Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2025

Ἡ ὁρολογία τοῦ «Ὁμοουσίου» καί οἱ μεταφραστικές της μετατοπίσεις

 


Μαρίνα Κολοβοπούλου, Επίκουρη Καθηγήτρια Θεολογικής Σχολής Αθηνών

Κατά τήν πρόσφατη ἐπίσκεψη τοῦ Πάπα Λέοντος ΙΔ´ στήν ἱστορική πόλη τῆς Νικαίας, με ἀφορμή τόν κοινό χριστιανικό ἑορτασμό τῶν 1700 ἐτῶν ἀπό τή σύγκληση τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τό ἐνδιαφέρον τῆς ἐκκλησιαστικῆς κοινότητος ἐπικεντρώθηκε – καί δικαίως – στή δημόσια ἀπαγγελία τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως χωρίς τήν προσθήκη τοῦ filioque, γεγονός πού προκάλεσε θετική ἀντίδραση στόν ὀρθόδοξο κόσμο.

Ἐν τούτοις, τόσο ἀπό τήν προφορική ἀπαγγελία του στήν ἀγγλική γλῶσσα, ὅπως μεταδόθηκε ἀπό τά ΜΜΕ, ὅσο καί ἀπό τήν δημοσίευση τοῦ κειμένου, τό ὁποῖο μοιράστηκε στούς παρευρισκομένους, σύμφωνα μέ τό εἰδησιογραφικό πρακτορεῖο Romfea, διαπιστώνονται δύο σημεῖα ἀπόκλισης ἀπό τό ἑλληνικό πρωτότυπο, τά ὁποῖα προκαλοῦν προβληματισμό ἀπό πλευρᾶς θεολογικῆς ἐπιστήμης καί ἐκκλησιαστικῆς παραδόσεως:

1. Ὅπως εἶναι γνωστό, ἡ διατύπωση τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως περί τοῦ Υἱοῦ ὡς «ὁμοουσίου τῷ Πατρί» ἀποτελεῖ θεμελιώδη πυλώνα τῆς ὀρθόδοξης τριαδολογίας καί ὄχι μόνο. Ὁ ὅρος «ὁμοούσιος» ἦταν καί ἡ αἰχμή τοῦ δόρατος τοῦ θεολογικοῦ ἀγῶνα τῶν Πατέρων γιά τήν ἀποδόμηση τῆς ἀρειανικῆς κακοδοξίας. Ἡ παραδοσιακή ἀγγλική ἀπόδοση τοῦ ὅρου ὡς consubstantial, πού λειτουργεῖ ὡς τεχνικός ὅρος στό θεολογικό λεξιλόγιο ἤ ἡ πιό ἁπλουστευμένη ἐκφορά ofoneessence ἀποδίδουν μέ δογματική ἀκρίβεια τό πατερικό περιεχόμενο τοῦ ὅρου. Ἰδιαίτερα δέ ὁ πρῶτος, ὡς τεχνικός ὅρος εἶναι ἑδραιωμένος στή θεολογική παράδοση τῆς Δύσης καί δέν ἐπιδέχεται παρερμηνεῖες καθώς δηλώνει ξεκάθαρα τήν κοινότητα τῆς οὐσίας τῶν τριῶν θείων ὑποστάσεων. Ἐν τούτοις, στό ἀγγλικό κείμενο τοῦ Συμβόλου, τό ὁποῖο ἀναγνώσθηκε καί μοιράστηκε, γιά τήν μεταφραστική ἀπόδοση τοῦ «ὁμοούσιος τῷ Πατρί» δέν ἐπιλέχθηκε οὔτε ὁ ὅρος consubstantial οὔτε ἡ ἁπλούστερη ἐκδοχή ofoneessence ἀλλά ἡ νεότερη ἀπόδοση «ofonebeingwiththeFather». Ὡστόσο ἡ ἐν λόγῳ ἐπιλογή εἶναι δυνητικά παραπλανητική, καθότι ὁ ὅρος being στήν ἀγγλοσαξωνική φιλοσοφική παράδοση δύναται νά δηλώσει ὄχι τήν οὐσία ἀλλά τήν ὑπόσταση/ὕπαρξη. Εἰσάγεται ἑπομένως μία σημασιολογική ἀσάφεια ἀφοῦ ἡ θεία ἑνότητα μέ αὐτόν τόν τρόπο μπορεῖ νά γίνει ἀντιληπτή ὄχι ὡς ὀντολογκή κοινότητα οὐσίας ἀλλά ὡς σχεσιακή κοινωνία μεταξύ τῶν θείων προσώπων. Ἡ ἐννοιολογική αὐτή μετατόπιση δέν ἔχει καμία σχέση μέ τή θεολογία τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου περί τοῦ ὁμοουσίου, ἔστω καί ἄν δέν γίνεται πάντα συνειδητά, καί εὐνοεῖ ἑρμηνεῖες πού προσεγγίζουν τήν τριαδολογία μέσα ἀπό συγκεκριμένες ἐκκλησιολογικές ἀναγνώσεις καί τό μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος μέσα ἀπό κατηγορίες ἀνθρωποκεντρικῆς φιλοσοφίας (ὑπαρξισμό, περσοναλισμό), ὁδηγώντας σέ μεθοδολογική ἀσυνέχεια μέ τήν πατερική παράδοση

2. Ἡ προσθήκη τοῦ ρήματος πιστεύω στό σχετικό μέ τήν Ἐκκλησία ἄρθρο τοῦ Συμβόλου καθώς αὐτό ἀπουσιάζει ἀπό τό ἑλληνικό πρωτότυπο κείμενο. Ὅσο καί ἄν προκαλεῖ ἐντύπωση, στή δυτική θεολογική παράδοση μέχρι καί τή σύγχρονη Ρωμαιοκαθολική Κατήχηση δέν συναντᾶται τό ἐν λόγῳ ἄρθρο ὡς «πιστεύω εἰς μίαν, ἁγίαν, καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν» ἀλλά «πιστεύω μίαν ἁγίαν καθολικήν καί ἀποστολικήν Ἐκκλησίαν». Ἀπό πλευρᾶς ὀρθοδόξου ἀλλά καί δυτικῆς, τό διόλου ἁπλό αὐτό ζήτημα ἔχει μελετηθεῖ καί ἑρμηνευτικά ἐξηγηθεῖ γιά τήν ἀποφυγή συγχύσεων στό περιεχόμενο τῆς πίστεως. Αὐτό πού θά πρέπει νά σημειωθεῖ εἶναι ὅτι ἡ προσθήκη τοῦ ρήματος πιστεύω στό σχετικό ἄρθρο μέ τήν Ἐκκλησία, στόν ὀρθόδοξο χῶρο τουλάχιστον, ὀφείλεται στούς Βαρλαάμ Καλαβρό καί Γεώργιο Τραπεζούντιο πού ἦσαν καί οἱ δύο ἐκλατινισθέντες ὀρθόδοξοι. Ἐπομένως, καθίσταται σαφές ὅτι ἡ ἀκριβολόγος χρήση τῶν δογματικῶν ὅρων δέν ἀποτελεῖ ἔξαρση φιλολογικοῦ ἐκλεπτυσμοῦ, ἀλλά ἔκφραση θεολογικῆς εὐθύνης.

Ἡ ὁρολογία τοῦ Συμβόλου δέν ἀνήκει στήν διακριτική εὐχέρεια ἑκάστου μεταφραστοῦ, ἐπειδή ἡ παραμικρή μετάθεση ἑνός νοηματικοῦ κέντρου – ὅπως ἡ ἀντικατάσταση τοῦ «ὁμοουσίου» ἀπό τόν ἀμφίσημο ὅρο τοῦ «being» ἤ ἡ ἐπαναδιατύπωση τοῦ ἄρθρου περί τῆς Ἐκκλησίας – δύναται νά ὁδηγήσει σέ ἀναπλαισίωση τῆς πίστεως καί νά ἀλλοιώσει τήν πατερική κατανόηση τῆς Θείας Ἀποκαλύψεως. Ἡ Ἐκκλησία, ἐκ παραδόσεως, φυλάσσει ὄχι μόνο τό «τί» πιστεύει, ἀλλά καί τό «πῶς» τό λέγει, διότι τό ὀρθῶς λέγειν ἀποτελεῖ ἀνάκλαση τοῦ ὀρθῶς πιστεύειν.


3 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Τό ἔτος 2015 διορίστηκε στή θέση τοῦ Ἐπικούρου Καθηγητή (ἐκλογή 2014) στό Τμῆμα Θεολογίας τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν καί τό ἔτος 2020 (ἐκλογή 2019) στή θέση τοῦ Ἀναπληρωτῆ Καθηγητῆ. Ἀπό τήν 1η Ιανουαρίου 2016 καί μέ τετραετῆ θητεία, ὁρίστηκε ἀπό την Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, ἀναπληρωματικό μέλος τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικῶν Σχέσεων. Εἶναι μέλος τῆς Κεντρικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Παγκοσμίου Συμβουλίου Ἐκκλησιῶν· ἀπό τό 2013- 2018 διετέλεσε μέλος τῆς Ἐκτελεστικῆς Ἐπιτροπῆς (Executive Committee) του Π.Σ.Ε.· μέλος τῆς Permanent Commission on Consensus and Collaboration γιά τή συμμετοχή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στό Π.Σ.Ε.· καί Πρόεδρος ἀπό πλευρᾶς Π.Σ.Ε. τῆς Μικτῆς Συμβουλευτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Π.Σ.E. στόν διάλογο μέ τούς Πεντηκοστιανούς . Διετέλεσε Πρόεδρος τῆς ἐπιτροπῆς γιά τή σύνταξη τοῦ κειμένου ἐπί τοῦ θέματος τῆς 11ης Γενικῆς Συνέλευσης τοῦ ΠΣΕ. Πρόεδρος τῆς ἐπιτροπῆς γιά τή σύνταξη τοῦ κειμένου περί τῆς Ἑνότητας γιά τήν 11η Γενική Συνέλευση τοῦ ΠΣΕ καί Πρόεδρος τῆς διορθόδοξης ἐπιτροπῆς γιά τήν σύνταξη τοῦ κειμένου περί τῆς ὀρθοδόξου θεωρήσεως τοῦ θέματος τῆς 11ης Γενικῆς Συνέλευσης τοῦ ΠΣΕ.

Ανώνυμος είπε...

Μαρίνα Κολοβοπούλου https://share.google/HyAEmccH2YWFtENsB

amethystos είπε...

Ο πιό κατάλληλος άνθρωπος γιά τήν καταγγελία τής αλλοιώσεως. Δέν είναι εχθρός τους.