησε τον Επίσκοπο Theodore-Bogdan Shpilko για μια Ουκρανική Εκκλησία στη Βόρεια Αμερική.
Έτσι, ο Οικουμενικός Πατριάρχης έγινε πραγματικά «οικουμενικός» [παγκόσμιος] στο εύρος της επικράτειας που θεωρητικά υπόκειται σε αυτόν. Ολόκληρη σχεδόν η υδρόγειος σφαίρα, εκτός από τις μικρές περιοχές των τριών Πατριαρχείων και του εδάφους της Σοβιετικής Ρωσίας, σύμφωνα με την αντίληψη των ηγετών του Πατριαρχείου εισέρχεται στην συγκρότηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Αυξάνοντας δίχως όρια τις επιθυμίες τους να υποτάξουν τμήματα της Ρωσίας, οι Πατριάρχες της Κωνσταντινουπόλεως άρχισαν να κάνουν και δηλώσεις για την μη κανονικότητα της προσάρτησης του Κιέβου στο Πατριαρχείο Μόσχας και να δηλώνουν ότι η παλαιά νότια Ρωσική Μητρόπολη του Κιέβου θα έπρεπε να υπόκειται στον Θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως. Μια τέτοια άποψη δεν εκφράζεται μόνο με σαφήνεια στον Τόμο της 13ης Νοεμβρίου του 1924, σε σχέση με τον διαχωρισμό της Πολωνικής Εκκλησίας, αλλά επίσης προωθείται διεξοδικά και από τους Πατριάρχες. Έτσι, ο Εφημέριος του Μητροπολίτη Ευλόγιου στο Παρίσι, ο οποίος χειροτονήθηκε με την άδεια του Οικουμενικού Πατριάρχη, ανέλαβε τον τίτλο Χερσονήσου [Chersonese], δηλαδή, η Χερσόνησος, η οποία βρίσκεται τώρα στο έδαφος της Ρωσίας, υπόκειται στον Οικουμενικό Πατριάρχη.
Το επόμενο λογικό βήμα για το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα είναι να διακηρύξει ότι ολόκληρη η Ρωσία υπάγεται στην δικαιοδοσία της Κωνσταντινουπόλεως.
Ωστόσο, η πραγματική πνευματική δύναμη, ακόμη και τα πραγματικά όρια εξουσίας δεν αντιστοιχούν καθόλου σε αυτήν την αυτο-εξάπλωση της Κωνσταντινούπολης. Και δεν αναφέρω το γεγονός ότι σχεδόν παντού η εξουσία του Πατριάρχη είναι εντελώς εικονική και συνίσταται κυρίως στην τιτλοποίηση επισκόπων που έχουν εκλεγεί σε διάφορα μέρη ή στην αποστολή τέτοιων από την Κωνσταντινούπολη, πολλά εδάφη τα οποία η Κωνσταντινούπολη θεωρεί ότι υπάγονται στην δικαιοδοσία της δεν έχουν καν ποίμνιο.
Το ηθικό κύρος των Πατριαρχών της Κωνσταντινούπολης έχει επίσης πέσει πολύ χαμηλά λόγω της εξαιρετικής αστάθειάς τους στα εκκλησιαστικά θέματα. Έτσι, ο Πατριάρχης Μελέτιος ο Δ διοργάνωσε ένα «Πανορθόδοξο Συνέδριο» με εκπροσώπους από διάφορες εκκλησίες το οποίο αποφάσισε την εισαγωγή του Νέου Ημερολογίου. Η απόφαση αυτή, η οποία αναγνωρίστηκε μόνο από ένα τμήμα της Εκκλησίας, εισήγαγε ένα τρομακτικό σχίσμα μέσα στους Ορθόδοξους Χριστιανούς. Ο Πατριάρχης Γρηγόριος Ζ αναγνώρισε την απόφαση της συνόδου της Ζωντανής Εκκλησίας σχετικά με την εκθρόνιση του Πατριάρχη Τύχωνα, τον οποίο λίγο πιο πριν η Σύνοδος της Κωνσταντινουπόλεως είχε ανακηρύξει «ομολογητή», και στη συνέχεια μπήκε σε κοινωνία με τους «Ανακαινιστές» στη Ρωσία, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Εν ολίγοις, το Οικουμενικό Πατριαρχείο, που θεωρητικά καλύπτει σχεδόν ολόκληρο το σύμπαν ενώ στην πραγματικότητα επεκτείνει την εξουσία του μόνο πάνω σε διαφορετικές επισκοπές και σε άλλα μέρη έχει μόνο μια υψηλή επιφανειακή εποπτεία λαμβάνοντας κάποια έσοδα γι’ αυτό· εκδιωκόμενο από την εγχώρια κυβέρνηση και μη υποστηριζόμενο από οποιαδήποτε κρατική εξουσία στο εξωτερικό: έχοντας χάσει τη σημασία του ως πυλώνας της αλήθειας και έχοντας γίνει το ίδιο πηγή διαίρεσης, και παράλληλα διακατεχόμενο από μια υπερβολική αγάπη για την εξουσία – παρουσιάζει ένα ελεεινό θέαμα που θυμίζει τις χειρότερες περιόδους στην ιστορία της Επισκοπικής Έδρας της Κωνσταντινουπόλεως.»
***
Σχολιασμός / μετάφραση ΦαίηΤΡΕΛΟ-ΓΙΑΝΝΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου