ΨΥΧΟΛΟΓΙΚΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΖΩΗ A
ΑΠΟΜΑΓΝΗΤΟΦΩΝΗΜΕΝΕΣ ΟΜΙΛΙΕΣ π. ΣΥΜΕΩΝ ΚΡΑΓΙΟΠΟΥΛΟΥ
...πάντα συνεργεῖ εἰς ἀγαθόν
Τὸ αἴσθημα κατωτερότητος καὶ ἄλλες ἀρρωστημένες καταστάσεις
μέσα στο μυστήριο τῆς σωτηρίας
Πανόραμα Θεσσαλονίκης, Ε΄ έκδοση
B΄ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 12
Αρρωστημένες ψυχολογικές καταστάσεις
Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή μετάνοια, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχουν αἰσθήματα ἐνοχῆς*
Ασπροπρόσωποι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ;
Δὲν τακτοποιοῦνται οἱ ἁμαρτίες οὔτε μὲ τὸ νὰ περάσει ὁ καιρός οὔτε ἁπλῶς μὲ τὸ νὰ πεῖ κανείς στην προσευχή του: «Συγχώρησέ με, Θεέ μου, γιατί ἔκανα αὐτό». Εἶναι πολύ σοβαρό το θέμα, καί ὁ κα θένας πολύ σοβαρά, πολύ ὑπεύθυνα να το τακτο ποιήσει καί ὄχι μὲ ἀρρωστημένη διάθεση. Γιατί ἐπι-κρατεῖ καὶ αὐτή ἡ ἄποψη ὅτι, μὲ αὐτά πού λέμε περί ἁμαρτίας, κάνουμε τούς ἀνθρώπους νὰ αἰσθάνονται ἐνοχές, καὶ καθώς ἔχουν ἐνοχές, παθαίνουν ψυχολογικά προβλήματα. Ἔτσι εἶναι βέβαια, ἂν τὰ πάρει κανείς ἀνάποδα και στραβά. Ἀλλά το λέω ρητῶς καὶ κατηγορηματικῶς ὅτι δὲν παθαίνει κανείς τίποτε, τίποτε, καὶ ὄχι ἁπλῶς δὲν παθαίνει, ἀλλά τότε λυτρώνεται, ὅταν καλά-καλά δεῖ τὴν ἁμαρτία. Έκανες τὴν ἁμαρτία; Δές την. Μή φοβάσαι νά τή δεῖς καὶ μετανόησε. Ἄν μετανοήσεις, λυτρώνεται ή ψυχή σου. Ούτε κομπλεξικές καταστάσεις δημιουργούνται ούτε ψυχοπαθολογικές οὔτε ψυχολογικά προβλήματα οὔτε τίποτε.
Ὅποιος παθαίνει ἀπό αὐτά, σημαίνει ότι στο βάθος δέν μετανοεί άληθινά. Δηλαδή ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος, καθώς ἀκούει την αλήθεια, νιώθει ὅτι ἔκανε ἁμαρτίες, ἀπό τό ἄλλο μέρος όμως δέν θέλει να με τανοήσει, δέν θέλει νά ἀναγνωρίσει: «Αμάρτησα, Θεέ μου, συγχώρησε με», ώστε να ταπεινωθεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ και να ζητήσει το έλεός του. Θέλει νὰ εἶναι ἀσπροπρόσωπος. Αὐτά ὅμως δὲν συμβιβάζονται.
Κανείς μας ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀσπροπρόσωπος. Ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἴμαστε ὅλοι ἐκτεθειμένοι, ὅποιοι κι ἂν εἶἴμαστε. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή μετάνοια, ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή έξομολόγηση, δέν εἶναι δυνατόν ἐκεῖ νὰ ὑπάρχουν ὕστερα αἰσθήματα ἐνοχῆς, τὰ ὁποῖα καταπιέζουν τὸν ἄνθρωπο καί δημιουργοῦν, ὅπως εἶπαμε, κομπλεξικές και ψυχοπαθολογικές καταστάσεις. Το λέω ρητῶς καί κατηγορηματικῶς.
Ὅταν ἡ ἁμαρτία ἔχει καὶ ἀρρωστημένο χαρακτήρα...
Θὰ ἤθελα σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο ἀκόμη μιά φορά νὰ τονίσω τὴν ὅλη ἀρνητική δουλειά, τὸ ὅλο κακό που κάνει ἡ ἁμαρτία. Ὅταν διαπράττει κανείς ἁμαρτία -καί μάλιστα νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ πῶ, ὅταν ἡ ἁμαρτία ἔχει καί ἀρρωστημένο χαρακτήρα· καί δέν μπορούμε στη γενιά μας να μήν το πούμε, γιατί κατά κανόνα οἱ ἄνθρωποι σήμερα ἔχουν και άρρωστημένες καταστάσεις - ὅταν λοιπόν διαπράττει κα νεῖς ἁμαρτία, δὲν εἶναι ἁπλῶς ὅτι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐν ἁμαρτίαις, καὶ τί θὰ γίνει, ἀλλά ἡ ἁμαρτία ἐπηρεάζει καὶ τὸ λογικό του καὶ τὴν ψυχή του καὶ την καρδιά του καὶ τὰ συναισθήματά του και τη βούλησή του καὶ τὰ πάντα, ὁπότε ἀνάλογα σκέπτε ται καὶ συμπεριφέρεται.
Καὶ ἐπιπλέον, καθόλου δέν πάει το μυαλό του να σκεφθεί: «Για στάσου σὰν νὰ μὴ σκέπτομαι καλά. Σὰν νὰ μὴν αἰσθάνομαι καλά, καί ὅλη ἡ βούλησή μου καὶ ἡ ὅλη ἐσωτερική μου κατάσταση σαν να μὴ λειτουργούν σωστά. Ἂς ρωτήσω κανέναν ἄλλο».
Δὲν κάνει ἔτσι. Ἀκόμη καί νά ἔρθει ὁ ἄλλος καί νά τοῦ πεί: «Χριστιανέ μου, δὲν εἶναι τὰ πράγματα ὅπως τὰ καταλαβαίνεις ἐσύ. Δὲν εἶναι ὅπως τὰ κά νεις ἐσὺ δὲν εἶναι ὅπως τὰ λὲς ἐσύ», δὲν θὰ τὸ δεχ θεῖ. Ἂν ἐδῶ ὑπάρχει καί ἀρρωστημένη κατάσταση, ἀκόμη πιο δύσκολα καταλαβαίνει κανείς αὐτό πού τοῦ λένε. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἁμαρτάνει, ἐπειδή ὑπάρχει μέσα του γενικότερα ἡ ἀδυναμία. Δέν ἁμαρτάνει ἐν ψυχρώ, σαν να λέει: «Τώρα θὰ ἁμαρτήσω». Όχι' ἁμαρτάνει, ἐπειδή δὲν ἐλέγχει πλήρως τὸν ἑαυτο του. Ὑπάρχουν καταστάσεις μέσα στὸν ἄνθρωπο πού διαφεντεύουν, και πάρα πολλές φορές ἐπηρεάζεται ἀπό αὐτές και ἁμαρτάνει.
Δηλαδή, πιο συγκεκριμένα, ἐὰν κάποιος, ἔτσι ἤ ἀλλιῶς, δὲν αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι καὶ ὅτι μπορεῖ καὶ αὐτὸς νὰ σταθεί ἀνάμεσα στούς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ νὰ ζήσει σωστά, έχοντας την υπόληψη και την άνα γνώριση πού θα ήθελε να έχει, ἀλλὰ αἰσθάνεται μει ονεκτικά, αὐτό πολύ του στοιχίζει, πολύ τον ενοχλεί και τον κάνει να είναι στενοχωρημένος, να έχει μέσα του θλίψη, κατάθλιψη. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς τί θὰ κά νει; Καθώς δεν αντέχει αυτή την κατάσταση, άνα-ζητεί κάτι που θα τον ευχαριστήσει. Καί το κάνει αὐτό, όχι τόσο γιατί θέλει να πάει να κάνει έκείνη τη συγκεκριμένη πράξη ποὺ θὰ τὸν εὐχαριστήσει, ἀλλὰ σὰν νὰ τὸν σπρώχνει ἀπό μέσα του αὐτή ἡ ἔλλειψη, αὐτή ἡ ἄσχημη κατάσταση πού ἔχει, αὐτὸ τὸ αἴσθημα ὅτι μειονεκτεῖ, ὅτι δὲν μπορεῖ ἄνετα νὰ συνυπάρχει μὲ τοὺς ἄλλους. Γι' αὐτό, π.χ., θα φάει πολύ θά τρώει καί δέν θά τελειώνει. Θα πάει να πιεῖ, θὰ βλέπει με τις ώρες τηλεόραση, καὶ ἄλλα καὶ ἄλλα πράγματα θα κάνει. Ὁπότε, ἐδῶ τώρα δὲν εἶναι μόνο ὅτι άμαρτάνει κανείς, ὅπως εἶπαμε, ἀλλά ἁμαρτάνει και κατά ἀρρωστημένο τρόπο. Ὑπάρχει δηλαδή καί τό κίνητρο τῆς ἀρρωστημένης καταστάσεως. Ἔτσι, γίνεται ἕνας φαύλος κύκλος, γίνεται ἕνα μπέρδεμα, καὶ ποῦ νὰ τὰ ξεμπερδέψει κανείς.
Νά γιατί δέν φθάνει ἁπλῶς μόνο ἡ ἐξομολόγηση
Σ' αὐτές τις περιπτώσεις θὰ λέγαμε ὅτι δὲν φθά νει ἁπλῶς νὰ πάει κανείς στήν ἐξομολόγηση καί να πεῖ: «Εἶμαι λαίμαργος». Δὲν φθάνει νὰ πάει νὰ πεῖ: «Κάθομαι με τις ώρες στην τηλεόραση» ή «Κάθε τόσο θέλω να καπνίσω, κάθε τόσο θέλω να πιώ. Δέν φθάνει αὐτό. Πρέπει νὰ δεῖ καὶ βαθύτερα γιατί τὸ κάνει αὐτό. Ἅμα δὲν δεῖ αὐτὸ τὸ βαθύτερο, ἄν δέν το προσέξει ἐκεῖνο, ναὶ μὲν εἶπε τις συγκεκρι μένες πράξεις, εἶπε τίς συγκεκριμένες ἁμαρτίες καὶ θα πάρει ἄφεση, ὅμως ἡ πληγή μένει, ή πηγή τοῦ κακοῦ μένει, καὶ εἶναι ἀτακτοποίητη ἡ ψυχή. Ἔτσι, ἀρχίζει πάλι ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ κάνει πάλι τὰ ἴδια, Καί τί γίνεται; Ἂν δηλαδή καί ὁ ἐξομολογούμενος δὲν καταλάβει καλά τί τοῦ συμβαίνει, καί ὁ πνευματικός δὲν δεῖ περί τίνος πρόκειται, πῶς θὰ βοηθηθεῖ αὐτὸς ὁ ἐξομολογούμενος νὰ δεῖ ὅτι ὅλα ξεκινοῦν βαθύτερα ἀπό τή φιλαυτία του;
Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι μειονεκτικός; Γιατί αἰσθάνεται μειονεξία; Διότι ὑπάρχει ἡ φιλαυτία. Ἡ ὁποία φιλαυτία στην προκειμένη περίπτωση ὑπάρχει καὶ ἐκδηλώνεται κατά ἀρρωστημένο τρόπο καί ἐπηρεάζει τὸν ἄνθρωπο κατά ἀρρωστημένο τρόπο. Νά βοηθηθεί λοιπόν κανείς νὰ δεῖ τή φιλαυτία του, τόν ἐγωισμό του νὰ δεῖ ὅλο αὐτό πού κάνει τὸν ἄνθρω-πο νὰ ἔχει μέν μια γενική πίστη στον Θεό, νὰ εἶναι θρησκευτικός ἄνθρωπος, ἀλλά ἡ ὕπαρξή του νὰ μήν ἀκουμπᾶ στον Θεό, νὰ μὴν εἶναι πιασμένη ἀπό τόν Θεό. Ἂν ὅμως κανείς βρεῖ τὸν Θεό, ἂν ἀκουμπήσει στον Θεό, ἂν ἀνοίξει ἡ ψυχή καί ἔχει μέσα της τον Θεό, πᾶνε καὶ οἱ φιλαυτίες, πᾶνε καὶ οἱ ἀρρώστιες, πᾶνε ὅλα, καὶ δὲν ἁμαρτάνει κανείς ὕστερα. Γιατί νὰ ἁμαρτήσει; Δὲν αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη, καθώς ὁ Θεός γεμίζει καὶ ἱκανοποιεῖ ὅλο τὸν ἄνθρωπο.
22-9-1991
Αρρωστημένες ψυχολογικές καταστάσεις
Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή μετάνοια, ἐκεῖ δὲν ὑπάρχουν αἰσθήματα ἐνοχῆς*
Ασπροπρόσωποι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ;
Δὲν τακτοποιοῦνται οἱ ἁμαρτίες οὔτε μὲ τὸ νὰ περάσει ὁ καιρός οὔτε ἁπλῶς μὲ τὸ νὰ πεῖ κανείς στην προσευχή του: «Συγχώρησέ με, Θεέ μου, γιατί ἔκανα αὐτό». Εἶναι πολύ σοβαρό το θέμα, καί ὁ κα θένας πολύ σοβαρά, πολύ ὑπεύθυνα να το τακτο ποιήσει καί ὄχι μὲ ἀρρωστημένη διάθεση. Γιατί ἐπι-κρατεῖ καὶ αὐτή ἡ ἄποψη ὅτι, μὲ αὐτά πού λέμε περί ἁμαρτίας, κάνουμε τούς ἀνθρώπους νὰ αἰσθάνονται ἐνοχές, καὶ καθώς ἔχουν ἐνοχές, παθαίνουν ψυχολογικά προβλήματα. Ἔτσι εἶναι βέβαια, ἂν τὰ πάρει κανείς ἀνάποδα και στραβά. Ἀλλά το λέω ρητῶς καὶ κατηγορηματικῶς ὅτι δὲν παθαίνει κανείς τίποτε, τίποτε, καὶ ὄχι ἁπλῶς δὲν παθαίνει, ἀλλά τότε λυτρώνεται, ὅταν καλά-καλά δεῖ τὴν ἁμαρτία. Έκανες τὴν ἁμαρτία; Δές την. Μή φοβάσαι νά τή δεῖς καὶ μετανόησε. Ἄν μετανοήσεις, λυτρώνεται ή ψυχή σου. Ούτε κομπλεξικές καταστάσεις δημιουργούνται ούτε ψυχοπαθολογικές οὔτε ψυχολογικά προβλήματα οὔτε τίποτε.
Ὅποιος παθαίνει ἀπό αὐτά, σημαίνει ότι στο βάθος δέν μετανοεί άληθινά. Δηλαδή ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος, καθώς ἀκούει την αλήθεια, νιώθει ὅτι ἔκανε ἁμαρτίες, ἀπό τό ἄλλο μέρος όμως δέν θέλει να με τανοήσει, δέν θέλει νά ἀναγνωρίσει: «Αμάρτησα, Θεέ μου, συγχώρησε με», ώστε να ταπεινωθεῖ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ και να ζητήσει το έλεός του. Θέλει νὰ εἶναι ἀσπροπρόσωπος. Αὐτά ὅμως δὲν συμβιβάζονται.
Κανείς μας ἀπέναντι τοῦ Θεοῦ δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἀσπροπρόσωπος. Ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἴμαστε ὅλοι ἐκτεθειμένοι, ὅποιοι κι ἂν εἶἴμαστε. Ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή μετάνοια, ὅπου ὑπάρχει ἀληθινή έξομολόγηση, δέν εἶναι δυνατόν ἐκεῖ νὰ ὑπάρχουν ὕστερα αἰσθήματα ἐνοχῆς, τὰ ὁποῖα καταπιέζουν τὸν ἄνθρωπο καί δημιουργοῦν, ὅπως εἶπαμε, κομπλεξικές και ψυχοπαθολογικές καταστάσεις. Το λέω ρητῶς καί κατηγορηματικῶς.
Ὅταν ἡ ἁμαρτία ἔχει καὶ ἀρρωστημένο χαρακτήρα...
Θὰ ἤθελα σ' αὐτὸ τὸ σημεῖο ἀκόμη μιά φορά νὰ τονίσω τὴν ὅλη ἀρνητική δουλειά, τὸ ὅλο κακό που κάνει ἡ ἁμαρτία. Ὅταν διαπράττει κανείς ἁμαρτία -καί μάλιστα νὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ πῶ, ὅταν ἡ ἁμαρτία ἔχει καί ἀρρωστημένο χαρακτήρα· καί δέν μπορούμε στη γενιά μας να μήν το πούμε, γιατί κατά κανόνα οἱ ἄνθρωποι σήμερα ἔχουν και άρρωστημένες καταστάσεις - ὅταν λοιπόν διαπράττει κα νεῖς ἁμαρτία, δὲν εἶναι ἁπλῶς ὅτι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ εἶναι ἐν ἁμαρτίαις, καὶ τί θὰ γίνει, ἀλλά ἡ ἁμαρτία ἐπηρεάζει καὶ τὸ λογικό του καὶ τὴν ψυχή του καὶ την καρδιά του καὶ τὰ συναισθήματά του και τη βούλησή του καὶ τὰ πάντα, ὁπότε ἀνάλογα σκέπτε ται καὶ συμπεριφέρεται.
Καὶ ἐπιπλέον, καθόλου δέν πάει το μυαλό του να σκεφθεί: «Για στάσου σὰν νὰ μὴ σκέπτομαι καλά. Σὰν νὰ μὴν αἰσθάνομαι καλά, καί ὅλη ἡ βούλησή μου καὶ ἡ ὅλη ἐσωτερική μου κατάσταση σαν να μὴ λειτουργούν σωστά. Ἂς ρωτήσω κανέναν ἄλλο».
Δὲν κάνει ἔτσι. Ἀκόμη καί νά ἔρθει ὁ ἄλλος καί νά τοῦ πεί: «Χριστιανέ μου, δὲν εἶναι τὰ πράγματα ὅπως τὰ καταλαβαίνεις ἐσύ. Δὲν εἶναι ὅπως τὰ κά νεις ἐσὺ δὲν εἶναι ὅπως τὰ λὲς ἐσύ», δὲν θὰ τὸ δεχ θεῖ. Ἂν ἐδῶ ὑπάρχει καί ἀρρωστημένη κατάσταση, ἀκόμη πιο δύσκολα καταλαβαίνει κανείς αὐτό πού τοῦ λένε. Ὁ ἄνθρωπος αὐτός ἁμαρτάνει, ἐπειδή ὑπάρχει μέσα του γενικότερα ἡ ἀδυναμία. Δέν ἁμαρτάνει ἐν ψυχρώ, σαν να λέει: «Τώρα θὰ ἁμαρτήσω». Όχι' ἁμαρτάνει, ἐπειδή δὲν ἐλέγχει πλήρως τὸν ἑαυτο του. Ὑπάρχουν καταστάσεις μέσα στὸν ἄνθρωπο πού διαφεντεύουν, και πάρα πολλές φορές ἐπηρεάζεται ἀπό αὐτές και ἁμαρτάνει.
Δηλαδή, πιο συγκεκριμένα, ἐὰν κάποιος, ἔτσι ἤ ἀλλιῶς, δὲν αἰσθάνεται ὅτι εἶναι ἕνας ἄνθρωπος ὅπως ὅλοι οἱ ἄλλοι καὶ ὅτι μπορεῖ καὶ αὐτὸς νὰ σταθεί ἀνάμεσα στούς ἄλλους ἀνθρώπους καὶ νὰ ζήσει σωστά, έχοντας την υπόληψη και την άνα γνώριση πού θα ήθελε να έχει, ἀλλὰ αἰσθάνεται μει ονεκτικά, αὐτό πολύ του στοιχίζει, πολύ τον ενοχλεί και τον κάνει να είναι στενοχωρημένος, να έχει μέσα του θλίψη, κατάθλιψη. Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς τί θὰ κά νει; Καθώς δεν αντέχει αυτή την κατάσταση, άνα-ζητεί κάτι που θα τον ευχαριστήσει. Καί το κάνει αὐτό, όχι τόσο γιατί θέλει να πάει να κάνει έκείνη τη συγκεκριμένη πράξη ποὺ θὰ τὸν εὐχαριστήσει, ἀλλὰ σὰν νὰ τὸν σπρώχνει ἀπό μέσα του αὐτή ἡ ἔλλειψη, αὐτή ἡ ἄσχημη κατάσταση πού ἔχει, αὐτὸ τὸ αἴσθημα ὅτι μειονεκτεῖ, ὅτι δὲν μπορεῖ ἄνετα νὰ συνυπάρχει μὲ τοὺς ἄλλους. Γι' αὐτό, π.χ., θα φάει πολύ θά τρώει καί δέν θά τελειώνει. Θα πάει να πιεῖ, θὰ βλέπει με τις ώρες τηλεόραση, καὶ ἄλλα καὶ ἄλλα πράγματα θα κάνει. Ὁπότε, ἐδῶ τώρα δὲν εἶναι μόνο ὅτι άμαρτάνει κανείς, ὅπως εἶπαμε, ἀλλά ἁμαρτάνει και κατά ἀρρωστημένο τρόπο. Ὑπάρχει δηλαδή καί τό κίνητρο τῆς ἀρρωστημένης καταστάσεως. Ἔτσι, γίνεται ἕνας φαύλος κύκλος, γίνεται ἕνα μπέρδεμα, καὶ ποῦ νὰ τὰ ξεμπερδέψει κανείς.
Νά γιατί δέν φθάνει ἁπλῶς μόνο ἡ ἐξομολόγηση
Σ' αὐτές τις περιπτώσεις θὰ λέγαμε ὅτι δὲν φθά νει ἁπλῶς νὰ πάει κανείς στήν ἐξομολόγηση καί να πεῖ: «Εἶμαι λαίμαργος». Δὲν φθάνει νὰ πάει νὰ πεῖ: «Κάθομαι με τις ώρες στην τηλεόραση» ή «Κάθε τόσο θέλω να καπνίσω, κάθε τόσο θέλω να πιώ. Δέν φθάνει αὐτό. Πρέπει νὰ δεῖ καὶ βαθύτερα γιατί τὸ κάνει αὐτό. Ἅμα δὲν δεῖ αὐτὸ τὸ βαθύτερο, ἄν δέν το προσέξει ἐκεῖνο, ναὶ μὲν εἶπε τις συγκεκρι μένες πράξεις, εἶπε τίς συγκεκριμένες ἁμαρτίες καὶ θα πάρει ἄφεση, ὅμως ἡ πληγή μένει, ή πηγή τοῦ κακοῦ μένει, καὶ εἶναι ἀτακτοποίητη ἡ ψυχή. Ἔτσι, ἀρχίζει πάλι ἀπὸ τὴν ἀρχὴ καὶ κάνει πάλι τὰ ἴδια, Καί τί γίνεται; Ἂν δηλαδή καί ὁ ἐξομολογούμενος δὲν καταλάβει καλά τί τοῦ συμβαίνει, καί ὁ πνευματικός δὲν δεῖ περί τίνος πρόκειται, πῶς θὰ βοηθηθεῖ αὐτὸς ὁ ἐξομολογούμενος νὰ δεῖ ὅτι ὅλα ξεκινοῦν βαθύτερα ἀπό τή φιλαυτία του;
Γιατί ὁ ἄνθρωπος εἶναι μειονεκτικός; Γιατί αἰσθάνεται μειονεξία; Διότι ὑπάρχει ἡ φιλαυτία. Ἡ ὁποία φιλαυτία στην προκειμένη περίπτωση ὑπάρχει καὶ ἐκδηλώνεται κατά ἀρρωστημένο τρόπο καί ἐπηρεάζει τὸν ἄνθρωπο κατά ἀρρωστημένο τρόπο. Νά βοηθηθεί λοιπόν κανείς νὰ δεῖ τή φιλαυτία του, τόν ἐγωισμό του νὰ δεῖ ὅλο αὐτό πού κάνει τὸν ἄνθρω-πο νὰ ἔχει μέν μια γενική πίστη στον Θεό, νὰ εἶναι θρησκευτικός ἄνθρωπος, ἀλλά ἡ ὕπαρξή του νὰ μήν ἀκουμπᾶ στον Θεό, νὰ μὴν εἶναι πιασμένη ἀπό τόν Θεό. Ἂν ὅμως κανείς βρεῖ τὸν Θεό, ἂν ἀκουμπήσει στον Θεό, ἂν ἀνοίξει ἡ ψυχή καί ἔχει μέσα της τον Θεό, πᾶνε καὶ οἱ φιλαυτίες, πᾶνε καὶ οἱ ἀρρώστιες, πᾶνε ὅλα, καὶ δὲν ἁμαρτάνει κανείς ὕστερα. Γιατί νὰ ἁμαρτήσει; Δὲν αἰσθάνεται τὴν ἀνάγκη, καθώς ὁ Θεός γεμίζει καὶ ἱκανοποιεῖ ὅλο τὸν ἄνθρωπο.
22-9-1991
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου