(…)«Εκείνην την στιγμή έγινε ένας θόρυβος σαν το θρόισμα του δάσους μέσα στην δυνατή θύελλα. Όταν καταλάγιασε, ακούσαμε μια υμνωδία που έμοιαζε με εκκλησιαστική ψαλμωδία. Έπειτα η πόρτα του κελλιού άνοιξε από μόνη της, έγινε φως, πιο λαμπρό από το φώς της ημέρας, και το κελλί γέμισε με μία ευωδία όμοια με εκείνην του θυμιάματος που έχει το άρωμα του
Ο Γέροντας ήταν γονατισμένος με τα χέρια υψωμένα στον ουρανό. Εγώ ήμουν τρομοκρατημένη. Ο Γέροντας σηκώθηκε και είπε:
«Μήν φοβάσαι, παιδί μου. Δεν είναι δυστυχία, είναι έλεος που αποστέλλεται σε εμάς από τον Θεό. Νά, η Υπερένδοξη, η Πάναγνη Δέσποινα, η Παναγία Μητέρα του Θεού έρχεται σε εμάς»!
Τους ακολουθούσαν ο Αγ. Ιωάννης ο Βαπτιστής και ο Αγ. Ιωάννης ο Θεολόγος. Τα ενδύματα τους ήταν λευκά, λάμποντας από αγνότητα. Μετά από αυτούς ερχόταν η Θεομήτωρ την οποία ακολουθούσαν δώδεκα παρθένες.
Η Βασίλισσα του Ουρανού φορούσε έναν μανδύα όμοιο με εκείνον που είναι ζωγραφισμένος στην εικόνα της Παναγίας «Πάντων θλιβομένων η Χαρά».
Λαμποκοπούσε, αν και δεν μπορώ να πω τι χρώμα ήταν• ήταν ανέκραστης ωραιότητας, στερεωμένος κάτω από τον λαιμό Της με μια μεγάλη στρογγυλή πόρπη ή αγκράφα διακοσμημένη με σταυρούς που είχαν ποικίλα σχέδια, αλλά με τί, δεν γνωρίζω.
Μόνον θυμάμαι ότι έλαμπε με μια ασυνήθιστη λαμπρότητα.
Το φόρεμα Της, το οποίο καλυπτόταν από το μανδύα Της, ήταν πράσινο και περιζωσμένο ψηλά με μια ζώνη. Επάνω από τον μανδύα υπήρχε ένα είδος επιτραχήλιου και στους καρπούς Της είχε επιμάνικα τα οποία, όπως και το επιτραχήλιο, καλύπτονταν από σταυρούς. Φαινόταν υψηλότερη από όλες τις παρθένες.
Στο κεφάλι φορούσε ένα υψηλό στέμμα, πλούσια διακοσμημένο με σταυρούς• ήταν πανέμορφο, θαυμάσιο και έλαμπε με τέτοιο φώς, που τα μάτια μου δεν μπορούσαν να το κοιτάξουν• ούτε μπορούσα να κοιτάξω την πόρπη ή την αγκράφα ούτε και το πρόσωπο της Ίδιας της Ουράνιας Βασίλισσας.
Τα μαλλιά Της απλώνονταν χαλαρά επάνω στους ώμους Της και ήταν μακρύτερα και ομορφότερα από τα μαλλιά των Αγγέλων.
Το κελλί έγινε ευρύχωρο και το επάνω μέρος του γέμισε με φλόγες που έμοιαζαν με αναμμένες λαμπάδες. Ήταν φωτεινότερο από το φώς του μεσημεριού, αλλά ήταν ένα ιδιαίτερο φώς που δεν έμοιαζε καθόλου με το φώς της ημέρας• ήταν φωτεινότερο και πιο λευκό από το ηλιακό φώς. Τρομοκρατήθηκα και έπεσα κάτω. Η βασίλισσα του Ουρανού ήρθε προς το μέρος μου και, αγγίζοντας με με το δεξί Της χέρι, μου είπε: «Σήκω επάνω, κόρη, και μην μας φοβάσαι. Ακριβώς τέτοιες παρθένες, όπως είστε εσείς, έχουν έρθει εδώ μαζί μου».
Δεν κατάλαβα πως σηκώθηκα. Η Βασίλισσα του Ουρανού επανέλαβε με χάρη: «Μην φοβάσαι. Ήρθαμε να σας επισκεφθούμε». Ο π. Σεραφείμ δεν ήταν πια γονατισμένος, αλλά στεκόταν όρθιος μπροστά στην Παναγία Μητέρα του Θεού και εκείνη του μιλούσε τόσο καταδεκτικά, σαν να ήταν κάποιος από την οικογένεια Της.
Πλημμυρισμένη με μεγάλη χαρά ρώτησα τον π. Σεραφείμ που βρισκόμασταν. Σκεφτόμουν ότι δεν ήμουν πια στη ζωή.
Εκείνες στέκονταν στη σειρά και από τις δύο πλευρές, όπως είχαν έρθει:
στην πρώτη σειρά, οι μεγαλομάρτυρες «Βαρβάρα και Αικατερίνα».
Αυτή λοιπόν την Τιμητικότατη θέση έχει η Αγία Μεγαλομάρτυς μας Βαρβάρα, η προστάτιδα του Πυροβολικού μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου